Ιουνίου 2016
20ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΟΥ ΚΚΕ ΑΓΡΟΤΕΣ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ ΑΝΕΛ ΑΝΕΡΓΙΑ ΑΝΤΑΡΣΥΑ ΑΝΤΙΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΣ ΑΠΕΡΓΙΑ ΑΠΟΨΕΙΣ ΑΡΘΡΑ ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΠΛΑΤΦΟΡΜΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟ ΑΥΤΟΑΠΑΣΧΟΛΟΥΜΕΝΟΙ ΒΙΝΤΕΟ ΒΙΟΜΗΧΑΝΟΙ ΒΟΥΛΗ ΓΑΛΛΙΑ ΓΥΝΑΙΚΑ Δ.Ν.Τ. ΔΑΝΕΙΑ ΔΑΝΙΑ ΔΕΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΣΥΜΠΑΡΑΤΑΞΗ ΔΗΜΟΣ ΠΑΤΡΩΝ ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑ ΔΙΕΘΝΗ ΔΙΚΕΣ ΕΒΕ ΕΕΔΥΕ ΕΙΡΗΝΗ ΕΚΛΟΓΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ 2015 ΕΝΩΣΗ ΚΕΝΤΡΟΥ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΤΑΞΗ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΑΤΥΧΗΜΑ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΩΤΗΣΗ-ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΕΥΡΩΒΟΥΛΗ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΕΝΩΣΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΗΠΑ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ ΙΔΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΙΡΑΚ ΙΡΑΝ ΙΣΛΑΜΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΚΟΥΛΙΔΗΣ ΚΑΝΕΛΛΗ ΛΙΑΝΑ ΚΕΝΤΡΟΑΡΙΣΤΕΡΑ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ ΚΚΕ ΚΝΕ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ ΚΟΜΕΠ ΚΟΜΙΣΙΟΝ ΚΟΜΜΑΤΑ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΑ ΚΟΜΜΑΤΑ ΚΟΥΑΡΤΕΤΟ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΛΑΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΛΑΙΚΗ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΗ ΛΕΒΕΝΤΗΣ ΜΑΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΜΟΥΣΙΚΗ ΜΠΛΟΚΑ ΑΓΡΟΤΩΝ ΜΠΟΓΙΟΠΟΥΛΟΣ Ν.Δ ΝΑΤΟ ΝΕΟΛΑΙΑ ΝΕΟΝΑΖΙ ΟΑΕΔ ΟΓΕ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΕΣ ΟΠΟΡΤΟΥΝΙΣΜΟΣ ΟΤΑ ΟΥΚΡΑΝΙΑ ΠΑΙΔΕΙΑ ΠΑΜΕ ΠΑΣΕΒΕ ΠΑΣΟΚ ΠΑΣΥ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ ΠΟΕ-ΟΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΠΟΤΑΜΙ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ ΡΩΣΙΑ ΣΕΒ ΣΕΡΒΙΑ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΣΥΛΛΑΛΗΤΗΡΙΟ ΣΥΝΟΔΟ ΚΟΡΥΦΗΣ Ε.Ε. ΣΥΝΤΑΞΙΟΥΧΟΙ ΣΥΡΙΑ ΣΥΡΙΖΑ ΣΧΟΛΙΑ ΤΟΠΙΚΑ ΝΕΑ ΤΟΠΙΚΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ ΤΟΥΡΚΙΑ ΤΡΑΜΠΟΥΚΙΣΜΟΙ ΤΡΟΜΟΚΤΑΤΙΑ ΤΣΙΠΟΥΡΟ ΥΓΕΙΑ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΝΕ-ΟΔΗΓΗΤΗ ΦΤΩΧΕΙΑ ΧΙΟΜΟΥΡΙΣΤΙΚΑ ΒΙΝΤΕΟ ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ TV

Αν υπάρχει κάτι που χρειάζεται ιδιαίτερο σχολιασμό σε ό,τι αφορά τις εξελίξεις με την εταιρεία «Μαρινόπουλος», αυτό είναι η στάση της κυβέρνησης.
Οταν έγινε γνωστή η αίτηση για υπαγωγή της εταιρείας στον πτωχευτικό κώδικα, το υπουργείο Εργασίας εξέδωσε ανακοίνωση, στην οποία ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι «παρακολουθεί στενά τις διεργασίες στον κλάδο του λιανικού εμπορίου και ιδιαίτερα στην εταιρεία "Μαρινόπουλος ΑΕ" για την εξεύρεση της προσφορότερης λύσης που θα εξασφαλίζει τη βιωσιμότητά της».
Δηλαδή, η κυβέρνηση παρακολουθεί εδώ και μήνες την «Μαρινόπουλος» να κλείνει καταστήματα και να απολύει, την «Ηλεκτρονική» να βαράει «κανόνι», την πρώην «Αρβανιτίδης» να χρωστάει μισθούς και δώρα, και δεν έχει κάνει το παραμικρό για να προστατέψει τους εργαζόμενους, που όλο αυτό το διάστημα ζουν σε καθεστώς ανασφάλειας και ομηρίας!
Μάλιστα, την επόμενη ακριβώς μέρα, κι ενώ η εργοδοσία παρέμενε κρυμμένη από τους εργαζόμενους, ο γγ του υπουργείου ανέλαβε να την εκπροσωπήσει, λέγοντας σε ραδιοφωνικό σταθμό: «Δεν πρέπει να υπάρχει καμία ανησυχία. Η διαδικασία υπαγωγής στο άρθρο 99 δεν έχει να κάνει με πτώχευση, αλλά με προστασία, για να μπορέσουμε να προχωρήσουμε σε ένα συγκεκριμένο πλάνο»!
Το στέλεχος της κυβέρνησης δεν μπήκε, βέβαια, στον κόπο να εξηγήσει τι θα περιλαμβάνει αυτό το «σχέδιο», στο οποίο αναφέρεται στις ανακοινώσεις της και η εργοδοσία. Αυτό που ενδιαφέρει την κυβέρνηση - και δεν το κρύβει - είναι να κάτσουν οι εργαζόμενοι στα αυγά τους, να παραμείνουν θεατές των εξελίξεων, όσο η εργοδοσία θα κανονίζει στο παρασκήνιο τις δουλειές της.
Η κυβέρνηση λέει ψέματα στους εργαζόμενους ότι δεν πρέπει να ανησυχούν. Η υπαγωγή στον πτωχευτικό κώδικα δεν διασφαλίζει κανένα από τα συμφέροντά τους, πολύ περισσότερο που ο ανταγωνισμός στον κλάδο κάνει ακόμα δυσκολότερο να επιβιώσει μια εταιρεία τέτοιου μεγέθους χωρίς δραστικές περικοπές στα λειτουργικά της έξοδα, μέρος των οποίων είναι οι μισθοί των εργαζομένων.
Από αυτήν τη σκοπιά, ακόμα κι αν για την ώρα αποφευχθεί το «λουκέτο», είναι βέβαιο ότι θα ξεκινήσει ένας νέος γύρος επίθεσης στα δικαιώματα και τις θέσεις εργασίας, ακόμα πιο σκληρός και πιο διευρυμένος από τον προηγούμενο. Αλλωστε, την ίδια καθησυχαστική τακτική ακολουθεί και η εργοδοσία, η οποία έχει το πιο άμεσο συμφέρον να αποφύγει τα «μπερδέματα» με τις διεκδικήσεις των εργαζομένων, τώρα που μεθοδεύει την υπαγωγή της εταιρείας στον πτωχευτικό κώδικα.
Γι' αυτό τα στελέχη της στα καταστήματα δεν καθησυχάζουν μόνο τους εργαζόμενους ότι οι κινήσεις της εργοδοσίας αποσκοπούν αποκλειστικά στην προστασία από τους προμηθευτές, αλλά καλλιεργούν και προσδοκίες ότι θα υπάρξει εξαγορά της εταιρείας από άλλον επενδυτή και ότι η κυβέρνηση δεν θα αφήσει να κλείσει μια επιχείρηση τέτοιου μεγέθους.
Απ' αυτό το κάδρο δεν μπορεί να λείπει η πλειοψηφία του επιχειρησιακού σωματείου, που μιλάει για αγωνιστική «επαγρύπνηση», την ίδια ώρα που τα σχέδια της εργοδοσίας βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη, ενώ το προηγούμενο διάστημα κλιμακώθηκε η επίθεση σε βάρος των εργαζομένων, χωρίς το σωματείο να οργανώσει καμιά ουσιαστική απάντηση.
Μάλιστα, χτες, μετά τη συνάντηση που είχε η πλειοψηφία με τον γγ του υπουργείου Εργασίας, φρόντισε να τον «ξεπλύνει» κιόλας, ανακοινώνοντας πως «δεσμεύτηκε ότι η κυβέρνηση κάνει συνεχείς παρεμβάσεις για το θέμα και η μέχρι σήμερα επιδίωξή της ήταν και θα είναι η διασφάλιση των δίκαιων αιτημάτων μας όπως αυτά της τέθηκαν»!

Είναι φανερό ότι η οργάνωση του αγώνα των εργαζομένων σε κάθε κατάστημα και πόλη είναι το πιο επείγον ζήτημα αυτήν τη στιγμή. Κι αυτός ο αγώνας δεν μπορεί παρά να στοχοποιεί την εργοδοσία, την κυβέρνηση, αλλά και τη συνδικαλιστική πλειοψηφία, προβάλλοντας το αίτημα να καταβληθούν μισθοί και δώρα, να μη γίνει καμιά απόλυση, να προηγηθούν οι εργαζόμενοι έναντι των πιστωτών σε περίπτωση πτώχευσης.

«Το βασικό σημείο είναι ότι δεν ξέρουμε, επακριβώς, ποια θα είναι τα αποτελέσματα - συνέπειες του δημοψηφίσματος για το Brexit (...) Ομως, στο τέλος της μέρας σαφώς θα υπάρχουν επιπτώσεις στη σχετική ανταγωνιστικότητα, στο εμπόριο, στις αποφάσεις για το πού γίνονται επενδύσεις και οπωσδήποτε η μελλοντική συμφωνία (με τη Βρετανία) για τον κλάδο των υπηρεσιών θα είναι αποφασιστικής σημασίας».
Την επισήμανση αυτή κάνει ο επικεφαλής της Ομάδας Εργασίας του Γιούρογκρουπ, Τ. Βίζερ, διατυπώνοντας ανοιχτά τις αυξημένες αβεβαιότητες του ευρωπαϊκού κεφαλαίου και της Ευρωζώνης γύρω από την πορεία της καπιταλιστικής ανάκαμψης στην ΕΕ, σε συνδυασμό, βέβαια, και με τους οξυμένους μονοπωλιακούς ανταγωνισμούς για την απόσπαση μεριδίων από την επιχειρηματική πίτα και για την προσέλκυση κερδοφόρων επενδύσεων.
Σε κάθε περίπτωση, οι εξελίξεις στο εσωτερικό της ΕΕ θα αφήσουν το «αποτύπωμά» τους και στην αντιλαϊκή πολιτική που εφαρμόζεται και στην Ελλάδα από τη συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ.
***
«Ενα το κρατούμενο» είναι η επιτάχυνση στους ρυθμούς κλιμάκωσης με την εμπροσθοβαρή εφαρμογή των επόμενων αντιλαϊκών μέτρων. Χαρακτηριστικές είναι οι πρώτες τροχιοδεικτικές βολές που εκτοξεύονται από τα επιτελεία της Κομισιόν: «Μετά το Brexit υπάρχουν πιο πολλοί λόγοι να εφαρμόσει πιο γρήγορα η Ελλάδα το πρόγραμμα», τόνιζε χαρακτηριστικά υψηλόβαθμος παράγοντας της Ευρωζώνης, σύμφωνα με τον οποίο «η Ελλάδα είναι η πιο προστατευμένη χώρα του Νότου λόγω του προγράμματος»,προσθέτοντας πως «η υπομονή θα είναι μικρότερη», ενώ οι «θεσμοί» «δεν υπάρχει περίπτωση να συζητήσουν για προσαρμογές, αν το πρόγραμμα δεν είναι σε τροχιά εφαρμογής». Σε αυτό το αντιλαϊκό σκηνικό «δεν υπάρχει λόγος τα προαπαιτούμενα του Σεπτεμβρίου να μη γίνουν τον Ιούλιο ή έστω τον Αύγουστο, δεν υπάρχει δικαιολογία αν δεν γίνουν», επισήμαναν οι ίδιοι παράγοντες της ΕΕ αναφορικά με το πακέτο που συνδέεται με την εκταμίευση της υποδόσης ύψους 2,8 δισ. ευρώ.
Εξίσου αποκαλυπτικές είναι και οι δηλώσεις στελεχών της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, οι οποίες φέρνουν στην επιφάνεια μια σειρά από στρατηγικού χαρακτήρα συμπλεύσεις και ταυτίσεις με την Ευρωζώνη και γενικότερα με τους «θεσμούς» του κουαρτέτου. Σε αυτό το επίπεδο, ο πρωθυπουργός, Αλ. Τσίπρας, μιλώντας τις προάλλες στο συνέδριο του «Εκόνομιστ» στην Αθήνα, υπογράμμισε ότι «δεν υπάρχει περιθώριο για χάσιμο χρόνου» και ακόμη ότι «κατά τη δεύτερη αξιολόγηση», που περιλαμβάνει και τα νέα χτυπήματα στα Εργασιακά, «θα πρέπει όλες οι πλευρές να επιδείξουν την αντίστοιχη δέσμευση, ώστε να αποφύγουμε φαινόμενα και πρακτικές καθυστερήσεων που υπονομεύουν τη δυναμική της ανάκαμψης»...
***
Την ίδια ώρα, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, Γ. Χουλιαράκης, έστελνε το ισχυρό μήνυμα της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ για την ολόπλευρη στήριξη της αντιλαϊκής πολιτικής, χωρίς παλινωδίες και «αστερίσκους». Σε αυτό το πλαίσιο, ο κυβερνητικός παράγοντας, χαρακτηριστικά, τόνισε πως «στόχος είναι να κρατήσουμε το μομέντουμ και να κλείσουμε τον δεύτερο έλεγχο έως το τέλος Οκτωβρίου»...
Σε κάθε περίπτωση, η δεύτερη «αξιολόγηση», πέρα από το ζήτημα των νέων χτυπημάτων στα Εργασιακά, περιλαμβάνει ένα μπαράζ από αντιλαϊκές αναδιαρθρώσεις με νομοσχέδια που είναι βγαλμένα από τα «κιτάπια» του εγχώριου κεφαλαίου. Σε αυτά συγκαταλέγονται οι παρεμβάσεις που έρχονται να «κουμπώσουν» με το νέο λεγόμενο αναπτυξιακό νόμο, όπως οι νομοθετικές ρυθμίσεις για τις «στρατηγικές επενδύσεις», την «εφοδιαστική αλυσίδα» (logistics), τις «απελευθερώσεις» στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, τις διαδικασίες για τη διαχείριση των «κόκκινων» τραπεζικών δανείων, το νέο κανονισμό για παροχή υπηρεσιών ύδρευσης (συνδέεται με τις ιδιωτικοποιήσεις στον κλάδο), τον «οδικό χάρτη» για την πλήρη «απελευθέρωση» επαγγελμάτων, νέα νομοθεσία για την «κινητικότητα» στο δημόσιο τομέα, αναμόρφωση της νομοθεσίας για την «Επιτροπή Ανταγωνισμού». Την ίδια ώρα, η εφαρμογή των προγραμμάτων για το «ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα» συνδέεται με την «αξιολόγηση των κοινωνικών παροχών», για τις οποίες φαίνεται να σχεδιάζεται και νέο σφαγείο.

Σε ό,τι αφορά το γενικότερο κάδρο, σήμερα, με αφορμή το Brexit, σε συνδυασμό με τις αβεβαιότητες και τους τριγμούς που αυτό συνεπάγεται για τις οικονομίες της ΕΕ και τους οξυμένους ενδοκαπιταλιστικούς ανταγωνισμούς, η αντιλαϊκή επίθεση ενάντια στους ευρωπαϊκούς λαούς προσλαμβάνει το χαρακτήρα πολεμικού χρονοδιαγράμματος.

Ποια πραγματικότητα διαμορφώνεται σε ΕΕ - Ευρωζώνη μετά το Brexit; Δύσκολο να απαντήσει κανείς, αλλά φαίνεται να ενισχύονται οι φυγόκεντρες δυνάμεις. Με φόντο τους ανταγωνισμούς που οξύνονται περισσότερο, όπως θα δούμε παρακάτω.
Ξεκινάμε με την είδηση πως το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας αποφάσισε ότι «το πρόγραμμα επείγουσας αγοράς ομολόγων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) δεν υπερβαίνει τις αρμοδιότητές της. Επιπλέον, αν εφαρμόζεται σύμφωνα με τους κανόνες του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου (σ.σ. είχε πάρει τη γνώμη του), δεν συνιστά συνταγματική απειλή για τη Γερμανία». Το δικαστήριο αποφάσισε ότι η ΕΚΤ επιτρέπεται, σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, με γερμανική συμμετοχή, να στηρίζει χώρες της Ευρωζώνης που αντιμετωπίζουν οξύ πρόβλημα χρηματοδότησης, αγοράζοντας κρατικά ομόλογά τους, στηρίζοντας έτσι το ευρώ. Η απόφαση αφορούσε προσφυγή 35.000 Γερμανών, με επικεφαλής πολιτικούς και ακαδημαϊκούς, στο Συνταγματικό Δικαστήριο, που υποστήριζαν ότι το συγκεκριμένο πρόγραμμα της ΕΚΤ συνιστούσε παράνομη νομισματική χρηματοδότηση.
Διαφορές για την τραπεζική ένωση
Δεν είναι πρώτη φορά που τμήματα του κεφαλαίου της Γερμανίας εναντιώνονται σε ΕΚΤ και Κομισιόν. Για παράδειγμα, η Γερμανία αμφισβητεί το δικαίωμα της ΕΚΤ, που προκύπτει από αρμοδιότητά της, για πλήρη έλεγχο στις γερμανικές τράπεζες. Μάλιστα, έχει ψηφιστεί νόμος γι' αυτό.
Σε πρόσφατη παρέμβασή του, από το Λουξεμβούργο, ο Β. Σόιμπλε είπε ότι η Γερμανία είναι πρόθυμη να συμφωνήσει σε ένα σχέδιο από τις Βρυξέλλες σχετικά με την προστασία των καταθέσεων στις προβληματικές τράπεζες μέσω ενός πανευρωπαϊκού σχήματος, λέγοντας: «Για την ενίσχυση της τραπεζικής ένωσης δεν θα ξεκινήσουμε με το (ευρωπαϊκό) σχήμα εγγύησης καταθέσεων, αλλά αντί αυτού θα αρχίσουμε να μειώνουμε τους υφιστάμενους κινδύνους του τραπεζικού κλάδου βήμα βήμα». Η Κομισιόν επιζητεί λύση στο ποιος πληρώνει τις ζημίες των τραπεζών σε περίπτωση χρεοκοπίας, αναζητώντας συμβιβασμό μεταξύ των διαφορετικών κανονιστικών πλαισίων που έχουν ήδη υιοθετήσει Γερμανία, Γαλλία και Ιταλία («Financial Times»).
Η Γερμανία έχει αλλάξει τη νομοθεσία ώστε να είναι ευκολότερη η επιβολή ζημιών σε κάθε είδους ομόλογα υψηλής εξασφάλισης. Η επιλογή των Γάλλων ήταν να δημιουργήσουν μια νέα κατηγορία τραπεζικού χρέους. Η ιταλική κυβέρνηση προτίμησε να προτάξει την προστασία των καταθετών έναντι των ομολογιούχων (μετά και το πολιτικό φιάσκο πέρυσι, όταν αρκετές ιταλικές τράπεζες είχαν επιβάλει «κούρεμα» σε μικροκαταθέτες, τους οποίους οι τραπεζίτες είχαν πείσει να μετατρέψουν τις καταθέσεις τους σε ομόλογα με δέλεαρ λίγο υψηλότερη απόδοση). Φιλοδοξία της Κομισιόν είναι να συμφωνηθεί μια κοινή σειρά με την οποία θα επιβάλλονται ζημίες στους επενδυτές των τραπεζών. Υπάρχουν ενδείξεις ότι η Κομισιόν προτιμάει το γαλλικό και το ιταλικό μοντέλο. Το γερμανικό μοντέλο θα μπορούσε να προκαλέσει αρκετές «αρνητικές επιπτώσεις», συμπεριλαμβανομένης της αύξησης του κόστους χρηματοδότησης των τραπεζών μεσοπρόθεσμα.
Επίθεση στην ΕΚΤ...
Τον Απρίλη του 2016, υπήρξαν ρεπορτάζ για την επίθεση του Β. Σόιμπλε στον Μ. Ντράγκι, με περιεχόμενο το πρόγραμμα νομισματικής χαλάρωσης της ΕΚΤ. Ο Β. Σόιμπλε επιτέθηκε στον Μ. Ντράγκι για τα χαμηλά επιτόκια της ΕΚΤ, που πλήττουν, όπως έλεγε, τις συνταξιοδοτικές παροχές και τις αποταμιεύσεις των Γερμανών, κατηγορώντας τον ως υπαίτιο για το ότι δεν αυξάνεται το εισόδημα των συνταξιούχων λόγω χαμηλών επιτοκίων, προβάλλοντας μάλιστα κινδύνους φτωχοποίησης. Ουσιαστικά, τα χαμηλά επιτόκια δυσκολεύουν τα κέρδη των τραπεζών.
Στις επιθέσεις απάντησε ο Γερμανός κεντρικός τραπεζίτης, Γ. Βάιντμαν, στηρίζοντας τον Ντράγκι. Ο δε σοσιαλδημοκράτης Γερμανός υπουργός Οικονομίας, Ζ. Γκάμπριελ, είπε ότι «πρέπει να δοθεί ένα τέλος στο παιχνίδι κατηγοριών εις βάρος της ΕΚΤ (...) Το πρόβλημα δεν είναι η ΕΚΤ και ο κ. Ντράγκι αλλά η άρνηση να παραιτηθεί κανείς από την μονόπλευρη πολιτική της λιτότητας».
Η Γερμανία, όπως έχει δηλώσει ο Β. Σόιμπλε, εναντιώνεται στην αρμοδιότητα ελέγχου των κρατικών προϋπολογισμών των κρατών - μελών της Ευρωζώνης από την Κομισιόν, και προτείνει τη δημιουργία ανεξάρτητης αρχής ελέγχου. Ουσιαστικά, το πρόβλημα έχει σχέση με την αυστηρή τήρηση των δεικτών του Συμφώνου Σταθερότητας ως μέσο που συμβάλλει στην καπιταλιστική οικονομική ανάπτυξη. Δηλαδή, την τήρηση του 3% στα ελλείμματα των προϋπολογισμών και του 60% του ΑΕΠ στο κρατικό χρέος. Είναι μέρος της αυστηρής δημοσιονομικής πολιτικής.
...και στην Κομισιόν
Σε άρθρο του «Spiegel» για τον Ζ. Κ. Γιούνκερ γραφόταν: «Για το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, ο κ. Γιούνκερ φαίνεται να πιστεύει ότι δεν ισχύει πλέον. "Επειδή είναι η Γαλλία", απάντησε πρόσφατα, όταν ρωτήθηκε γιατί επιτρέπει στη χώρα αυτή πρόσθετες εξαιρέσεις από τους κανόνες του χρέους, σπάζοντας επί της ουσίας ένα ταμπού, μιλώντας για "εξαιρετικά προβληματική" συμπεριφορά του Ζ. Κ. Γιούνκερ. Μερικοί από τους πολιτικούς συμμάχους (Juncker από το γερμανικό κόμμα CDU της Α. Μέρκελ) έχουν επίσης εκφράσει την ανησυχία τους. Ο Γερούν Ντάισελμπλουμ, επικεφαλής του Γιούρογκρουπ, είπε πρόσφατα στην επιτροπή Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ότι ανησυχεί πολύ για το πώς η Κομισιόν ως θεματοφύλακας των Ευρωπαϊκών Συνθηκών θα πρέπει να "ενεργήσει με σαφείς, διαφανείς και αντικειμενικούς λόγους", έτσι ώστε να αποφευχθεί η εντύπωση ότι αντιμετωπίζει μεγαλύτερες χώρες με διαφορετικό τρόπο από ό,τι τις μικρότερες. Ανάλογη κριτική δέχεται ο Γιούνκερ και για την καθυστέρηση των κυρώσεων σε Ισπανία και Πορτογαλία, για τα υπερβολικά δημοσιονομικά ελλείμματά τους» («Ημερησία», 19/6/2016).
Να αλλάξει, αλλά σε ποια κατεύθυνση;
Σύμφωνα με ρεπορτάζ σε αστικά ΜΜΕ τη βδομάδα που πέρασε, ο Β. Σόιμπλε, μιλώντας σε οικονομικό συνέδριο στο Βερολίνο, είπε ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση πρέπει να αλλάξει, είτε η Βρετανία ψηφίσει να παραμείνει είτε ψηφίσει να αποχωρήσει από την ΕΕ, αναφέροντας συγκεκριμένα: «Η Ευρώπη δεν είναι σε καλή κατάσταση». Οποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, είπε, «δεν θα μπορέσουμε να συνεχίσουμε όπως κάναμε μέχρι τώρα».
Τα ίδια είπε και ο επίτροπος Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων, Π. Μοσκοβισί, λέγοντας ότι «ανεξάρτητα από το τι θα συμβεί στις 23 Ιουνίου, θα πρέπει να αναλάβουμε δράση. Η ΕΕ δεν θα είναι η ίδια μετά την ψηφοφορία, ασχέτως του αποτελέσματος, δεν θα πρέπει να αποτρέψει άλλους να προχωρήσουν περαιτέρω... πρέπει να προχωρήσουμε».
Την ίδια ώρα, σε άρθρο τους στο «Βήμα» στις 18/6/2016, οι Ζ. Κ. Γιούνκερ και Μαρκ Ρούτε, πρωθυπουργός της Ολλανδίας, πρόεδρος του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης, αντίστοιχα, έγραφαν:
«Επισημάναμε μερικές από τις πλέον επείγουσες προτεραιότητες για την ενιαία αγορά της Ευρώπης, ώστε αυτή να λειτουργήσει για όλους...
Οταν οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ενωσης θα συναντηθούν στο τέλος αυτού του μήνα, τους καλούμε να υποστηρίξουν πλήρως τις προτάσεις αυτές και πολλές άλλες που υπέβαλε πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Ζητούμε να κάνουν δύο πράγματα επειγόντως: Να αναλάβουν σαφή δέσμευση έγκρισης όλων των νομοθετικών πράξεων για την ενιαία αγορά πριν από το τέλος του 2018 και να υποβάλλουν κάθε χρόνο κατά το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Ιουνίου απολογισμό της προόδου σχετικά με την ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς της ΕΕ. Είναι πολλά αυτά που πρέπει να γίνουν τα δύο επόμενα χρόνια, αλλά οι πολίτες και οι επιχειρήσεις της Ευρώπης δεν μπορούν να περιμένουν».
Αλήθεια, σε ποια ρότα θα προχωρήσουν, με δεδομένους τους οξύτατους ανταγωνισμούς σε ΕΕ και Ευρωζώνη, όπως φαίνεται απ' όλες τις πιο πάνω αναφορές; Με τη Γερμανία να εναντιώνεται σε ΕΚΤ - Κομισιόν (εκφράζεται με επίθεση σε Ντράγκι - Γιούνκερ), με την Κομισιόν να συμφωνεί με προτάσεις των Γαλλίας - Ιταλίας για την «καρδιά» της οικονομίας, τις τράπεζες, και βεβαίως να επιμένει ότι οι προτάσεις της για την ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς της ΕΕ πρέπει να ψηφιστούν;
Υπαρκτά τα ρήγματα
Αυτό που τους δυσκολεύει αφάνταστα είναι η αδύναμη ανάκαμψη και οι κίνδυνοι νέας κρίσης. Αυτή η κατάσταση ωθεί κάθε κράτος - μέλος να ενδιαφέρεται πρωτίστως για τους δικούς του καπιταλιστές και την ενίσχυσή τους, γεγονός που οξύνει τους ανταγωνισμούς, αποδυναμώνει την τάση ενοποίησης και προκαλεί διαφορετικούς προβληματισμούς ως προς την πορεία των Ευρωζώνης - ΕΕ. Ουσιαστικά, τα ρήγματα στην ΕΕ και στην Ευρωζώνη μεγαλώνουν. Δεν είναι μόνο η Βρετανία που με το δημοψήφισμα αποφάσισε την έξοδο από την ΕΕ ή η διαίρεση Βορρά - Νότου, ή τα κράτη του Βίσεγκραντ, (Πολωνία, Ουγγαρία, Σλοβακία, Τσεχία), με επικεφαλής την Πολωνία, που διεκδικούν θέση ως ένας ακόμη πόλος. Υπάρχουν βαθιές αντιθέσεις μεταξύ τμημάτων του κεφαλαίου στο εσωτερικό των κρατών - μελών. Πρώτ' απ' όλα φαίνεται ανάγλυφα με το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στη Βρετανία. Φαίνεται επίσης στη Γερμανία όταν ο Β. Σόιμπλε εναντιώνεται στον Μ. Ντράγκι, ενώ οι Βάιντμαν και Γκάμπριελ τον υπερασπίζονται, ή με την ενδυνάμωση του Afd, (Εναλλακτική για τη Γερμανία) που θέλει επιστροφή στο μάρκο ως νόμισμα. Φάνηκε στην Πολωνία όταν αστικά κόμματα οργάνωσαν τεράστιες διαδηλώσεις υπεράσπισης της ΕΕ, την ίδια ώρα που η κυβέρνηση της χώρας δρα περισσότερο εθνικιστικά απέναντι στην ΕΕ. Και στη Γαλλία υπάρχουν ανάλογες διαιρέσεις, στην Ιταλία κ.α.. Υπάρχουν τμήματα του κεφαλαίου που τα συμφέροντά τους δεν εξυπηρετούνται πλέον εντός της ΕΕ, προσπαθούν δε να αξιοποιήσουν την οξυμένη λαϊκή δυσαρέσκεια από τις συνέπειες της κρίσης και την πολιτική διαχείρισής της σε όφελος του κεφαλαίου.
Το Brexit ενισχύει τέτοιες αντιθέσεις. Για παράδειγμα, οι ηγέτες των ισχυρών κρατών της ΕΕ, λένε οτι πρέπει να προχωρήσει γρήγορα η έξοδος, προβάλλοντας το ενιαίο των 27 πλέον, προβάλλοντας το «περισσότερη Ευρώπη».Τα κράτη του Βίζενγκραντ θέλουν, αντίθετα, αλλαγές χαλάρωσης, «λιγότερη Ευρώπη», δηλαδή ενίσχυση των εθνικών κυβερνήσεων. Για ανάλογο δημοψήφισμα μιλά η Μαρίν Λεπέν στη Γαλλία και τα σύμμαχά της κόμματα σε Ολλανδία, Αυστρία, Δανία.
Στην «Καθημερινή», στις 16/06/2016 αναφερόταν πως το ΔΝΤ στην Εκθεσή του για την Ευρωζώνη «εκτιμά ότι για την τόνωση της ανάπτυξης και την προώθηση της ενοποίησης εντός της Ευρωζώνης απαιτείται ένα πιο ισορροπημένο μείγμα πολιτικής. Επισημαίνει ότι απαιτείται να αναληφθούν σε κεντρικό επίπεδο πρωτοβουλίες για τη στήριξη της ζήτησης και του καταμερισμού του κινδύνου, προκειμένου να καταστήσουν τη συμμετοχή στην Ευρωζώνη περισσότερο ελκυστική, τη συνέχιση της χαλαρής νομισματικής πολιτικής και την επιτάχυνση της εξυγίανσης των τραπεζών που θα διευκολύνει την ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης». Πλαίσιο που βρίσκει αντίθετη τη Γερμανία. Σ' αυτό το πλαίσιο βεβαίως πασχίζει και η ελληνική οικονομία να ανακάμψει, με αβέβαιη αυτήν την προοπτική.
Η απ' εδώ και πέρα πορεία των Ευρωζώνης - ΕΕ, όποια και αν είναι, θα εκφράζεται με άκρατη επιθετικότητα του κεφαλαίου στην εργατική τάξη, στους λαούς της ΕΕ, σε συνδυασμό με ρωγμές στο αστικό πολιτικό σύστημα. Το ΔΝΤ στην Εκθεσή του αναφέρει ότι οι εντεινόμενες πολιτικές διαιρέσεις εντός της Ευρωζώνης και ο αυξανόμενος ευρωσκεπτικισμός έχουν αποδυναμώσει τις προοπτικές για την ανάπτυξη συλλογικών δράσεων. Το αποτέλεσμα είναι η Ευρωζώνη να γίνεται ολοένα και πιο ευάλωτη σε μια σειρά από κινδύνους, σε μια εποχή μάλιστα που τα περιθώρια πολιτικών παρεμβάσεων στενεύουν.

Η εργατική - λαϊκή πάλη χρειάζεται να μεγαλώνει τέτοιες ρωγμές. Πάλη για την ικανοποίηση εργατικών - λαϊκών αναγκών σε αντικαπιταλιστική - αντιμονοπωλιακή ρότα, με ανασύνταξη του κινήματος, λαϊκή συμμαχία, για την ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου.

Οι αλλαγές που ετοιμάζουν στα Εργασιακά, κατοχυρώνουν ένα μηχανισμό αυτόματης προσαρμογής μισθών και δικαιωμάτων στις ανάγκες των επιχειρήσεων
Η πρόσκληση που απηύθυνε την περασμένη Τρίτη ο Αλ. Τσίπρας από το βήμα της γενικής συνέλευσης του ΣΕΒ «στο σύνολο των κοινωνικών φορέων να συμμετάσχουν σε ένα γόνιμο και δημιουργικό διάλογο για τη βελτίωση και την αποκατάσταση των εργασιακών σχέσεων, την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, τη μετάβαση σε ένα νέο παραγωγικό μοντέλο, που δεν μπορεί παρά να βασίζεται στον αμοιβαίο σεβασμό του ρόλου των παραγωγικών φορέων», ούτε συμβολική είναι ούτε τυχαία.
Η παρέμβαση του πρωθυπουργού, σε συνδυασμό με τις γενικότερες εξελίξεις, ένα πράγμα επιβεβαιώνουν: Οτι οι εργαζόμενοι, παλιότεροι και νέοι, βρίσκονται μπροστά σε μια νέα επίθεση στα δικαιώματά τους, με την οποία κυβέρνηση και εργοδοσία θα επιχειρήσουν να κατοχυρώσουν τις ανατροπές που έγιναν έως τώρα, κυρίως στα χρόνια της καπιταλιστικής κρίσης και να τις επεκτείνουν, προκειμένου να κεφαλαιοποιήσουν τα οφέλη τους στην ανάκαμψη της οικονομίας.
Η χρονική συγκυρία δεν είναι, επίσης, τυχαία. Πέρα από το γεγονός ότι οι ανατροπές στα Εργασιακά προβλέπονται από το τρίτο μνημόνιο και συνιστούν προαπαιτούμενο της δεύτερης «αξιολόγησης», τα μέτρα που θα επιχειρήσει να νομοθετήσει η κυβέρνηση μονιμοποιούν και επεκτείνουν τις ανατροπές που έγιναν έως τώρα.
Στην πραγματικότητα, στόχος τους είναι να προσαρμόσουν το εργατικό δίκαιο στη μετά την κρίση εποχή, να ξεμπερδεύουν με ό,τι απέμεινε όρθιο από τη νομοθέτηση έκτακτων τάχα μέτρων στην περίοδο της κρίσης και να κατοχυρώσουν ένα μηχανισμό αυτόματης προσαρμογής των μισθών και των εργασιακών δικαιωμάτων στις ανάγκες του κεφαλαίου, που μεταβάλλονται ραγδαία, εννοείται σε βάρος των εργαζομένων και του λαού.
Για παράδειγμα, από 1/1/2017 προβλέπεται να μπει σε εφαρμογή ονέος νόμος για τον καθορισμό του κατώτερου μισθού (άρθρο 103 του Ν. 4172/2013), ο οποίος έρχεται να αντικαταστήσει την ΠΥΣ 6/2012 (μετέπειτα συμπεριλήφθηκε στο νόμο για την έγκριση του μεσοπρόθεσμου 2013 - 2016), με την οποία έγινε η αναστολή της τελευταίας ΕΓΣΣΕ και για πρώτη φορά καθορίστηκε από το κράτος ο κατώτερος μισθός.
Τώρα η κυβέρνηση σηκώνει κουρνιαχτό με την αποκατάσταση δήθεν των συλλογικών διαπραγματεύσεων, όταν από το ίδιο το μνημόνιο προβλέπεται ότι στις αλλαγές που θα γίνουν στα Εργασιακά, «θα πρέπει να αποφευχθεί επιστροφή σε πολιτικές του παρελθόντοςπου δεν είναι συμβατές με τους στόχους της προώθησης μιας ανάπτυξης βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς».
Οι «βέλτιστες πρακτικές» στον κατώτερο μισθό
Από αυτή τη σκοπιά, είναι πρόκληση τα όσα είπε ο Αλ. Τσίπρας στη γενική συνέλευση του ΣΕΒ, επικαλούμενος τις «αξίες της ΕΕ», οι οποίες «αντανακλώνται στη μεγάλη παράδοση των εργασιακών κεκτημένων και στην προστασία των εργασιακών δικαιωμάτων», η υπεράσπιση των οποίων «περνάει μέσα από την ανάπτυξη και τη φυγή προς τα μπρος, τόσο για την Ελλάδα όσο και για την Ευρώπη».
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του νόμου 4172/2013, με τον οποίο ορίζεται στο εξής ο κατώτερος μισθός, «στην ευρωπαϊκή και διεθνή πρακτική ο καθορισμός του νομοθετημένου κατώτατου μισθού γίνεται είτε με διάταξη νόμου ή με Υπουργική Απόφαση που εκδίδεται έπειτα από νομοθετική εξουσιοδότηση ή με απόφαση συλλογικού οργάνου της διοίκησης, που έχει συγκεκριμένη αρμοδιότητα για το σκοπό αυτό μέσω νόμου.
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, προηγείται διαβούλευση μεταξύ της κυβέρνησης και εκπροσώπων των Κοινωνικών Εταίρων, η οποία, ναι μεν δεν είναι δεσμευτική για την κυβέρνηση, ασκεί όμως υψηλή πολιτική επιρροή στα σημεία για τα οποία οι Κοινωνικοί Εταίροι έχουν σύμφωνη άποψη.
Σε 20 από τις 27 χώρες της Ευρώπης, ο κατώτατος μισθός καθορίζεται από την κυβέρνηση έπειτα από διαβούλευση με τους Κοινωνικούς Εταίρους (ενδεικτικά Γαλλία, Ηνωμένο Βασίλειο, Βουλγαρία, Ιρλανδία, Λιθουανία, Λουξεμβούργο, Ολλανδία, Πολωνία, Πορτογαλία, Ισπανία και Τσεχία). Με συλλογικές συμβάσεις μόνο, ο κατώτατος μισθός καθορίζεται στο Βέλγιο, την Εσθονία, τη Ρουμανία, τη Σλοβακία, τη Σλοβενία και την Ουγγαρία, καθώς και στην Ελλάδα μέχρι την ψήφιση του Ν.4093/2012 (σ.σ. Εγκριση Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013 - 2016).
(...) Σε πολλές χώρες ορίζεται χαμηλότερος νομοθετημένος μισθός για νέους, όπως συμβαίνει στο Βέλγιο, στον Καναδά, στη Γαλλία, το Λουξεμβούργο, την Ολλανδία, την Πορτογαλία, την Ισπανία, το Ηνωμένο Βασίλειο κ.λπ. Ακολουθώντας την ευρωπαϊκή και διεθνή πρακτική, με το Ν.4093/2012 θεσπίστηκε ο νομοθετημένος κατώτατος μισθός και ημερομίσθιο, με αντίστοιχο περιορισμό της έκτασης εφαρμογής των μισθολογικών όρων της ΕΓΣΣΕ στους εργαζόμενους που απασχολούνται από επιχειρήσεις εκπροσωπούμενες από τις συμβαλλόμενες εργοδοτικές οργανώσεις».

Σ' αυτά συνίστανται επομένως «η μεγάλη παράδοση των εργασιακών κεκτημένων» της ΕΕ και «η προστασία των εργασιακών δικαιωμάτων» από το ευρωενωσιακό κεφάλαιο, εν ολίγοις οι «βέλτιστες πρακτικές» που επικαλείται τώρα η κυβέρνηση για να νομοθετήσει στα Εργασιακά. Κι αυτές τις «πρακτικές» δεν τις ανακάλυψε βέβαια η ίδια, αλλά αποτέλεσαν τον «οδηγό» όλων των μέχρι τώρα αντεργατικών ανατροπών στην Ελλάδα και στις άλλες χώρες.

Η διαδικασία καθορισμού του κατώτερου μισθού

Τι προβλέπει ο νόμος 4172/2013, τον οποίο ο υπουργός Εργασίας δεσμεύεται να τον εφαρμόσει ...δυο χρόνια αργότερα
Την περασμένη βδομάδα, υπήρξε ένα γαϊτανάκι δηλώσεων για το πώς σκοπεύει η κυβέρνηση να ρυθμίσει το ζήτημα του κατώτερου μισθού.Από τα λεγόμενα του υπουργού Εργασίας, προκύπτει ότι η «μάχη» που σκοπεύει να δώσει η κυβέρνηση στη διαπραγμάτευση με το κουαρτέτο, πίσω από τις φανφάρες περί «αποκατάστασης των συλλογικών διαπραγματεύσεων», είναι να αρχίσει η εφαρμογή του νόμου 4172/2013 όχι από την 1/1/2017, όπως προβλέπεται έως τώρα, αλλά μετά τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος, δηλαδή από το τέλος του 2018.
Οπως είπε ο Γ. Κατρούγκαλος, ενημερώνοντας την περασμένη Πέμπτη τους δημοσιογράφους, σε περίπτωση που από τη διαπραγμάτευση του Σεπτέμβρη δεν προκύψει επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων για την ΕΓΣΣΕ, τότε θα εφαρμοστεί ο νόμος 4172/2013, αλλά από το τέλος του 2018. Με άλλα λόγια, από το 2012 μέχρι και το 2018, για μια ολόκληρη επταετία, ο κατώτερος μισθός θα παραμείνει καθηλωμένος στα 586 και 511 ευρώ μεικτά,κάτω ακόμα και από τα όρια της φτώχειας, ενώ παραμένει άγνωστο σε ποια επίπεδα θα διαμορφωθεί μετά την έναρξη της εφαρμογής του νόμου.
Ας δούμε, όμως, συνοπτικά τι προβλέπει ο νόμος 4172/2013 για τον κατώτερο μισθό. Κατά το Αρθρο 103, «έπειτα από διαβούλευση, που διεξάγεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρούσα, ορίζεται ο νομοθετημένος κατώτατος μισθός και το νομοθετημένο κατώτατο ημερομίσθιο, για πλήρη απασχόληση, ήτοι μηνιαίος μισθός για εργασία 25 ημερών μηνιαίως και ημερομίσθιο για εργασία 8 ωρών ημερησίως, για τους υπαλλήλους και εργατοτεχνίτες όλης της χώρας, των οποίων η αμοιβή δεν ρυθμίζεται από συλλογική σύμβαση εργασίας».
Στο τέλος αυτής της πρώτης παραγράφου, προστέθηκε με τον νόμο4254/2014 η φράση «και ως τέτοιος νοείται μια μοναδική αξία (ποσό) αναφοράς». Η προσθήκη αυτή δεν έγινε τυχαία. Στην πραγματικότητα, η ερμηνεία της οδηγεί σε κατώτερο μισθό απαλλαγμένο πλήρως από επιδόματα και τριετίες, το οποίο θα φέρει νέες δραματικές απώλειες για χιλιάδες εργαζόμενους, που σήμερα αμείβονται με τα κατώτερα όρια, προσαυξημένα με τις τριετίες, αλλά και με το επίδομα γάμου, το οποίο υποτίθεται ότι διασφαλίζεται από την ισχύουσα ΕΓΣΣΕ.
Γκολ από τα αποδυτήρια στους εργαζόμενους
Κατά τα άλλα, οι βασικότερες διατάξεις του ίδιου νόμου ορίζουν τα εξής:
-- «Το ύψος του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και νομοθετημένου ημερομισθίου θα πρέπει να καθορίζεται λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και τις προοπτικές της για ανάπτυξη από την άποψη της παραγωγικότητας, των τιμών, και της ανταγωνιστικότητας, της απασχόλησης, του ποσοστού της ανεργίας, των εισοδημάτων και μισθών».Είναι σαφές το ασφυκτικό πλαίσιο στο οποίο θα καθορίζεται στο εξής ο κατώτερος μισθός. Το ίδιο πλαίσιο, συνεπικουρούμενο από έναν κατώτερο μισθό διαμορφωμένο στα σημερινά επίπεδα και ακόμα πιο κάτω, θα αποτελεί τον μπούσουλα των εργοδοτικών απαιτήσεων και στις κλαδικές συμβάσεις, όπως γίνεται και σήμερα.
-- «Για τον ορισμό του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και νομοθετημένου κατώτατου ημερομισθίου διεξάγεται διαβούλευση μεταξύ των κοινωνικών εταίρων και της κυβέρνησης με την τεχνική και επιστημονική υποστήριξη, εξειδικευμένων επιστημονικών, ερευνητικών και συναφών φορέων και εμπειρογνωμόνων, σε θέματα οικονομίας και ιδίως οικονομίας της εργασίας, κοινωνικής πολιτικής καθώς και εργασιακών σχέσεων και το συντονισμό από επιτροπή, που ορίζεται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου.
(...) Η διαβούλευση συντονίζεται από τριμελή Επιτροπή αποτελούμενη από τον Πρόεδρο του ΟΜΕΔ, ως Πρόεδρο, ένα πρόσωπο κύρους ως εκπρόσωπο του Υπουργού Οικονομικών και ένα πρόσωπο κύρους ως εκπρόσωπο του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, με τη γραμματειακή υποστήριξη των υπηρεσιών του ΟΜΕΔ».Και μόνο ο επιτελικός ρόλος, που αναγνωρίζεται στον ΟΜΕΔ, πρέπει να χτυπήσει καμπανάκι για τους εργαζόμενους, κρίνοντας από τις συμβάσεις που κατοχύρωσε ο Οργανισμός μόνο τους τελευταίους μήνες στην Παιδική Στέγη και στην ιδιωτική Υγεία.
-- Επιπλέον, στη «διαπραγμάτευση» θα παίρνονται υπόψη τα σχετικά πορίσματα φορέων όπως η Τράπεζα Ελλάδος, η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία, ο Οργανισμός Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ), το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ/ΑΔΕΔΥ (ΙΝΕ - ΓΣΕΕ), το Ινστιτούτο ΙΜΕ - ΓΣΕΒΕΕ, το Ινστιτούτο Βιομηχανικών και Οικονομικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), το Ινστιτούτο του ΣΕΤΕ (ΙΝΣΕΤΕ), το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ), ο Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας (ΟΜΕΔ), που θα συντάσσουν έκθεση για την προσαρμογή του κατώτερου μισθού «στις επίκαιρες οικονομικές συνθήκες».
Πάνω σ' αυτήν την έκθεση, θα συζητάνε οι εκπρόσωποι των κοινωνικών εταίρων και στη συνέχεια, μέσα από μια δαιδαλώδη διαδικασία, θα συντάσσεται ένα Σχέδιο Πορίσματος Διαβούλευσης, που θα παραδίνεται στην Επιτροπή Συντονισμού της διαβούλευσης και από εκεί ολοκληρωμένο θα υποβάλλεται στον υπουργό Οικονομικών και τον υπουργό Εργασίας.
-- Μετά απ' όλα αυτά, «εντός του τελευταίου δεκαπενθημέρου του μηνός Ιουνίου κάθε έτους ο υπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας εισηγείται στο Υπουργικό Συμβούλιο, τον κατώτατο μισθό υπαλλήλων και το κατώτατο ημερομίσθιο των εργατοτεχνιτών, λαμβάνοντας υπόψη το Πόρισμα Διαβούλευσης, όπως αυτό υποβλήθηκε και συντάχθηκε κατά την ανωτέρω διαδικασία», και εκδίδει απόφαση «μετά από την σύμφωνη γνώμη του Υπουργικού Συμβουλίου».

«Μαγειρέματα» σε ομαδικές απολύσεις και συνδικαλιστικό νόμο

Αλλαγές σε βάρος των εργαζομένων ετοιμάζονται και στα άλλα δύο μέτωπα που κρατούν ανοιχτά κυβέρνηση και κουαρτέτο στο τραπέζι της διαβούλευσης, δηλαδή οι ομαδικές απολύσεις και οσυνδικαλιστικός νόμος. Πρόκειται για ζητήματα που έχουν απασχολήσει και στο παρελθόν τις διαπραγματεύσεις ανάμεσα στην προηγούμενη κυβέρνηση και τους «εταίρους» της.
Ειδικά για τις ομαδικές απολύσεις, ομολογείται πλέον ανοιχτά ότι η διαβούλευση αφορά την αύξηση ή και την κατάργηση των ορίων που προβλέπει σήμερα ο νόμος για τους εργαζόμενους που μπορεί να απολύει μια επιχείρηση κάθε μήνα, ανάλογα με τον αριθμό του προσωπικού που απασχολεί. Με τον τρόπο αυτό, ανοίγει επί της ουσίας ο δρόμος για την πλήρη απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων, η οποία σε καμιά περίπτωση δεν εμποδίζεται από τη «διοικητική έγκριση» του υπουργού, που ακόμα ισχύει τυπικά, αλλά με βεβαιότητα θα καταργηθεί.
Σε ό,τι αφορά τέλος το συνδικαλιστικό νόμο, η κυβέρνηση φαίνεται να επικεντρώνει στη θέσπιση νέων εμποδίων για την κήρυξη απεργίας από τα συνδικάτα, με πρόσχημα τη «μεγαλύτερη δημοκρατία» στη λήψη των αποφάσεων. Συγκεκριμένα, πιάνοντας το νήμα από εκεί που το άφησε η προηγούμενη συγκυβέρνηση, μελετάει να νομοθετήσει ότι για να παρθεί απόφαση για απεργία σε μια επιχείρηση, θα πρέπει να την εγκρίνει το 50+1% των εργαζομένων σε αυτή και όχι η πλειοψηφία των παρόντων στη γενική συνέλευση, όπως γινόταν έως τώρα.
Μελετάει, επίσης, να βάλει ζήτημα χρηματοδότησης των συνδικαλιστικών οργανώσεων, θεωρώντας δικά της λεφτά τις εισφορές που δίνουν οι εργαζόμενοι στην Εργατική Εστία, από την οποία χρηματοδοτούνται τα συνδικάτα. Πρόκειται για πρόκληση, που στόχο έχει να συκοφαντήσει τη συνδικαλιστική δράση, αξιοποιώντας και τα φαινόμενα εκφυλισμού που υπάρχουν με ευθύνη του εργοδοτικού - κυβερνητικού συνδικαλισμού, τον οποίο πάντως ενισχύει και δεν αποδυναμώνει με τα σενάρια που διακινεί για τη χρηματοδότηση των συνδικαλιστικών οργανώσεων.

ΠΑΜΕ
Το πλαίσιο πάλης στο μέτωπο των Συλλογικών Συμβάσεων
Τη Δευτέρα 6 Ιούνη, το ΠΑΜΕ οργάνωσε μια πλατιά συνδικαλιστική σύσκεψη, με θέμα τις εξελίξεις στο μέτωπο των Συλλογικών Συμβάσεων, την αποτελεσματικότερη οργάνωση και το συντονισμό της πάλης. Τα συμπεράσματα και το πλαίσιο πάλης που καθορίστηκε στη σύσκεψη αποκτούν ξεχωριστή σημασία για τα σωματεία και τους εργαζόμενους κάτω από το φως των εξελίξεων.
Θυμίζουμε ότι στο πλαίσιο πάλης που παρουσιάστηκε εισηγητικά στην Ημερίδα, σημειώνονταν τα εξής: «Με κριτήριο τις ανάγκες των εργατικών και λαϊκών οικογενειών για μια αξιοπρεπή ζωή, είχαμε παλιότερα υπολογίσει ως ελάχιστη βάση τα 1.400 ευρώ. Εχει αξία αυτή η υπογράμμιση, γιατί δείχνει το πλήγμα που έχει δεχτεί σήμερα το εργατικό εισόδημα, αλλά και την προοπτική που έχουμε καθήκον να χαράξουμε στις διεκδικήσεις μας.
Πρώτο και βασικό μέτωπο είναι η αποκατάσταση των κατώτερων μισθών και μεροκάματων. Με βάση τα σημερινά δεδομένα, στη γραμμή της κάλυψης των απωλειών, απαιτούμε και παλεύουμε για κατώτατο μισθό στα 751 ευρώ για όλους, μέσα από Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση, ως αφετηρία. Να καταργηθεί η διάκριση για τους νέους.
Το αίτημα αυτό χρειάζεται να γίνει καθολικό, όλης της εργατικής τάξης, όλων των κλάδων, όλων των Σωματείων.
Η πάλη για την κατάκτησή του είναι κριτήριο για τη στάση κάθε συνδικάτου και συνδικαλιστικής παράταξης, αν είναι με το μέρος των εργατών ή της εργοδοσίας.
Δεύτερο μέτωπο είναι η κατάργηση όλου του αντεργατικού πλαισίου για τις ΣΣΕ. Είναι βασική διεκδίκηση απέναντι στην κυβέρνηση, αλλά και την εργοδοσία. Η πάλη αυτή θα συνδυάζεται με τη διεκδίκηση αυξήσεων στους κλαδικούς μισθούς. Κάθε κλάδος εδώ είναι ανάγκη να επεξεργαστεί συγκεκριμένο πλαίσιο, να υπολογίσει τις απώλειες που είχε από το 2009 και να προσδιορίσει τις διεκδικήσεις του.
Ενιαίο καθήκον είναι η αποκατάσταση του νομικού πλαισίου των ΣΣΕ, όπως: Καθολική ισχύς και υποχρεωτικότητα των ΣΣΕ, που δεσμεύει όλες τις επιχειρήσεις, ανεξάρτητα αν είναι μέλη ή όχι σε εργοδοτικές οργανώσεις, καθολική ισχύς της ευνοϊκότερης σύμβασης που υπάρχει στον κλάδο, με κατάργηση της δυνατότητας να υπογράφονται επιχειρησιακές με μικρότερους μισθούς και εργασιακούς όρους από αυτές που προβλέπει η κλαδική Σύμβαση, εφαρμογή της μετενέργειας της ΣΣΕ μέχρι την υπογραφή νέας ΣΣΕ και κατάργηση του νόμου που αφορά τον ΟΜΕΔ και τις Ενώσεις Προσώπων.
Επιπλέον, διεκδικούμε:

  • Επαναφορά όλων των οικογενειακών, κλαδικών και άλλων επιδομάτων.
  • Υπολογισμό της αμοιβής της υπερωριακής απασχόλησης (που πρέπει να δικαιολογείται και να περιορίζεται η πραγματοποίησή της με πολύ αυστηρές προϋποθέσεις και σε εξαιρετικές περιπτώσεις, π.χ. αποκατάστασης ζημιών που δημιουργούν κινδύνους), με βάση τον κλαδικό μισθό και τις προσαυξήσεις που ίσχυαν πριν την ψήφιση των αντεργατικών νόμων. Σε αυτήν την περίπτωση, επιπλέον και άμεσα να χορηγείται άδεια ανάπαυσης (με χρονικό όριο τη βδομάδα που πραγματοποιήθηκαν οι υπερωρίες) και τέτοια που θα εξασφαλίζει την πενθήμερη εργασία στη βδομάδα και το σταθερό ημερήσιο χρόνο δουλειάς, δηλαδή το 8ωρο ή το 7ωρο για ορισμένους κλάδους.
  • Κατάργηση των Προεδρικών Διαταγμάτων που ισοπέδωσαν τις αποζημιώσεις.
  • Κατάργηση όλων των ρυθμίσεων που προβλέπουν αύξηση του ορίου των απολύσεων.
  • Κατάργηση κάθε ελαστικής μορφής εργασίας. Μόνιμη, σταθερή δουλειά με πλήρη μισθολογικά και ασφαλιστικά δικαιώματα, 7ωρο - 5ήμερο - 35ωρο. Στην προοπτική των αγώνων μας πρέπει να μπει ως σταθερός στόχος η παραπέρα μείωση του εργάσιμου χρόνου, υπολογίζοντας την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας και μια σειρά άλλους παράγοντες».

«Αρνητική εξέλιξη» χαρακτήρισαν με μια φωνή η κυβέρνηση και τα άλλα κόμματα της αστικής διαχείρισης το αποτέλεσμα του βρετανικού δημοψηφίσματος. Αναμενόμενη η στεναχώρια τους, καθώς από θέση εκπροσώπησης των συμφερόντων της ντόπιας αστικής τάξης υπερασπίζονται τις στρατηγικές της επιλογές και τέτοια παραμένει η συμμετοχή στην ΕΕ. Εκδηλος ο προβληματισμός και η αγωνία τους, αφού το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στη Βρετανία αναδεικνύει την αυξημένη δυσαρέσκεια εργατικών - λαϊκών δυνάμεων απέναντι στην ΕΕ και τις αντιλαϊκές πολιτικές της, που βεβαίως παραμένει εγκλωβισμένη στο πλαίσιο του συστήματος. Αλλά αναδεικνύει ακόμα και τις εσωτερικές αντιθέσεις στην ΕΕ, την ανισομετρία των οικονομιών της, τη διαπάλη ανάμεσα σε ιμπεριαλιστικά κέντρα που οξύνθηκε σε περίοδο καπιταλιστικής κρίσης.
Πρόκειται για στοιχεία που δεν αφορούν μόνο στη Βρετανία αλλά εκδηλώνονται στον έναν ή τον άλλο βαθμό σε όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ, ενισχύοντας το ρεύμα του λεγόμενου «ευρωσκεπτικισμού», αποσχιστικές τάσεις, αλλά και τάσεις που επιδιώκουν αλλαγή της πολιτικής διαχείρισης της ΕΕ και της Ευρωζώνης. Τμήματα των αστικών τάξεων κρατών - μελών της ΕΕ, που τα συμφέροντά τους δεν εξυπηρετούνται πλέον με την παραμονή στην ΕΕ, προσπαθούν να αξιοποιήσουν τη δικαιολογημένη λαϊκή δυσαρέσκεια, θέτοντάς την υπό τη σημαία των επιλογών τους, σε κάθε περίπτωση εχθρικών προς τα λαϊκά συμφέροντα.
Οι αντιδράσεις των αστικών πολιτικών δυνάμεων πρέπει να ιδωθούν απ' τα λαϊκά στρώματα μέσα απ' αυτό το πρίσμα. Αν η παραμονή στην ΕΕ είναι δεδομένο ότι κλιμακώνει την αντιλαϊκή επίθεση, η αποχώρηση απ' αυτή δεν σηματοδοτεί τερματισμό της, στο βαθμό που οι λαοί, εν προκειμένω ο βρετανικός, δεν τη συνδέσουν με την πάλη τους για ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου. Με όποια συμμαχία κι αν συνδέσει ή απ' όποια κι αν αποσυνδέσει τα συμφέροντά του το κεφάλαιο κάθε κράτους, η εξουσία του είναι από χέρι αντιλαϊκή.
Κανέναν τους δεν πήρε ο πόνος για τα λαϊκά συμφέροντα, που τα τσακίζουν ανελέητα με τις πολιτικές τους και που εξάλλου στο πλαίσιο της ΕΕ είναι καταδικασμένα. Ο καημός τους είναι η επίδραση των τελευταίων εξελίξεων στα συμφέροντα του κεφαλαίου. Το άφθονο κλάμα εκφράζει το φόβο τους για τη συνοχή της ΕΕ αλλά και για τα συμπεράσματα που μπορεί να εξαχθούν με αφορμή τη Βρετανία, καθώς αποδεικνύεται ότι λυκοσυμμαχίες όπως η ΕΕ δεν αποτελούν ανεπίστρεπτη διαδικασία, όπως πάσχιζαν να πείσουν το λαό οι απολογητές τους όλα τα προηγούμενα χρόνια, ούτε εξανθρωπίζονται ούτε μεταλλάσσονται φιλολαϊκά. Ταυτόχρονα, η περίπτωση της Βρετανίας εκθέτει και όσες δυνάμεις κοροϊδεύουν το λαό ότι η αλλαγή νομίσματος είναι ικανή προϋπόθεση να τερματιστούν τα βάσανά τους. Η Βρετανία της στερλίνας έπαιρνε τα ίδια αντεργατικά - αντιλαϊκά μέτρα, όπως οι υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης και θα συνεχίσει, μέσα ή έξω απ' την ΕΕ, αφού αυτό επιτάσσουν τα συμφέροντα των μονοπωλίων της.
Ο λαός οφείλει να βγάλει συμπεράσματα και, κυρίως, οφείλει να κλείσει τα αυτιά στην προπαγάνδα που θα ενταθεί τις επόμενες μέρες περί επαναθεμελίωσης της ΕΕ, περισσότερης κοινωνικής ΕΕ, επιστροφής της ΕΕ στις ιδρυτικές της αρχές και αξίες. Τη μόνη αξία που είχε, έχει και θα έχει η ΕΕ είναι αυτή των κερδών των μονοπωλίων της. Οι αυταπάτες που με ιδιαίτερο ζήλο καλλιεργούν στο λαό η κυβέρνηση και τα άλλα κόμματα της διαχείρισης, είναι για να μην «καρπίσει» στη συνείδησή του ο «σπόρος» της ανάγκης όχι απλά καταδίκης των λυκοσυμμαχιών του κεφαλαίου, αλλά του ίδιου και της εξουσίας του. Της ανάγκης να οργανώσει την πάλη του για την ανατροπή της και για την οικοδόμηση της δικής του, εργατικής - λαϊκής εξουσίας. Πάλη που θα δώσει με τις σημαίες των δικών του συμφερόντων και όχι τις σημαίες των συμφερόντων των καπιταλιστών.

Διαβάστε προσεκτικά τη δήλωση Κατρούγκαλου, όπως την παρουσιάζει η διαδικτυακή σελίδα του ΣΥΡΙΖΑ, το «left.gr»: «Τους άξονες της διαπραγμάτευσης για την αξιολόγηση του Σεπτεμβρίου όρισε ο υπουργός Εργασίας, Γιώργος Κατρούγκαλος, πριν από λίγο, σε ενημέρωση προς τους δημοσιογράφους. Πρόκειται, όπως είπε, για τρία επίπεδα πάνω στα οποία θα δομηθεί η διαπραγμάτευση για τα Εργασιακά, που είναι η ανάγκη επαναφοράς των συλλογικών διαπραγματεύσεων, καθώς και τα δύο ζητήματα που θέτουν οι δανειστές, κυρίως το ΔΝΤ, δηλαδή ο νόμος για τη συνδικαλιστική δράση και ο νόμος για τις ομαδικές απολύσεις».
Δηλαδή, η κυβέρνηση επιχειρεί να εμφανιστεί ότι παλεύει δήθεν για την επαναφορά των Συλλογικών Συμβάσεων, ενώ την ίδια ώρα αυτό που συμβαίνει - και το ομολογεί - είναι ότι ήδη κουβεντιάζει το πώς θα περιοριστεί ακόμα περισσότερο η συνδικαλιστική δράση και το πώς θα γίνουν απόλυτα ελεύθερες οι ομαδικές απολύσεις. Και είναι τόσο απόλυτα σε βάρος της εργατικής τάξης το πλαίσιο μέσα στο οποίο γίνεται η σχετική κουβέντα, που η κυβέρνηση δεν τολμά να μιλήσει καν για επαναφορά Συλλογικών Συμβάσεων. Ο υπουργός μιλά για επαναφορά «συλλογικής διαπραγμάτευσης», κουβέντα να γίνεται, δηλαδή, κι αν προκύψει και καμιά Σύμβαση καλώς.
Γίνεται προφανές πόσο δίκιο είχε κι έχει το ΠΑΜΕ, που λίγες μέρες πριν σημείωνε πως η μάχη για τις Συλλογικές Συμβάσεις πρέπει να μπει στην πρώτη γραμμή των διεκδικήσεων της εργατικής τάξης.
Και στην κορφή κανέλα...

Σε άλλο επίπεδο πήγε, χτες, με άρθρο του στην «Εφημερίδα των Συντακτών» ένα από τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, ο Π. Τριγάζης, μέλος της ΚΕ του κυβερνητικού κόμματος, τις αυταπάτες που καλλιέργησε τις προάλλες στο Συμβούλιο της Ευρώπης και ο πρωθυπουργός: Οτι, δηλαδή, η ΕΕ, η ένωση των ευρωπαϊκών μονοπωλίων, όχι μόνο μπορεί να αλλάξει «από μέσα», αλλά και ότι μπορεί τάχα να εγγυηθεί τα εργατικά δικαιώματα. Και όλα αυτά, μάλιστα, με τη βοήθεια της βρώμικης σοσιαλδημοκρατίας και του εργοδοτικού - κυβερνητικού συνδικαλισμού! Να τι έγραψε: «Δεδομένου όμως ότι οι συλλογικές διαπραγματεύσεις, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, δεν έχουν κατοχυρωθεί, απαιτείται η κοινή δράση των συνδικάτων και της Αριστεράς σε όλη την Ευρώπη. Ως αριστερός, θέλω να νικήσει το "Remain", διότι στη μάχη για την άλλη Ευρώπη χρειαζόμαστε τα βρετανικά συνδικάτα και το Εργατικό Κόμμα του Κόρμπιν»! Οπως λέμε ...και στην κορφή κανέλα.


Η ίδια αντιλαϊκή πολιτική είτε εκτός είτε εντός της ΕΕ θα συνεχισθεί στη Βρετανία, δεν πρόκειται να αυξηθούν οι μισθοί και τα δικαιώματα των εργαζομένων, σχολίασε ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΚΚΕ Θανάσης Παφίλης στο ραδιοφωνικό σταθμό «Παραπολιτικά».
Τόνισε πως η διαφωνία τμημάτων του κεφαλαίου που χωρίστηκαν σε δύο στρατόπεδα έχει να κάνει με το πώς εξυπηρετούνται καλύτερα και όχι αν θα βελτιωθεί η θέση των εργαζομένων ενώ πρόσθεσε ότι το ουσιαστικό είναι ανατραπεί το σύστημα της βαρβαρότητας και επανέλαβε τη θέση του ΚΚΕ για έξοδο από την ΕΕ με το λαό στην εξουσία.
Για τον εκλογικό νόμο σημείωσε ότι το ΚΚΕ τάσσεται υπέρ της απλής και ανόθευτης αναλογικής. Για τα περί ακυβερνησίας ανέφερε πως πέρυσι όλοι μαζί ψήφισαν το 3ο μνημόνιο και πως ο καυγάς είναι για το ποιος θα έχει την καρέκλα της διακυβέρνησης.
Τόνισε ότι αυτό που καίει το λαό είναι τα Εργασιακά που έρχονται, αλλά και όσα ψηφίστηκαν και έχει ξεκινήσει η εφαρμογή τους. 

«Υπάρχουν τα κείμενα που ορίζουν το πλαίσιο της διαπραγμάτευσης» είπε χτες ο υπουργός Εργασίας, οριοθετώντας ταυτόχρονα την προπαγάνδα της κυβέρνησης απέναντι στο λαό
Με οδηγό το αντιλαϊκό 3ο μνημόνιο πορεύεται η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ και στα Εργασιακά, σε μια προσπάθεια να νομοθετήσει για τις ανάγκες της μεγαλοεργοδοσίας και να ενσωματώσει ταυτόχρονα τις λαϊκές αντιδράσεις.
Οπως χαρακτηριστικά είπε χτες ο αρμόδιος υπουργός, «υπάρχουν τα κείμενα που ορίζουν το πλαίσιο της διαπραγμάτευσης» για τα Εργασιακά! Αυτά, βέβαια, δεν περιορίζονται στο μνημόνιο, αλλά επεκτείνονται σε όλα τα κείμενα στρατηγικής της ΕΕ, όπου περιγράφονται οι κατευθύνσεις των ανατροπών, με στόχο την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας του κεφαλαίου.
Σε σχετική ενημέρωση, ο Γ. Κατρούγκαλοςσημείωσε ότι η διαπραγμάτευση με τους δανειστές που θα γίνει τον ερχόμενο Σεπτέμβρη θα αφορά τρεις άξονες: Τις αλλαγές στο συνδικαλιστικό νόμο 1264/1982, το νόμο για τις ομαδικές απολύσεις και τις συλλογικές διαπραγματεύσεις.
Παράλληλα με την ατζέντα της διαπραγμάτευσης η κυβέρνηση διαμορφώνει και την προπαγανδιστική της τακτική. Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο, ο υπουργός Εργασίας αποδίδει κατά βάση στο ΔΝΤ τους σχεδιασμούς για παραπέρα μείωση των μισθών και νέες ανατροπές σε Συλλογικές Συμβάσεις και ομαδικές απολύσεις, λέγοντας ότι «το ΔΝΤ θέλει αίμα» (!)
Οταν, όμως, ρωτήθηκε χτες για το τι ακριβώς ζητάει το Ταμείο, απάντησε ότι «δεν έχουμε συγκεκριμένο κατάλογο, ξέρουμε από το παρελθόν ότι υποστηρίζει την περαιτέρω απορρύθμιση», προσθέτοντας πως «δεν έχει τεθεί με ρητό τρόπο η μείωση μισθών». Είναι φανερό ότι ο υπουργός Εργασίας προσπαθεί να θολώσει τα νερά και να κατευθύνει τις λαϊκές αντιδράσεις ενάντια στο ΔΝΤ, για να μείνει στο απυρόβλητο το κεφάλαιο και η ίδια η κυβέρνηση, που ετοιμάζεται να νομοθετήσει προς όφελός του.
Αδειανό πουκάμισο...
Κατά τ' άλλα, ο υπουργός Εργασίας απέφυγε να διευκρινίσει ακόμα και τι εννοεί η κυβέρνηση με τη γενική διατύπωση περί «επαναφοράς των συλλογικών διαπραγματεύσεων», που είναι το βασικό προπαγανδιστικό της χαρτί. Πρόκειται, βέβαια, για «αδειανό πουκάμισο», με δεδομένο ότι στο μνημόνιο προβλέπεται ρητά πως «οι αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο της αγοράς εργασίας δεν θα πρέπει να περιλαμβάνουν επιστροφή σε ρυθμίσεις του παρελθόντος που δεν συμβαδίζουν με το στόχο προώθησης βιώσιμης ανάπτυξης χωρίς αποκλεισμούς».
Γι' αυτό, άλλωστε, η κυβέρνηση δεν έχει προχωρήσει μέχρι σήμερα στην παραμικρή αλλαγή προς όφελος των εργαζομένων. Γι' αυτό δεν έχει θίξει ούτε στο ελάχιστο το νομικό αντεργατικό πλαίσιο, ενώ σε επίπεδο καθημερινής διαχείρισης το υπουργείο Εργασίας παρατηρεί ως «επιτήδειος ουδέτερος» τη σφαγή των εργατικών δικαιωμάτων στους χώρους εργασίας (απολύσεις, απληρωσιά, λουκέτα, εργοδοτική τρομοκρατία).
Προαναγγέλλει εφαρμογή του 4172/2013
Ακριβώς με τον ίδιο τρόπο η κυβέρνηση ελίσσεται και στην περίπτωση του κατώτερου μισθού και της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας. Ο υπουργός Εργασίας από τη μια εμφανίζεται να επιδιώκει την «επαναφορά» στους εργοδότες και στη ΓΣΕΕ της αρμοδιότητας για τη σύναψη της ΕΓΣΣΕ και του καθορισμού των κατώτερων μισθών και από την άλλη δεσμεύεται για την εφαρμογή του νόμου που συνέταξε η προηγούμενη κυβέρνηση, αν οι διαβουλεύσεις δεν αποδώσουν.
Οπως προέκυψε από τα λεγόμενά του, σε περίπτωση που από τη διαπραγμάτευση του Σεπτέμβρη δεν προκύψει επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων για την ΕΓΣΣΕ, τότε θα εφαρμοστεί ο νόμος 4172/2013 (ο καθορισμός του κατώτερου μισθού είναι στην αρμοδιότητα της κυβέρνησης). Για να χρυσώσει όμως το χάπι, ο Γ. Κατρούγκαλος είπε ότι αυτό θα γίνει μετά το τέλος των «προγραμμάτων», δηλαδή στο τέλος του 2018, αντί του 2017 που όριζε ο συγκεκριμένος νόμος!
Δηλαδή, ζητάει να του πουν και «μπράβο» οι εργαζόμενοι για το γεγονός ότι από το 2012 μέχρι και το 2018, για μια ολόκληρη επταετία, ο κατώτερος μισθός θα παραμείνει καθηλωμένος στα 586 και 511 ευρώ μεικτά, κάτω ακόμα και από τα όρια της φτώχειας, ενώ παραμένει άγνωστο σε ποια επίπεδα θα διαμορφωθεί μετά την έναρξη της εφαρμογής του νόμου.
Στο στόχαστρο η απεργία
Ενδεικτική για το τι πραγματικά επιδιώκει η κυβέρνηση, είναι και η στάση της στο ζήτημα της κήρυξης της απεργίας, για την οποία ο υπουργός διατύπωσε τη θέση ότι τάσσεται υπέρ της λήψης αποφάσεων «με τον πλέον δημοκρατικό τρόπο». Το πρόβλημα, βέβαια, για την κυβέρνηση δεν είναι η έκταση της «δημοκρατικότητας» με την οποία οι εργαζόμενοι αποφασίζουν συλλογικά την κήρυξη μιας απεργίας, αλλά αυτό καθ' αυτό το δικαίωμα στην απεργία, που ενοχλεί τους εργοδότες, και γι' αυτό θέλει να το περιστείλει με νέους περιορισμούς.
Αλλωστε, είναι προκλητικό να μιλάει για δημοκρατία ο εκπρόσωπος μιας κυβέρνησης στη θητεία της οποίαςσυνεχίζεται η «παράδοση» 9 στις 10 απεργίες να κρίνονται παράνομες και καταχρηστικές από τα δικαστήρια.
Μέρος της ίδιας τακτικής είναι και η φιλολογία του ίδιου του υπουργού περί «κρατικής» χρηματοδότησης των συνδικάτων, όταν είναι γνωστό ότι η χρηματοδότηση είναι οι εισφορές των εργαζομένων, στις οποίες ο εκάστοτε υπουργός Εργασίας έχει τον τελευταίο λόγο. Το πραγματικό πρόβλημα και εδώ δεν είναι η «κρατική» χρηματοδότηση, αλλά η απροκάλυπτη κρατική παρέμβαση στη λειτουργία των συνδικάτων, με την πολύμορφη στήριξη του εργοδοτικού - κυβερνητικού συνδικαλισμού.
Τέλος, σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα που έδωσε ο υπουργός Εργασίας, η επόμενη επίσκεψη της «Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων» στη χώρα μας θα γίνει στις 18 έως 20 Ιούλη, ενώ σκοπεύει στις αρχές Σεπτέμβρη να διοργανώσει για το ζήτημα των Εργασιακών διεθνές συνέδριο, με τη συμμετοχή και της Συνομοσπονδίας Ευρωπαϊκών Συνδικάτων (ΣΕΣ). Θα φέρουν, δηλαδή, το μακρύ χέρι της Κομισιόν και της μεγαλοεργοδοσίας να ...υπερασπιστεί τα δικαιώματα των εργαζομένων!

«Πάσες» στις πλάτες των εργαζομένων αντάλλαξαν, τις προάλλες, στη Γενική Συνέλευση του ΣΕΒ, ο πρωθυπουργός και οι βιομήχανοι. Ο «άτυπος» διάλογος που έγινε μέσα από τις ομιλίες του Αλ. Τσίπρα και του Θ. Φέσσα έχει ιδιαίτερη αξία, τώρα που ξεκινάει για τα καλά η διαδικασία αναθεώρησης προς το χειρότερο του Εργατικού Δικαίου.
Απ' όσα ειπώθηκαν, ξεχωρίζουμε το εξής απόσπασμα από την ομιλία του πρωθυπουργού: «Η μονομερής και (...) ακραίας νεοφιλελεύθερης προσέγγισης εμμονή στην ελαστικοποίηση της εργασίας, στη μείωση του εργατικού κόστους και στην απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, σε τελευταία ανάλυση είναι αντιπαραγωγική, καθώς λειτουργεί εις βάρος όχι μόνο των εργαζομένων, αλλά και της ίδιας της παραγωγικότητας της εργασίας».
Τα λέει αυτά ο επικεφαλής μιας κυβέρνησης που δεν κατάργησε ούτε έναν από τους αντεργατικούς νόμους των προηγούμενων, χάρη στους οποίους περισσότερες από τις μισές προσλήψεις που γίνονται σήμερα είναι μερικής απασχόλησης ή εκ περιτροπής εργασίας! Τέτοιο είναι το θράσος με το οποίο κοροϊδεύουν το λαό.
Εξίσου προκλητικό είναι, όμως, και το γεγονός ότι αυτά τα λόγια ειπώθηκαν στη Γενική Συνέλευση του ΣΕΒ, όταν συνολικά το κεφάλαιο στην Ελλάδα ανακυκλώνει με καταιγιστικούς ρυθμούς το εργατικό δυναμικό, έχοντας φτάσει σήμερα να απολύει το 60% των εργαζομένων μέσα σε ένα χρόνο! Σ' αυτά τα αστρονομικά επίπεδα έχει φτάσει η ελαστικότητα στην αγορά εργασίας, ακριβώς επειδή αυτό είναι που υπηρετεί την ανταγωνιστικότητα των επιχειρηματικών ομίλων.
Αλλωστε, όπως και ο ίδιος ομολογεί, η «έγνοια» του Αλ. Τσίπρα για την ευελιξία στην αγορά εργασίας εξαντλείται στο κατά πόσο υπηρετεί την αύξηση της παραγωγικότητας των εργαζομένων. Απ' αυτήν τη σκοπιά και μόνο επιχειρηματολόγησε στη ΓΣ του ΣΕΒ υπέρ τού να θεσπιστούν ορισμένοι «ρυθμιστικοί» κανόνες.
Αυτό, όμως, δεν σημαίνει κατάργηση της ευελιξίας, μόνιμη και σταθερή δουλειά για όλους, ανάκτηση δικαιωμάτων που χάθηκαν τα προηγούμενα χρόνια. Ούτε, βέβαια, η αναφορά του στο χαμηλό «κόστος εργασίας» σημαίνει επαναφορά του κατώτερου μισθού στα 751 ευρώ, αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και των όρων που περιέχονταν στις κλαδικές συμβάσεις του 2009.
Αντίθετα, η κυβέρνηση σχεδιάζει τη νέα επίθεση στα Εργασιακά με οδηγό τις «βέλτιστες πρακτικές» της ΕΕ, όπως αυτές στη Γαλλία, παρουσιάζοντας μάλιστα ως συμμάχους τους εργοδότες. Ποιους δηλαδή; Αυτούς που, μέσω του προέδρου του ΣΕΒ, ζήτησαν την καθιέρωση «σύγχρονων εργασιακών σχέσεων», αναθεώρηση του συνδικαλιστικού νόμου και «διασφάλιση της σωστής λειτουργίας του θεσμού της διαιτησίας, για να αποφύγουμε μισθολογικές υπερβολές και πισωγυρίσματα».
Ειδικά για το συνδικαλιστικό νόμο, η επιμονή της εργοδοσίας είναι μεγάλη και ο Θ. Φέσσας δεν έκανε καμιά προσπάθεια για να την κρύψει. Γι' αυτό έφερε ως παράδειγμα τις απεργίες των λιμενεργατών, που φέρνουν στην επιφάνεια τις «παρενέργειες» του συνδικαλιστικού νόμου «σε κρίσιμες δραστηριότητες, όπως στα λιμάνια που παραλύουν το τελευταίο διάστημα και απειλούν την κρουαζιέρα».
Η μεγαλύτερη πίεση που μπορούν να ασκήσουν οι εργαζόμενοι στο κεφάλαιο, παλεύοντας για τις δικές τους διεκδικήσεις, είναι το εμπόδισμα της αναπαραγωγής των κερδών τους, η παρέμβαση στην καρδιά της παραγωγής και αυτό εκφράζεται με την απεργία. Γι' αυτό, κεφάλαιο, κυβέρνηση και ΕΕ συζητάνε ανοιχτά πλέον τη νομοθέτηση επιπλέον μέτρων, που θα δρουν παραλυτικά στην προσπάθεια των σωματείων να αποφασίσουν και να οργανώσουν απεργιακούς αγώνες.

«Ο κύβος ερρίφθη» για τους εργαζόμενους. Τα χαρτιά στο τραπέζι ανοίγουν σιγά σιγά και δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι το φθινόπωρο πάμε σε μια εφ' όλης της ύλης αναμέτρηση για τα Εργασιακά. Η περίοδος που διανύουμε πρέπει να αξιοποιηθεί για την καλύτερη οργάνωση και προετοιμασία του αγώνα, με ευθύνη των συνδικάτων και του κάθε εργαζόμενου ξεχωριστά.


Την πάγια θέση του ΚΚΕ για απλή αναλογική, ανόθευτη και άδολη, χωρίς μπόνους, χωρίς πλαφόν και χωρίς άλλα ζητήματα τα οποία θα οδηγούν σε παραβίαση της θέλησης του ελληνικού λαού, όπως αυτή αποτυπώνεται σε κάθε εκλογική αναμέτρηση, επανέλαβε ο ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ Δημήτρης Κουτσούμπας στον πρωθυπουργόΑλ. Τσίπρα, κατά τη συνάντηση που είχαν σήμερα Πέμπτη το μεσημέρι στο Μέγαρο Μαξίμου, στο πλαίσιο των συναντήσεων του πρωθυπουργού με τους αρχηγούς των πολιτικών κομμάτων με αντικείμενο τον εκλογικό νόμο και τη συνταγματική αναθεώρηση.  
Στο βίντεο μπορείτε να παρακολουθήσετε τις δηλώσεις που έκανε ο Δ. Κουτσούμπας μετά το τέλος της συνάντησης με τον Αλ. Τσίπρα. 

Οι ομιλίες του πρωθυπουργού Αλ. Τσίπρα και του προέδρου της ΝΔ Κ. Μητσοτάκη στην ετήσια Γενική Συνέλευση του ΣΕΒ, με διαφορά λίγων ωρών, ήταν αποκαλυπτικές της στρατηγικής τους σύμπλευσης στο στόχο της ανάκαμψης των κερδών του κεφαλαίου. Ενώπιον των βιομηχάνων διαγκωνίστηκαν για το ποιος μπορεί να ικανοποιήσει καλύτερα τις στρατηγικές επιδιώξεις τους, παραπλανώντας το λαό ότι θα ωφεληθεί από μια τέτοια εξέλιξη. Χειραγωγώντας τον, δηλαδή, στα προτάγματα της αστικής τάξης, απολύτως εχθρικά προς τα δικά του συμφέροντα. Μάλιστα, στο σημείο αυτό συνέπεσαν ακόμα και στη φρασεολογία, αναγνωρίζοντας τη σημασία που το κεφάλαιο αποδίδει στην ικανότητα του πολιτικού του προσωπικού να χειρίζεται τις λαϊκές αντιδράσεις, χειραγωγώντας το λαό.
Την ίδια ώρα που αμφότεροι έταζαν ανέξοδα και αναίσχυντα στο λαό μέρισμα απ' τα κέρδη, προανήγγειλαν την κλιμάκωση της επίθεσης στα λαϊκά δικαιώματα, που είναι προαπαιτούμενο για την επίτευξη του στόχου της ανάκαμψης της καπιταλιστικής κερδοφορίας. Γι' αυτό, άλλωστε, η πολιτική της κυβέρνησης έχει το ίδιο αντιλαϊκό πρόσημο με αυτή των προηγούμενων. Μαζί εξάλλου ψήφισαν στη Βουλή το 3ο μνημόνιο, που αποτυπώνει τις επιταγές του κεφαλαίου, οι οποίες είναι για δαύτους «Ευαγγέλιο».
Για τον ίδιο λόγο, ενώπιον των βιομηχάνων έκλιναν σε όλες τις πτώσεις τη λέξη «μεταρρυθμίσεις» ως αναγκαίες για να υπάρξει και να σταθεροποιηθεί η ανάκαμψη, παραπέμποντας σε νέες ανατροπές αυτή τη φορά σε εργασιακά και συνδικαλιστικά δικαιώματα, που είναι το «κυρίως πιάτο» της δεύτερης «αξιολόγησης» του φθινοπώρου.
Η ταύτισή τους έβγαζε μάτι ακόμα και σε επίπεδο φρασεολογίας. Ο Κυρ. Μητσοτάκης υποστήριξε ότι «πάνω απ' όλα, όμως, αναμένω να συμπράξετε με τους εργαζόμενους για την επίτευξη όλων όσων ανέφερα (σ.σ. αναθέρμανση της εγχώριας καπιταλιστικής οικονομίας κ.λπ.). Είναι απαραίτητο να εμπεδωθεί ότι το συμφέρον εργαζομένων - επιχειρηματιών είναι κατά βάση κοινό».
Λίγο αργότερα, απ' το ίδιο βήμα, ο Αλ. Τσίπρας αναφωνούσε πως «δεν θα πρέπει να λησμονούμε ότι για την επιτυχία προγραμμάτων, ισχύ αξιώματος έχει η αποδοχή τους από το κοινωνικό σύνολο για να επιτυγχάνεται κοινωνική συνοχή» και αναπαρήγαγε ότι «τούτη την ώρα έχουμε έναν κοινό στόχο και ένα κοινό συμφέρον, την έξοδο από την κρίση».
Κατά τα λοιπά, ο Αλ. Τσίπρας εξέθεσε τα πεπραγμένα της κυβέρνησης προς όφελος του κεφαλαίου: Νέος «αναπτυξιακός νόμος», διάφορα χρηματοδοτικά εργαλεία για την ενίσχυση της ρευστότητας, ολοκλήρωση της πρώτης «αξιολόγησης», που επιτρέπει στις τράπεζες να αποκτήσουν πρόσβαση σε φτηνά προγράμματα δανεισμού και να τα επεκτείνουν στις επιχειρήσεις, ξεμπλοκάρισμα μεγάλων έργων κ.ά. Δεσμεύτηκε ότι η κυβέρνηση έκανε και κάνει «όλα τα απαραίτητα βήματα για την επανεκκίνηση της αναπτυξιακής διαδικασίας» και την προσέλκυση επενδύσεων και πως όπου να 'ναι ανοίγουν οι κρουνοί ρευστού για τη στήριξη της κερδοφορίας τους.
Είχε προηγηθεί ο Κ. Μητσοτάκης, με τη δέσμευση: «...Για επίτευξη ετήσιου ρυθμού ανάπτυξης 4% από το 2018 και μετά (...) Για να πετύχουμε αυτόν το στόχο, είναι απαραίτητο να κάνουμε μια στροφή προς τη συστηματική στήριξη της επιχειρηματικότητας και την προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων. Εφαρμόζοντας την αρχή "λιγότεροι φόροι - μικρότερες δαπάνες"».
Παραμυθιάζοντας και οι δύο το λαό, ισχυρίστηκαν ο Κ. Μητσοτάκης ότι «δεν μπορεί ο λαός να είναι συμμέτοχος μόνο στις ζημίες. Οι εργαζόμενοι, οι συνταξιούχοι θα πρέπει να έχουν μερίδιο και στα κέρδη της ανάπτυξης» και ο Αλ. Τσίπρας ό,τι «...στην αύξηση του παραγόμενου πλούτου, διότι αυτός πρέπει να είναι ο στόχος και από κει και πέρα, βεβαίως, αυτός ο πλούτος να διαχυθεί δίκαια στο σύνολο της κοινωνίας»...
Το μέρισμα στα κέρδη είναι για το λαό ότι το τυράκι στη φάκα για τα ποντίκια. Φάκα στην οποία οι εργαζόμενοι, ο λαός δεν πρέπει να πιαστούν για άλλη μια φορά.

MKRdezign

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Από το Blogger.
Javascript DisablePlease Enable Javascript To See All Widget