Οι παρεμβάσεις του Κυρ. Μητσοτάκη στη ΔΕΘ, μία βδομάδα μετά τις αντίστοιχες παρεμβάσεις του Αλ. Τσίπρα από το ίδιο βήμα, ήρθαν να επιβεβαιώσουν τόσο την αντιλαϊκή στρατηγική σύμπλευση κυβέρνησης και ΝΔ γύρω από τους στόχους του κεφαλαίου για ανάκαμψη της κερδοφορίας και της ανταγωνιστικότητάς του, όσο και την κοινή τους προσπάθεια να στρατεύσουν το λαό πίσω από αυτούς τους ξένους στόχους, ισχυριζόμενοι ότι τάχα κάτι έχει να κερδίσει και αυτός από την επίτευξή τους.
Στην περιβόητη «δίκαιη ανάπτυξη», που λανσάρει η κυβέρνηση, ο Κυρ. Μητσοτάκης «απάντησε» με τη... «συμμετοχική ανάπτυξη». Επιστρατεύουν αμφότεροι, δηλαδή, διάφορα καλλωπιστικά επίθετα, προκειμένου να συσκοτίσουν την αλήθεια: Οτι η καπιταλιστική ανάκαμψη έχει ως «προαπαιτούμενα» τη μονιμοποίηση όλου του αντεργατικού - αντιλαϊκού πλαισίου που προωθήθηκε στα χρόνια της κρίσης, την ακόμα πιο φθηνή εργατική δύναμη και την αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης, την προώθηση στρατηγικών στόχων της ελληνικής αστικής τάξης που εμπλέκουν το λαό σε επικίνδυνους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς.
Χαρακτηριστικό για την πρεμούρα τους να προωθηθούν τάχιστα οι αντιλαϊκές αναδιαρθρώσεις είναι το γεγονός ότι την ίδια ώρα που ο πρόεδρος της ΝΔ ψέγει την κυβέρνηση γιατί «καθυστερεί» την ολοκλήρωση των «αξιολογήσεων» του μνημονίου, στον δικό του «οδικό χάρτη» ο πρωθυπουργός προτάσσει ως «πρώτο βήμα της αμέσως επόμενης περιόδου» το «να κλείσει σύντομα η δεύτερη αξιολόγηση», η οποία περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τα νέα χτυπήματα στα Εργασιακά...
Στους «οδικούς χάρτες» που παρουσίασαν από το βήμα της ΔΕΘ, υιοθετώντας ακόμα και το ίδιο ακριβώς λεξιλόγιο, ο πρωθυπουργός και ο πρόεδρος της ΝΔ επιβεβαίωσαν την απόλυτη προσήλωσή τους στους κεντρικούς στόχους που θέτει η ελληνική αστική τάξη.
Μίλησαν και οι δύο:
-- Για μείωση των στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσματα και «ελάφρυνση» του κρατικού χρέους, όχι βέβαια για την αναπλήρωση των τεράστιων απωλειών του λαού, αλλά προκειμένου να διασφαλιστεί ο περιβόητος «δημοσιονομικός χώρος» για ακόμα μεγαλύτερη κρατική στήριξη του κεφαλαίου, την ώρα που η όποια «ρύθμιση» των παραπάνω θα συνοδευτεί με νέα αντιλαϊκά μέτρα.
-- Για τη δημιουργία προϋποθέσεων για «επιστροφή στις αγορές κεφαλαίου», δηλαδή για «φρέσκο» δανεισμό του αστικού κράτους για λογαριασμό του κεφαλαίου, με νέα χρέη να φορτώνονται στην πλάτη του λαού.
-- Για νέα φορολογικά «κίνητρα» υπέρ του μεγάλου κεφαλαίου και διασφάλιση της «ρευστότητάς» του. Στις αναφορές Τσίπρα, για τις φοροαπαλλαγές του νέου «αναπτυξιακού νόμου» και τα διάφορα «χρηματοδοτικά εργαλεία» που συγκεντρώνει η κυβέρνησή του, για να φουσκώνει τις τσέπες του κεφαλαίου, ήρθε να «απαντήσει» ο Κυρ. Μητσοτάκης με εξαγγελίες για νέες μειώσεις φορολογικών συντελεστών στα κέρδη και τα μερίσματα των επιχειρηματικών ομίλων, νέα «στοχευμένα» φορολογικά κίνητρα προς τα μονοπώλια κ.ο.κ.
Οπως είναι φυσικό, στο πλαίσιο της πλήρους ταύτισής τους με τις αντιλαϊκές προτεραιότητες του κεφαλαίου, ο διαγκωνισμός τους αφορά το ποιος από τους δύο μπορεί να την υπηρετήσει καλύτερα: Ποιος «πιστεύει» περισσότερο τις αντιλαϊκές αναδιαρθρώσεις, δηλαδή ποιος μπορεί να τις υλοποιήσει πιο αποφασιστικά, ποιος είναι καταλληλότερος, πιο «αξιόπιστος» να «παζαρέψει» τους στόχους της ελληνικής αστικής τάξης με τους «εταίρους» της.
Από κει και πέρα, σε ό,τι αφορά το λαό, πέρα από τα διάφορα ψίχουλα που του τάζουν, περί... «αντιμετώπισης της ανθρωπιστικής κρίσης» και... «κοινωνικού μερίσματος σε όσους έχουν ανάγκη», για τη διαχείριση της ακραίας φτώχειας, δηλαδή, που δημιουργεί η πολιτική τους, κυβέρνηση και ΝΔ προχωρούν σε διάφορα κόψε - ράψε στα αντιλαϊκά μέτρα (στο μείγμα αύξησης των χαρατσιών και μείωσης κονδυλίων για λαϊκές ανάγκες), με βασικό κριτήριο το τι θα είναι πιο «αποδοτικό» για τους στόχους του κεφαλαίου.
Αμφότεροι, μάλιστα, τσακώνονται μεταξύ τους για το πόσο «κοστολογημένες» είναι οι προτάσεις τους, καλώντας ουσιαστικά το λαό να υιοθετήσει ως κριτήριο τις «αντοχές» της καπιταλιστικής οικονομίας.
Ο δρόμος, όμως, της πραγματικής διεξόδου για τους εργαζόμενους και το λαό μπορεί να ανοίξει μόνο αν οργανώσουν την αντεπίθεσή τους, με κριτήριο την ανάκτηση των τεράστιων απωλειών τους και την ικανοποίηση των σύγχρονων εργατικών - λαϊκών αναγκών τους, οι οποίες και είναι διαμετρικά αντίθετες με τις ανάγκες του κεφαλαίου.