ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΑ ΕΛΕΥΣΙΝΑΣ Η απεργία των εργατών 1929 (β' μέρος)

Στις 12 Μάρτη 1929 ο «Ριζοσπάστης»
καταγγέλλει τις απεργοσπαστικές
μεθοδεύσεις ΓΣΕΕ, κράτους
και εργοδοτών
Σήμερα ο «Ριζοσπάστης» δημοσιεύει το β' μέρος του σύντομου ιστορικού που αφορά στην απεργία των εργατών στα εργοστάσια της Ελευσίνας το 1929. Η απεργία ξεκίνησε στις 5 Μάρτη 1929 και έληξε μετά από λίγες μέρες χωρίς να ικανοποιηθούν τα αιτήματα των εργατών. Στο α' μέρος αναφερθήκαμε στο πώς κράτος και εργοδοσία έκαναν ό,τι μπορούσαν για να αποτρέψουν την απεργία, ενώ την πρώτη μέρα της απεργίας εξαπέλυσαν δολοφονική επίθεση που είχε ως αποτέλεσμα δύο νεκρούς, σύμφωνα με τα δημοσιεύματα του «Ριζοσπάστη», και δεκάδες τραυματίες.
«Υπάρχει κομμουνιστικός δάκτυλος»
Μετά τη δολοφονική επίθεση, Επιτροπή των απεργών επισκέφθηκε τον Βενιζέλο διαμαρτυρόμενη για την επίθεση και ζητώντας την υλοποίηση των αιτημάτων. Σύμφωνα με τα μέλη της Επιτροπής, ο Βενιζέλος απάντησε στις διαμαρτυρίες τους ως εξής:
«Και σεις δεν είστε άγιοι Ονούφριοι και έχετε κάνει αρκετές φασαρίες. Πρέπει να ξέρετε πως έχω τη δύναμη να σας επιβληθώ όταν θελήσω.
Ενα μέλος της Επιτροπής ανταπαντώντας λέγει στον κ. Βενιζέλο:
Στις διαμαρτυρίες μας για τη δολοφονική επίθεση εναντίον μας, σεις μας απαντάτε, δείχνοντάς μας τη δύναμή σας. Μήπως θέλετε να σκοτώσετε και σεις και κανέναν άλλο από μας;»
Ακόμα ο «Ριζοσπάστης» αναφέρει ότι ο Βενιζέλος, απευθυνόμενος σε δημοσιογράφους δήλωσε «υπάρχει κομμουνιστικός δάκτυλος όπως και σχέσεις μεταξύ των γεγονότων του Λαυρίου και της Ελευσίνας και ότι προφανώς υφίσταται κομμουνιστικόν κέντρον εις Αθήνας το οποίο οργανώνει και κατευθύνει τις απεργίες (...) Εάν εξακολουθήσουν οι ανατρεπτικές ενέργειες η Κυβέρνηση θα λάβει γενικότερα μέτρα».
Η επίθεση προκάλεσε την άμεση αντίδραση της Ενωτικής ΓΣΕΕ προς την κυβέρνηση ενώ έβγαλε και ανακοίνωση, καλώντας τους εργάτες να συνεχίσουν τον αγώνα.
Στις 6 Μάρτη, ο μοίραρχος απαγόρευσε τις συγκεντρώσεις χωρίς ειδική άδεια. Ωστόσο, οι απεργοί έκαναν συγκέντρωση για να οργανώσουν τη συνέχεια του αγώνα τους. Στις 7 Μάρτη ο «Ριζοσπάστης» επισημαίνει: «Η απεργία συνεχίζεται με ακμαίο το ηθικόν. Επί 2.500 περίπου απεργών μόνον οι Μιχ. Λιάσκος, Ι. Πανίδης, Γ. Μίχας, και Π. Σαντοριναίος εργάζονται, τα δε ονόματά τους τοιχοκολλήθηκαν». Στο πλάι των απεργών στάθηκαν οι επαγγελματίες της περιοχής που ζήτησαν από την κυβέρνηση την υλοποίηση των αιτημάτων τους.
Συλλήψεις και κλείσιμο του Σωματείου
Στις 8 Μάρτη το ρεπορτάζ του «Ριζοσπάστη» ξεκινά με τη φράση: «Η πόλη ολόκληρη κυριολεκτικά στρατοκρατείται» και συνεχίζει «τμήματα ολόκληρα στρατού και χωροφυλακής από 25-50 άνδρες, αποτελούμενο το καθένα, περιφέρονται από πολύ πρωί στους δρόμους και προβαίνουν σε αθρόες συλλήψεις εργατών τους οποίους αποστέλλουν αμέσως σε συνοδεία στην Αθήνα χωρίς να τους ανακοινώνεται η αιτία της σύλληψής τους. (...) Επίσης κλείστηκαν τα γραφεία του Σωματείου και ξεσκίστηκε από τους χωροφύλακες η, σε ένδειξη πένθους για το θάνατο του σ. Μιχαήλ, μαύρη ταινία που υπήρχε στην πόρτα.
Στη 1.30 το πρωί έγιναν έρευνες σε όλα τα σπίτια των συμβούλων του Σωματείου καθώς και των μελών που αποτελούσαν την απεργιακή επιτροπή και τους συνέλαβαν εντελώς αυθαίρετα, οδηγώντας τους στο αστυνομικό τμήμα, όπου κλείνοντάς τους τους σάπισαν κυριολεκτικά στο ξύλο».
Οι συλλήψεις μέχρι εκείνη τη μέρα ξεπέρασαν τις 50 ενώ στάλθηκε επιπλέον δύναμη 500 στρατιωτών. Μετά τη σύλληψη της απεργιακής επιτροπής τη συνέχιση του συντονισμού της απεργίας ανέλαβε η παράνομη αναπληρωματική απεργιακή επιτροπή.
Παρέμβαση εργοδοτικών συνδικαλιστικών δυνάμεων
Στο μεταξύ, εκδηλώνεται η πρώτη, όπως φαίνεται από τα δημοσιεύματα, προσπάθεια των εργοδοτικών συνδικαλιστικών δυνάμεων που πρόσκεινται στη ΓΣΕΕ, κρίνοντας προφανώς ότι το έργο τους διευκολύνεται από τις συλλήψεις των μελών του σωματείου και της απεργιακής επιτροπής.
Οπως γράφει ο «Ριζοσπάστης» οι εργοδοτικοί «τοιχοκόλλησαν στην πόρτα του Σωματείου μια δήλωση που υπογραφόταν από τους τύπους αυτούς ως προσωρινή διοικούσα επιτροπή και στην οποία τάζανε τα εξής στους απεργούς για να λύσουν την απεργία:
1ον) Εφαρμογή 8ωρου εις τας εργασίας, σε όσες έχει κατοχυρωθεί αυτό.
2ον) Την αποπομπή των ανηλίκων (χωρίς αποζημίωση)
3ον) Προσπάθεια βελτιώσεως όσο το δυνατόν και η με μέτρο αναθεώρηση του ισχύοντος μισθολογίου.
4ον) Την εκκαθάριση προς όφελος του συντηρητικού και τίμιου εργάτου, αποδοκιμασίαν και αποπομπήν παντός κομμουνίζοντος κ.λπ.»
Μαζί με την απεργία συνεχίζεται και η τρομοκρατία. Συλλαμβάνονταν εργάτες που μιλούσαν υπέρ της απεργίας, ακόμα και εργάτες που δεν δέχονταν να πάνε για δουλειά. Παρ' όλα αυτά «τα εργοστάσια εξακολουθούν να μη δουλεύουν εκτός 2-3 τα οποία με τη βοήθεια 5-10 απεργοσπαστών ανάβουν τις φωτιές των για να κλονίσουν το ηθικό των απεργών».
Στις 19 Μάρτη 1929 δημοσιεύεται η
 ανακοίνωση της Ενωτικής ΓΣΕΕ που
 αποκαλύπτει τις ενέργειες της
 ΓΣΕΕ για το σπάσιμο της απεργίας
Παράλληλα, η κυβέρνηση μέσω του Επιθεωρητή του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, Μπότση, προσπάθησε να στήσει απεργοσπαστικό μηχανισμό. Ο ίδιος ζήτησε από εργάτες να δηλώσουν ότι δεν ανήκουν στην Ενωτική ΓΣΕΕ.
Στις 12 Μάρτη, ο «Ριζοσπάστης» σημειώνει ότι εργοδότες και κράτος στην προσπάθειά τους να καταπνίξουν την απεργία επιστρατεύουν και το γενικό γραμματέα της ΓΣΕΕ, Στρατή, «ο οποίοςειδοποιήθηκε κατάλληλα από το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας να αναμιχθεί στην απεργιακή κίνηση των εργατών για να επιφέρει σύγχυση μεταξύ των απεργών (...). Ετσι, αφού ο Στρατής συνεννοήθηκε χθες το πρωί με τον υπουργό Εθνικής Οικονομίας, ο οποίος τον ενημέρωσε για τις απόψεις των εργοστασιαρχών, έφθασε στην Ελευσίνα για να εκμεταλλευθεί την ψυχολογία των εργατών που βρίσκονταν κάτω από την εξαπολυθείσα λευκή τρομοκρατία.
Ο Στρατής, αφού ήλθε εδώ, συνεννοήθηκε πρώτα με τις αστυνομικές δυνάμεις και κατόπιν παρουσιάστηκε σε συγκεντρωμένες ομάδες απεργών προς στις οποίες μίλησε, προσπαθώντας να τους πείσει να λύσουν την απεργία διαβεβαιώνοντας ότι τα ζητήματά τους θα λυθούν κατόπιν συνεννοήσεώς του με τους εργοδότες και το Κράτος».
Τελικά, ο Στρατής κατάφερε να παρασύρει κάποιους απεργούς και να συγκροτήσει μια Επιτροπή για να συναντηθεί με την κυβέρνηση. Αξίζει να σημειωθεί ότι μετά την εμφάνιση του Στρατή δόθηκαν τα κλειδιά του Σωματείου και επετράπηκε η λειτουργία του, γεγονός που δείχνει πως κυβέρνηση και εργοδότες στήριζαν και περίμεναν πολλά από τη δράση του γραμματέα της ΓΣΕΕ.
Σπάσιμο της απεργίας
Στις 13 Μάρτη, οι εργάτες ενημερώθηκαν για τη συνάντηση της Επιτροπής με τον υπουργό Εθνικής Οικονομίας και τους εργοδότες. Οι προτάσεις των εργοδοτών ήταν κατώτερες των αιτημάτων τους και οι εργάτες τις αποδοκίμασαν. Η Ενωτική ΓΣΕΕ έβγαλε ανακοίνωση, καλώντας τους εργάτες να διώξουν το Στρατή και τα όργανά τους «και να αναθέσουν τον αγώνα τους σε συνειδητούς, αποφασιστικούς εργάτες και θαρραλέα να τραβήξουν για την νίκη».
Κάτι τέτοιο, ωστόσο, δεν έγινε. Η τρομοκρατία και η αποπροσανατολιστική δράση της ΓΣΕΕ έσπασαν την απεργία στα μέσα Μάρτη με πενιχρά αποτελέσματα για τους εργάτες. Στις 19 Μάρτη, ο «Ριζοσπάστης» δημοσίευσε την ανακοίνωση της Ενωτικής ΓΣΕΕ, η οποία εκτιμούσε τον αγώνα που δόθηκε και κατήγγειλε τον επιζήμιο ρόλο της ΓΣΕΕ σε βάρος των εργατών.
«Ο Στρατής- ανέφερε η Ενωτική ΓΣΕΕ -αμέσως εγκατέλειψε τα αιτήματα των εργατών και υποχώρησε στις προτάσεις των εργοδοτών, καταβάλλοντας με τα εκεί όργανά του κάθε προσπάθεια για τη διάσπαση και λύση της απεργίας (...). Ετσι οι εργάτες προδομένοι, άρχισαν να επανέρχονται στη δουλειά (...). Και η απεργία έσπασε».

Στη ουσία σημείωνε δε δόθηκε καμία αύξηση στα μεροκάματα, ούτε για το 8ωρο. Ακόμα όχι μόνο δεν επαναπροσλήφθηκαν οι απολυμένοι, αλλά μετά το λύσιμο της απεργίας απολύθηκαν κι άλλοι που είχαν ενεργό ρόλο στο σωματείο. Ο υπεύθυνος της δολοφονικής επίθεσης δεν τιμωρήθηκε, ούτε αποζημιώθηκαν οι οικογένειες των θυμάτων.
Ετικέτες

Δημοσίευση σχολίου

[blogger]

MKRdezign

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Από το Blogger.
Javascript DisablePlease Enable Javascript To See All Widget