Κάθε φορά που ένας εργαζόμενος χάνει τη ζωή του στο μεροκάματο, όπως έγινε χτες το πρωί στην πλατεία Βικτωρίας, η μόνιμη επωδός αρμόδιων και αναρμόδιων είναι πως «φταίει η κακιά η ώρα».
Μετά, ξεκινάει ο επιμερισμός των ευθυνών. Από τις οποίες, σχεδόν πάντα, μένει απ' έξω η εργοδοσία και πολύ περισσότερο το κράτος, οι μηχανισμοί του, η κυβέρνηση και η πολιτική της.
Στις περισσότερες των περιπτώσεων, η ευθύνη καταλήγει στους εργαζόμενους που εμπλέκονται σε ένα εργατικό «ατύχημα». Ακόμα και στα ίδια τα θύματα! Άπειρα παραδείγματα μπορεί να αντλήσει κανείς από τα ρεπορτάζ του «Ριζοσπάστη».
Όπως και στην περίπτωση χτες του θανάτου της 38χρονης λογίστριας, η κυβέρνηση μοιράζει απλόχερα τα συλλυπητήρια, το ίδιο και η εργοδοσία.
Οι υπηρεσίες θα βγάλουν το πόρισμα για τις «τεχνικές» λεπτομέρειες του «ατυχήματος», θύματα και συγγενείς θα μπλέξουν σε μια πολυδαίδαλη και χρονοβόρα δικαστική διαμάχη.
Γρήγορα, όλα θα ξεχαστούν. Μέχρι το επόμενο θανατηφόρο «ατύχημα». Αλήθεια, ποιος θυμάται τι έγινε με τους τέσσερις νεκρούς μεταλλεργάτες στα ΕΛΠΕ, στις 8 Μάη 2015;
Τα ερωτήματα για το χτεσινό «ατύχημα» στα «Everest» της πλατείας Βικτωρίας είναι πολλά.
Η εργοδοσία δεν μπήκε στον κόπο να κλείσει το κατάστημα τις ώρες που απαιτούνταν για να ολοκληρωθεί η εργασία με τη χρήση φλόγας, προφανώς για να μην χάσει κέρδη. Σημειώνουμε ότι το συγκεκριμένο κατάστημα, όπως και πολλά ακόμα της ίδιας αλυσίδας, είναι 24ωρου λειτουργίας.
Ούτε καν το υπόγειο δεν εκκενώθηκε, όπως αποδείχτηκε από το θάνατο της λογίστριας, που δούλευε δίπλα στον τεχνικό.
Για να μη ρωτήσουμε ποια υπηρεσία και ποιος φορέας είναι αρμόδιος να αδειοδοτεί και να ελέγχει τέτοιες εργασίες, που έχουν μεγάλο βαθμό επικινδυνότητας και γίνονται σε κατοικημένη περιοχή. Υπάρχει όμως και κάτι που στέκεται πάνω απ' όλα αυτά και «ακουμπάει» την ουσία του ζητήματος. Η ξέφρενη «κούρσα» για την ανάκαμψη των κερδών των επιχειρηματικών ομίλων, της ανταγωνιστικότητας έχει θύματα και τις εργατικές - λαϊκές ανάγκες, αλλά ακόμα και τη ζωή των ίδιων των εργαζομένων.
Η «ανεμπόδιστη επιχειρηματική δράση», δηλαδή η κερδοφορία των καπιταλιστικών επιχειρήσεων, αυτή που υπηρετεί πιστά η σημερινή κυβέρνηση, όπως και οι προηγούμενες, πολλαπλασιάζει τους κινδύνους για τη ζωή και την ασφάλεια των εργαζομένων στους τόπους δουλειάς.
Δεν χρειάζεται να πάμε μακριά. Τις μέρες αυτές συζητιέται στη Βουλή ένα νομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης, με τον τίτλο «Νέο θεσμικό πλαίσιο για την άσκηση οικονομικής δραστηριότητας και άλλες διατάξεις».
Σ' αυτό, περιέχονται διατάξεις που καταργούν στοιχειώδεις ελέγχους από τις αρμόδιες κρατικές αρχές και προϋποθέσεις για να ξεκινήσει τη λειτουργία της μια επιχείρηση, ή τις αναθέτουν σε ιδιώτες.
Δηλαδή, το κεφάλαιο θα «ελέγχει» το κεφάλαιο, αν για παράδειγμα τηρούνται περιβαλλοντικοί και άλλοι όροι, αν είναι πλήρη και επαρκή τα συστήματα πυρασφάλειας και άλλα. Και την ίδια ώρα, οι ελεγκτικοί μηχανισμοί όπως το ΣΕΠΕ, απογυμνώνονται από μέσα και προσωπικό, αδυνατούν να κάνουν ουσιαστικούς ελέγχους.
Όλα αυτά αποτελούν απαραίτητο συμπλήρωμα της κατοχύρωσης και επέκτασης της ευελιξίας στην αγορά εργασίας, της κατάργησης του ωραρίου λειτουργίας, που πολλές φορές άλλο φαίνεται στα χαρτιά και άλλο στην πραγματικότητα δουλεύεται, την εντατικοποίηση της εργασίας, αυξάνοντας τους κινδύνους για τέτοιου είδους «ατυχήματα».
Να, λοιπόν, γιατί δεν φταίει η «κακιά η ώρα» για τους σκοτωμένους και σακατεμένους εργαζόμενους. Και το ανάθεμα στους πραγματικούς φταίχτες δεν φτάνει για να υπάρξει στοιχειώδης προστασία στους χώρους δουλειάς.
Χρειάζεται οργάνωση στα συνδικάτα και ανάδειξη των μέτρων προστασίας στους χώρους δουλειάς σε βασικό μέτωπο πάλης από το εργατικό - συνδικαλιστικό κίνημα. Χρειάζεται ταξικός αγώνας ενάντια στο σύστημα της εκμετάλλευσης, που δεν διστάζει να θυσιάσει ακόμα και την ανθρώπινη ζωή στο βωμό της καπιταλιστικής κερδοφορίας.