02/20/15
20ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΟΥ ΚΚΕ ΑΓΡΟΤΕΣ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ ΑΝΕΛ ΑΝΕΡΓΙΑ ΑΝΤΑΡΣΥΑ ΑΝΤΙΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΣ ΑΠΕΡΓΙΑ ΑΠΟΨΕΙΣ ΑΡΘΡΑ ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΠΛΑΤΦΟΡΜΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟ ΑΥΤΟΑΠΑΣΧΟΛΟΥΜΕΝΟΙ ΒΙΝΤΕΟ ΒΙΟΜΗΧΑΝΟΙ ΒΟΥΛΗ ΓΑΛΛΙΑ ΓΥΝΑΙΚΑ Δ.Ν.Τ. ΔΑΝΕΙΑ ΔΑΝΙΑ ΔΕΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΣΥΜΠΑΡΑΤΑΞΗ ΔΗΜΟΣ ΠΑΤΡΩΝ ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑ ΔΙΕΘΝΗ ΔΙΚΕΣ ΕΒΕ ΕΕΔΥΕ ΕΙΡΗΝΗ ΕΚΛΟΓΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ 2015 ΕΝΩΣΗ ΚΕΝΤΡΟΥ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΤΑΞΗ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΑΤΥΧΗΜΑ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΩΤΗΣΗ-ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΕΥΡΩΒΟΥΛΗ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΕΝΩΣΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΗΠΑ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ ΙΔΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΙΡΑΚ ΙΡΑΝ ΙΣΛΑΜΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΚΟΥΛΙΔΗΣ ΚΑΝΕΛΛΗ ΛΙΑΝΑ ΚΕΝΤΡΟΑΡΙΣΤΕΡΑ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ ΚΚΕ ΚΝΕ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ ΚΟΜΕΠ ΚΟΜΙΣΙΟΝ ΚΟΜΜΑΤΑ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΑ ΚΟΜΜΑΤΑ ΚΟΥΑΡΤΕΤΟ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΛΑΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΛΑΙΚΗ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΗ ΛΕΒΕΝΤΗΣ ΜΑΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΜΟΥΣΙΚΗ ΜΠΛΟΚΑ ΑΓΡΟΤΩΝ ΜΠΟΓΙΟΠΟΥΛΟΣ Ν.Δ ΝΑΤΟ ΝΕΟΛΑΙΑ ΝΕΟΝΑΖΙ ΟΑΕΔ ΟΓΕ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΕΣ ΟΠΟΡΤΟΥΝΙΣΜΟΣ ΟΤΑ ΟΥΚΡΑΝΙΑ ΠΑΙΔΕΙΑ ΠΑΜΕ ΠΑΣΕΒΕ ΠΑΣΟΚ ΠΑΣΥ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ ΠΟΕ-ΟΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΠΟΤΑΜΙ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ ΡΩΣΙΑ ΣΕΒ ΣΕΡΒΙΑ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΣΥΛΛΑΛΗΤΗΡΙΟ ΣΥΝΟΔΟ ΚΟΡΥΦΗΣ Ε.Ε. ΣΥΝΤΑΞΙΟΥΧΟΙ ΣΥΡΙΑ ΣΥΡΙΖΑ ΣΧΟΛΙΑ ΤΟΠΙΚΑ ΝΕΑ ΤΟΠΙΚΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ ΤΟΥΡΚΙΑ ΤΡΑΜΠΟΥΚΙΣΜΟΙ ΤΡΟΜΟΚΤΑΤΙΑ ΤΣΙΠΟΥΡΟ ΥΓΕΙΑ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΝΕ-ΟΔΗΓΗΤΗ ΦΤΩΧΕΙΑ ΧΙΟΜΟΥΡΙΣΤΙΚΑ ΒΙΝΤΕΟ ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ TV

Στο σημερινό Eurogroup θα ληφθούν οι αποφάσεις επί του αιτήματος της ελληνικής κυβέρνησης για εξάμηνη παράταση της δανειακής σύμβασης.
Τα παζάρια στην Ομάδα Εργασίας (Euroworking Group) που προετοιμάζει τις συνεδριάσεις του Eurogroup, ολοκληρώθηκαν αργά το βράδυ της Πέμπτης.
Η συνεδρίαση του Euroworking Group δεν κατέληξε σε αποφάσεις, αλλά σύμφωνα με διπλωματικές πηγές υπάρχουν ενδείξεις προόδου. Οι ίδιες πηγές υποστηρίζουν ότι δεν φαίνεται να υπάρχει αδιέξοδο και ότι οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης, θα κατευθυνθούν προς μία λύση που φαίνεται να μπορεί να γίνει αποδεκτή από το σύνολο των χωρών-μελών της ζώνης του ευρώ.
Πάντως αξιωματούχοι της Ευρωζώνης τόνισαν ότι προς το παρόν δεν υπάρχει τελικό αποτέλεσμα και ότι τα πάντα θα κριθούν στο Eurogroup.
Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ προσέρχεται σε αυτά τα ενδοαστικά παζάρια, έχοντας δεσμευτεί για «δημοσιονομική ισορροπία», για επίτευξη των στόχων του προϋπολογισμού του 2015, για πρωτογενή πλεονάσματα, για συνέχιση των ιδιωτικοποιήσεων, για «σαρωτικές μεταρρυθμίσεις», δηλαδή για όλα αυτά που ματώνουν το λαό.
Μαίνονται οι ενδοιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί
Το απόγευμα της Πέμπτης ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας είχε τηλεφωνική επικοινωνία με την καγκελάριο της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ. Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές η συνομιλία «έγινε σε θετικό κλίμα και στην κατεύθυνση μιας αμοιβαίας επωφελούς λύσης για την Ελλάδα και την Ευρωζώνη».
Ο Αλέξης Τσίπρας επικοινώνησε τηλεφωνικά και με τον Γάλλο πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ, ο οποίος φέρεται να του είπε ότι θα βοηθήσει την ελληνική κυβέρνηση και θα συζητήσει το θέμα στη συνάντηση που θα έχει με την Άνγκελα Μέρκελ.
Στη συνεδρίαση του Euroworking Group η γερμανική κυβέρνηση προσήλθε με ένα έγγραφο θέσεων το οποίο χαρακτήριζε το αίτημα της ελληνικής κυβέρνησης ως «Δούρειο Ίππο» για να εξασφαλιστεί μια χρηματοδοτική γέφυρα, χωρίς ξεκάθαρες δεσμεύσεις για την επιτυχημένη ολοκλήρωση του τρέχοντος προγράμματος.




902.gr Κατηγορία: 

Οπως προκύπτει από τα υλικά που δόθηκαν την Τετάρτη στη δημοσιότητα, στην τελευταία συνεδρίαση του Γιούρογκρουπ, ο υπουργός Οικονομικών, Γ. Βαρουφάκης, εξήγησε στους ομολόγους του ότι ένας από τους λόγους που η ελληνική κυβέρνηση δε θέλει να δεχθεί τη φράση «παράταση του τρέχοντος προγράμματος και επιτυχής ολοκλήρωσή του» (την ίδια ώρα, βέβαια, που δέχεται την παράταση της δανειακής σύμβασης, άρα και του πυρήνα του μνημονίου), είναι ότι η συγκυβέρνηση «φοβάται» ότι έτσι «θα χάσουμε την υποστήριξη του λαού μας και σαν αποτέλεσμα θα είναι να γίνει πολύ δύσκολο πλέον να μεταρρυθμιστεί η χώρα». Αλήθεια, αν ήταν όντως τόσο φιλολαϊκές - όπως λέει όλη την ώρα - οι «μεταρρυθμίσεις» που σκοπεύει να προωθήσει η συγκυβέρνηση, γιατί φοβάται για απώλεια της λαϊκής στήριξης; Δε θα έπρεπε η υλοποίηση αυτών των «φιλολαϊκών μεταρρυθμίσεων» να αυξάνει τη λαϊκή υποστήριξη στην κυβέρνηση;
Είναι απλό το ζήτημα: Ξέρουν πολύ καλά ότι οι αναδιαρθρώσεις για τη στήριξη της καπιταλιστικής ανάκαμψης είναι αντικειμενικά αντιλαϊκές και γνωρίζουν πολύ καλά ότι θα έχουν δυσκολίες να τις κάνουν πράξη αν χάσουν ως κυβέρνηση τόσο γρήγορα το «φιλολαϊκό» φερετζέ τους. Αυτό προσπαθούν να εξηγήσουν στους «εταίρους»: Παζαρεύουν τη σημασία που έχει συνολικά για το κεφάλαιο η ικανότητά τους να στοιχίζουν το λαό πίσω από στόχους ξένους προς αυτόν...

Σε δύο «άξονες» κινήθηκε η χτεσινή παρέμβαση της αναπληρώτριας υπουργού για την καταπολέμηση της ανεργίας, Ράνιας Αντωνοπούλου, σε τηλεοπτική εκπομπή. Ο πρώτος είναι η συνέχιση από τη νέα συγκυβέρνηση των ενεργητικών πολιτικών για την απασχόληση, όπως τις παρέλαβε από τη συγκυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ και τις προηγούμενες κυβερνήσεις. Οπως είπε η αναπληρώτρια υπουργός, «παίρνουμε τη σκυτάλη από την προηγούμενη κυβέρνηση, συνεχίζουμε το έργο που προϋπάρχει για τις ενεργητικές πολιτικές για την απασχόληση».
Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι, ανεξάρτητα από το ποια μορφή θα παίρνουν κάθε φορά τα κυβερνητικά προγράμματα για την ανεργία, προτεραιότητα παραμένει η επιδότηση των επιχειρήσεων για να απασχολούν ανέργους και όχι βέβαια η επιδότηση των ανέργων, πολύ περισσότερο η ουσιαστική στήριξή τους, καθώς είναι οι τελευταίοι που ευθύνονται για το γεγονός ότι βρίσκονται εκτός παραγωγής. Αρα, καμιά ελπίδα δεν πρέπει να τρέφουν οι άνεργοι ότι θα αυξηθεί το επίδομα ή οι δικαιούχοι, που σήμερα είναι ελάχιστοι.
Η πραγματικότητα αυτή αντικατοπτρίζεται και στον προϋπολογισμό του ΟΑΕΔ για το 2015. Σ' αυτόν, η δαπάνη για τα επιδόματα των ανέργων είναι μειωμένη σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά και έτσι ανοίγει ο δρόμος είτε για παραπέρα μείωση του αριθμού των δικαιούχων, είτε για παραπέρα μείωση του πενιχρού επιδόματος. Την ίδια στιγμή, το κονδύλι το οποίο πηγαίνει στις επιχειρήσεις, μέσω των προγραμμάτων που προωθούν την «ευελιξία» στην εργασία, κατέχει ένα σημαντικό (και αυξανόμενο) μερίδιο των εξόδων του.
Συγκεκριμένα, ο προϋπολογισμός του ΟΑΕΔ για το 2015 προβλέπει μόλις 992 εκ. ευρώ για επιδόματα, που αντιστοιχούν στο 33,7% των εσόδων του. Δηλαδή, μόλις το 1 στα 3 ευρώ που έχει έσοδα ο Οργανισμός κατευθύνεται προς τους ανέργους. Την ίδια στιγμή, τα λεγόμενα «προγράμματα απασχόλησης», που κατά κύριο λόγο κατευθύνονται προς τις επιχειρήσεις, καταβροχθίζουν 600 εκατομμύρια ευρώ, δηλαδή το 22,37% των συνολικών του δαπανών. Φαίνεται ότι αυτό το σκέλος θέλουν να μεγαλώσουν.
***
Ετσι, ο δεύτερος άξονας στον οποίο κινήθηκε, ήταν η αναθεώρηση αυτών των προγραμμάτων, κυρίως όσων χρηματοδοτούνται από τα ΕΣΠΑ, προκειμένου να προσαρμοστούν καλύτερα στις ανάγκες των επιχειρήσεων. Δεν είναι τυχαίο, όπως αποκάλυψε η ίδια, ότι το ΙΟΒΕ, το ερευνητικό ίδρυμα του ΣΕΒ, έχει εκπονήσει μελέτη για την αποτελεσματικότητα των προγραμμάτων στο πλαίσιο των ενεργητικών πολιτικών για την απασχόληση και μ' αυτό το θέμα θα γινόταν χτες σύσκεψη στο υπουργείο.
Οι βασικές «ενστάσεις» που αφορούν στα υπάρχοντα προγράμματα, όπως τις ανέλυσε η αν. υπουργός, είναι η μικρή διάρκεια της απασχόλησης και η διασπορά των ευρωπαϊκών κονδυλίων σε δράσεις κατάρτισης, που δεν θεωρούνται αναγκαίες από τη συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρηματικών ομίλων.
Από εδώ προκύπτουν δύο βασικά συμπεράσματα: Ακόμα κι αν η σημερινή κυβέρνηση αυξήσει το χρόνο της απασχόλησης, μέσω ορισμένων προγραμμάτων από τους πέντε στους οκτώ, ή στους εννιά μήνες, αυτό δε θα γίνει για να έχει ο άνεργος δουλειά για περισσότερο χρόνο, αλλά για να είναι πιο αποδοτικός για τον εργοδότη του.
Οπως είπε η αναπληρωτής υπουργός, το ΙΟΒΕ διαπιστώνει ότι «είναι πολύ μικρό το διάστημα των πέντε μηνών για να αποδώσει ο εργαζόμενος» και ότι «χρειάζονται τουλάχιστον οκτώ μήνες». Σε κάθε περίπτωση, η κυβέρνηση, όπως και οι προηγούμενες, λέει στον άνεργο να ξεχάσει κάθε προοπτική για σταθερή και μόνιμη δουλειά με πλήρη δικαιώματα και παζαρεύει τη διάρκεια μόνο του διαστήματος που μεσολαβεί ανάμεσα σε δύο περιόδους ανεργίας, κι αυτό με βάση το συμφέρον των εργοδοτών!
***
Το δεύτερο συμπέρασμα είναι ότι η εργοδοσία ζητάει μεγαλύτερο μέρος από τα κονδύλια που διατίθενται μέσω του ΟΑΕΔ και του ΕΣΠΑ για τις ενεργητικές πολιτικές. Σήμερα, εφτά στα δέκα ευρώ από αυτά τα προγράμματα πάνε στην κατάρτιση. Σύμφωνα με την Ράνια Αντωνοπούλου, οι εργοδότες ζητάνε να καταρτίζονται οι άνεργοι μέσα στις επιχειρήσεις για μικρό διάστημα και μετά να περνούν στην παραγωγή, όπου θα προσφέρουν κοψοχρονιά την εργατική τους δύναμη και βέβαια θα αξιοποιούνται σαν μοχλός πίεσης για τη μείωση συνολικά των μισθών και των δικαιωμάτων στην επιχείρηση και στον κλάδο.
«Η εξειδίκευση δε θα λύσει το πρόβλημα της ανεργίας (...) το πρόβλημα είναι η ζήτηση. Αρα χρειάζεται επαναπροσδιορισμός της κατανομής των πόρων σε συνεργασία με τις επιχειρήσεις», είπε η αναπληρώτρια υπουργός, μεταφέροντας το κλίμα της συνάντησης που είχε πρόσφατα με τους βιομήχανους της Βόρειας Ελλάδας.
Κατά τα άλλα, συνέδεσε τη μείωση της ανεργίας με την καπιταλιστική ανάπτυξη, που χρειάζεται επενδύσεις, για να πει ότι «ο δημόσιος τομέας πρέπει να κάνει το ξεκίνημα για να τονώσουμε τον ιδιωτικό τομέα». Να ρίξει χρήμα, δηλαδή, το κράτος για να «ανοίξουν οι δουλειές» και να κάνουν επενδύσεις οι ιδιώτες, με επιδοτούμενο μάλιστα ακόμα και το λεγόμενο «κόστος εργασίας». Αυτός είναι ο λόγος που ο ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει τη απομείωση του χρέους, και όχι βέβαια για να εξασφαλίσει καλύτερες συνθήκες ζωής για το λαό.
Εργαζόμενοι και άνεργοι δεν έχουν τίποτα να περιμένουν από την πολιτική της συγκυβέρνησης, που μόνη της ομολογεί ότι είναι συνέχεια της προηγούμενης και φιλοδοξεί να προσαρμοστεί καλύτερα στις σύγχρονες ανάγκες των επιχειρήσεων.

Με μια μακροσκελή ανακοίνωση, ο πρώην υπουργός Εργασίας, Γ. Βρούτσης, αντιδρά στο ενδεχόμενο να επανέλθει ο κατώτατος μισθός στα 751 ευρώ και ισχυρίζεται ότι πρέπει οι μισθοί«να αυξάνονται όπως αυξάνεται και η παραγωγικότητα, "καθρεφτίζοντας" την πραγματική δύναμη της οικονομίας. Σε αυτό το σημείο, ακριβώς, βρίσκεται η κρίσιμη προϋπόθεση για μια ευεργετική επίδραση των μισθών σε όλη την οικονομία. Στο να συμβαδίζει, δηλαδή, η αύξηση των αμοιβών με τη βελτίωση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας, με τα πραγματικά οικονομικά δεδομένα».
Στη βάση αυτή, υπερασπίζεται το μηχανισμό που θεσμοθέτησε η προηγούμενη κυβέρνηση (ν. 4093/2012 και 4172/2013) για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού, «ύστερα από κοινωνικό διάλογο, λαμβάνοντας όμως υπόψη - για πρώτη φορά στην Ελλάδα - τα πραγματικά δεδομένα της οικονομίας και της ανταγωνιστικότητας».
Οι μισθοί ...υπονόμευσαν την απασχόληση
Οπως λέει ο Γ. Βρούτσης, «στο πλαίσιο αυτού του νέου μηχανισμού του κατώτατου μισθού, οι ίδιοι οι κοινωνικοί εταίροι, οι εργοδότες και οι εργαζόμενοι θα μπορούν στο μέλλον, όπως μπορούν και σήμερα, να συμφωνούν μόνοι τους - στο πλαίσιο της συλλογικής αυτονομίας τους - όποιες υψηλότερες αμοιβές θέλουν, ανάλογα με την παραγωγικότητα και τις δυνατότητες κάθε κλάδου και επιχείρησης ξεχωριστά. Αυτή είναι εξάλλου η λογική με την οποία διαμορφώνονται οι αμοιβές σε όλη την Ευρώπη. Τέτοια μοντέλα προσδιορισμού του κατώτατου μισθού υπάρχουν στην πλειοψηφία των ευρωπαϊκών χωρών».

Σημειώνει, τέλος, τα εξής: «Εάν γυρίσουμε στον παλαιό τρόπο προσδιορισμού του κατώτατου μισθού σε όλη την οικονομία μόνο από τους κοινωνικούς εταίρους (δηλαδή σε μια Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας χωρίς τη συμμετοχή του κράτους), επιστρέφουμε ουσιαστικά σε μια πρακτική του παρελθόντος, όπου η διαμόρφωση των αμοιβών γίνονταν με πολιτικο - συνδικαλιστικά κριτήρια και όχι με οικονομικά. Τότε που κάποιοι, αδιαφορώντας για τις πραγματικές διαστάσεις της οικονομίας, αποφάσιζαν και έστελναν το λογαριασμό αλλού.
(...) Μια διαδικασία που απέτυχε και ξεπεράστηκε από την ίδια την πραγματικότητα στην αγορά εργασίας. Που ουσιαστικά, ενώ υποτίθεται ότι γινόταν στο όνομα του "καλού των εργαζομένων", λειτουργούσε αντίστροφα, υπονομεύοντας τους εργαζόμενους, την απασχόληση και την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.
(...) Η θέση μας είναι, λοιπόν, ότι για τη διαμόρφωση του κατώτατου μισθού σε όλη την οικονομία πρέπει να έχει λόγο και το κράτος και οι οικονομικοί/επιστημονικοί φορείς και, φυσικά, οι κοινωνικοί εταίροι. Το σκεπτικό, λοιπόν, της μεταρρύθμισης στην αγορά εργασίας, δεν εδράζεται σε μία λογική αποκλειστικής συμπίεσης του μισθολογικού κόστους - συρρικνώνοντας το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων υπέρ των επιχειρήσεων - αλλά σε μία λογική σταδιακής αύξησης του κατώτατου μισθού, η οποία θα εναρμονίζεται με τη μεγέθυνση της οικονομίας και την εποικοδομητική συνεργασία όλων των εμπλεκόμενων μερών».
Η θεωρία του «λιτού βίου»
Μέσες - άκρες, ο πρώην υπουργός Εργασίας ισχυρίζεται ότι μέχρι να θεσμοθετηθεί ο νέος μηχανισμός καθορισμού του κατώτατου μισθού, οι αυξήσεις που υπέγραφαν εργοδότες και εργαζόμενοι ήταν αναντίστοιχες με την αύξηση της παραγωγικότητας στο σύνολο της οικονομίας και οι μισθοί αυξάνονταν ταχύτερα από την παραγωγικότητα, ενώ σε άλλες χώρες αυτό δεν ισχύει. Αυτό, λέει, είχε αρνητικές συνέπειες στην ανταγωνιστικότητα της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας και στα δημοσιονομικά, αφού, με βάση τον κατώτατο μισθό καθορίζονται ορισμένα προνοιακά και άλλα επιδόματα που χορηγεί το κράτος.
Βεβαίως, η εργοδοσία σε περιόδους καπιταλιστικής ανάπτυξης κάτω από την εργατική - συνδικαλιστική πάλη και για να ενσωματώσει εργατικές δυνάμεις, σε κοινή πλεύση με τις κυβερνήσεις, δίνει αυξήσεις άλλοτε μεγαλύτερες άλλοτε μικρότερες, πολύ κάτω βεβαίως από το ποσοστό αύξησης των κερδών της και της παραγωγικότητας. Εγινε στη δεκαετία του '80 με κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ. Αλλά οι κυβερνήσεις παρεμβαίνουν όταν εκτιμούν ότι χρειάζονται μέτρα για την προστασία του κεφαλαίου. Ετσι, την ίδια περίοδο η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ με υπουργό Οικονομίας τον Κ. Σημίτη απαγόρευσε για δύο χρόνια τις αυξήσεις και στον ιδιωτικό τομέα.
Ολη η επιχειρηματολογία του Γ. Βρούτση καταλήγει στο εξής: Το συνδικαλιστικό κίνημα επέβαλε τα προηγούμενα χρόνια στην Ελλάδα μισθούς αναντίστοιχους με την παραγωγικότητα. Αλλά οι μισθοί ήταν αποτέλεσμα διαπραγμάτευσης και συμφωνίας με την εργοδοσία. Λέει ακόμη ότι αυτό είχε ως αποτέλεσμα να χάσει η οικονομία την ανταγωνιστικότητά της και τελικά οι εργαζόμενοι να ζουν με περισσότερα απ' όσα επέτρεπε το επίπεδο της ανάπτυξης στην Ελλάδα. Αλήθεια, πόσο απέχει αυτή η θέση από τις υποδείξεις του νέου υπουργού Οικονομικών προς το λαό να συνηθίσει στο «λιτό βίο» για να βοηθηθεί η ανάπτυξη;
Σε ό,τι αφορά την «ανάλυση» του Γ. Βρούτση, είναι αστείο να πιστεύει κανείς ότι το συνδικαλιστικό κίνημα των προηγούμενων χρόνων, ιδιαίτερα μετά τη δεκαετία του '90, με καθολική σχεδόν υπεροχή του εργοδοτικού - κυβερνητικού συνδικαλισμού, επέβαλε στην εργοδοσία μισθούς που έθιγαν την κερδοφορία και την ανταγωνιστικότητά της. Το ακριβώς αντίθετο γινόταν. Σε συνεργασία με την πλειοψηφία της ΓΣΕΕ, οι αυξήσεις στον κατώτατο μισθό ισοδυναμούσαν διαχρονικά με ψίχουλα και πάντα χαιρετίζονταν από τις κυβερνήσεις και τα κόμματα του κεφαλαίου.
Σε πολλές περιπτώσεις, μάλιστα, οι οριακές αυξήσεις στον κατώτατο μισθό εξαϋλώνονταν από τον πληθωρισμό.
Εχουν δεμένο το γάιδαρό τους
Η προσπάθεια του Βρούτση να παρουσιάσει τους εργοδότες ...ανυπεράσπιστους απέναντι στις ορέξεις των εργαζομένων και του συνδικαλιστικού κινήματος, ώστε να χρειάζεται το κράτος να τους προστατέψει, με άμεση παρέμβαση στις συλλογικές διαπραγματεύσεις, είναι προκλητική. Το κράτος δεν είναι ουδέτερο, αταξικό. Είναι μηχανισμός επιβολής της εξουσίας του κεφαλαίου σε βάρος των εργαζομένων και των άλλων λαϊκών στρωμάτων και σαν τέτοιο λειτουργεί.
Με τη νομοθεσία που ψηφίζει, παρεμβαίνει καθοριστικά στη διαμόρφωση του λεγόμενου κόστους εργασίας, «μισθολογικού» και «μη μισθολογικού», σε βάρος πάντα των εργαζομένων και υπέρ της ανταγωνιστικότητας των επιχειρηματικών ομίλων.
Οσον αφορά στις διαπραγματεύσεις για τον κατώτατο μισθό, μπορεί το κράτος να μην παρενέβαινε άμεσα μέχρι το 2012, αλλά τα κόμματα του κεφαλαίου, σε κυβέρνηση και αντιπολίτευση, είχαν πλήρη εμπιστοσύνη στους συνδικαλιστές τους στο κίνημα, ώστε να σέρνουν τους εργαζόμενους από τη μια ήττα στην άλλη, μέσα από το συμβιβασμό στις συλλογικές διαπραγματεύσεις και τον «κοινωνικό διάλογο».
Αυτήν τη γραμμή στο κίνημα την υπηρέτησαν διαχρονικά και οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ, που τώρα διεκδικούν να γίνουν «χαλίφης στη θέση του χαλίφη» του εργοδοτικού - κυβερνητικού συνδικαλισμού.
Από την άλλη, η εργοδοσία ποτέ δεν υπήρξε ...αυτοκτονική στην Ελλάδα και σε όλον τον καπιταλιστικό κόσμο, ώστε να υπογράφει συμβάσεις που να απειλούν το θεμέλιο λίθο της κερδοφορίας της. Πολύ περισσότερο που πάντα (πλην ελαχίστων περιπτώσεων) είχε απέναντί της ένα κίνημα ποδηγετημένο από τον εργοδοτικό - κυβερνητικό συνδικαλισμό, που παρενέβαινε πολύμορφα για να υπονομεύσει τα εργατικά συμφέροντα, για λογαριασμό του κεφαλαίου και των κομμάτων του.
Αλλά κι εκεί που εμφανιζόταν μέσα από την ταξική πάλη μια χαραμάδα για μεγαλύτερες αυξήσεις στους μισθούς, και υπήρξαν κατακτήσεις, το κράτος παρενέβαινε με τους μηχανισμούς καταστολής και συκοφαντίας για να κάμψει αντιστάσεις, να χειραγωγήσει διεκδικήσεις, να επιβάλει την «τάξη» για λογαριασμό της εργοδοσίας.
Διαψεύδονται από δικά τους στοιχεία
Υπάρχει μια ακόμα πλευρά, που σχετίζεται με αυτά καθαυτά τα στατιστικά στοιχεία, και μάλιστα της αστικής στατιστικής, που αναιρούν τους ισχυρισμούς του Γ. Βρούτση. Σύμφωνα με μελέτη (Ιούνης 2012) του Εθνικού Ινστιτούτου Εργασίας και Ανθρώπινου Δυναμικού, που εποπτεύεται από το υπουργείο Εργασίας, «τα ετήσια ποσοστά αύξησης του μέσου κόστους εργασίας σε σταθερές, αποπληθωρισμένες ή πραγματικές τιμές στην Ελλάδα την προηγούμενη δεκαετία δεν υπερέβαιναν, κατά κανόνα, τα αντίστοιχα ποσοστά αύξησης της παραγωγικότητας».
Συγκεκριμένα, από τα 11 έτη που εξετάζει η μελέτη, «για 6 έτη η αύξηση των μέσων πραγματικών μισθών και εργοδοτικών εισφορών ήταν σημαντικά μικρότερη από την αύξηση της παραγωγικότητας (2000, 2001, 2003, 2004, 2006), για 2 έτη το μέσο πραγματικό κόστος εργασίας μειώθηκε, ενώ η παραγωγικότητα αυξήθηκε πολύ (2001) ή μειώθηκε λιγότερο απ' ό,τι το κόστος εργασίας (2009), και σε μία περίπτωση (2005) η παραγωγικότητα αυξήθηκε όσο και το μέσο πραγματικό κόστος εργασίας (...) Η Τράπεζα της Ελλάδος στην ετήσια έκθεσή της για το 2011 συμπεραίνει, με βάση την εξέλιξη του μοναδιαίου κόστους εργασίας και τον πληθωρισμό, ότι το περιθώριο κέρδους στην ελληνική οικονομία διευρύνθηκε».
Αν, όμως, έτσι έχουν τα πράγματα, τότε γιατί η κυβέρνηση άλλαξε το 2012 και το 2013 τον τρόπο καθορισμού του κατώτατου μισθού, ώστε αυτός να διαμορφωθεί σε ακόμα χαμηλότερα επίπεδα; Η απάντηση βρίσκεται στην καπιταλιστική κρίση, που είναι κρίση υπερσυσσώρευσης και προέκυψε σαν αποτέλεσμα της πτώσης του μέσου ποσοστού κέρδους για το κεφάλαιο.
Με την απότομη μείωση των μισθών, το κράτος παρεμβαίνει αποφασιστικά υπέρ των μονοπωλίων για να υποτιμήσει την εργατική δύναμη, να την κάνει ακόμα φτηνότερη για το κεφάλαιο. Με τον τρόπο αυτό μεγαλώνει το ποσοστό κέρδους, ώστε να δοθεί κίνητρο για επενδύσεις και να ξαναρχίσει ο κύκλος της διευρυμένης αναπαραγωγής, που διακόπηκε βίαια με την κρίση.
Αντεργατικά «ισοδύναμα»
Στο φτήνεμα, βέβαια, της εργατικής δύναμης εκτός από τη μείωση του ονομαστικού μισθού συμβάλλουν και άλλοι παράγοντες, όπως διευθέτηση του χρόνου εργασίας, ελαστικές μορφές απασχόλησης, μείωση των εργοδοτικών εισφορών, επιδοτήσεις μέσα από τα προγράμματα των ενεργητικών πολιτικών για την απασχόληση, φοροαπαλλαγές στο κεφάλαιο, εμπορευματοποίηση και ιδιωτικοποίηση τομέων όπως η Υγεία, η Πρόνοια, η Παιδεία. Είναι παράγοντες που μειώνουν το λεγόμενο «κόστος εργασίας» για τον εργοδότη και αυξάνουν το ποσοστό του κέρδους του.
Εδώ είναι που τέμνεται η στρατηγική αντίληψη της σημερινής και όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων. Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ αναγνωρίζει το ρόλο του κράτους στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων με κάθε τρόπο, γι' αυτό την εξαγγελία για αύξηση του κατώτατου μισθού στα 751 όχι μόνο την παραπέμπει στο αόριστο μέλλον, αλλά επιπλέον διαβεβαιώνει ότι θα γίνει (αν γίνει...) μέσα από τη διαπραγμάτευση με τους «κοινωνικούς εταίρους».
Οχι μόνο αυτό, αλλά επιπλέον υπόσχεται ότι θα δώσει ισχυρά κίνητρα στην εργοδοσία για να αποδεχτεί σχετική αύξηση του κατώτατου μισθού, αφού θα πάρει για αντάλλαγμα τη ρύθμιση των χρεών στα ασφαλιστικά ταμεία και τις τράπεζες, αλλά και την παραπέρα μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, ή την επιδότηση από το κράτος της αύξησης των μισθών, όπως ζητάει για παράδειγμα η ΕΣΕΕ.
Θυμίζουμε, επίσης, ότι σε κλάδους όπου πλειοψηφούν δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ, σε συνεργασία με τις ΠΑΣΚΕ - ΔΑΚΕ, τα στελέχη του έχουν υπογράψει ή αποδεχτεί μειώσεις μισθών στο όνομα της «ανταγωνιστικότητας». Σε κάθε περίπτωση, η νέα συγκυβέρνηση διασαφήνισε ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού θα γίνει «σταδιακά», για να μην υπάρξει «σοκ» στην οικονομία, ενώ την όποια αύξηση στους μισθούς τη βλέπει μόνο από τη σκοπιά της επίδρασης που μπορεί να έχει η σχετική αύξηση της ζήτησης στην ανάκαμψη της καπιταλιστικής οικονομίας.
Τι διαφορά, όμως, έχουν όλα αυτά από τη θέση του Γ. Βρούτση ότι «το σκεπτικό της μεταρρύθμισης στην αγορά εργασίας δεν εδράζεται σε μία λογική αποκλειστικής συμπίεσης του μισθολογικού κόστους - συρρικνώνοντας το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων υπέρ των επιχειρήσεων - αλλά σε μία λογική σταδιακής αύξησης του κατώτατου μισθού, η οποία θα εναρμονίζεται με τη μεγέθυνση της οικονομίας και την εποικοδομητική συνεργασία όλων των εμπλεκόμενων μερών»; Καμία απολύτως...

Διεργασίες στον απόηχο των κινήσεων του Κυρ. Μητσοτάκη
Νέα δεδομένα προκάλεσε στο εσωτερικό της ΝΔ και τις υπό εξέλιξη διεργασίες αναμόρφωσης της εγχώριας κεντροδεξιάς γενικότερα, η προχτεσινή κίνηση του Κυρ. Μητσοτάκη να μην υπερψηφίσει τον Πρ. Παυλόπουλο για Πρόεδρο της Δημοκρατίας, κόντρα στην απόφαση της ηγεσίας για στήριξη της υποψηφιότητας που πρότεινε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ.
Ο Κυρ. Μητσοτάκης συγκαταλέγεται μεταξύ εκείνων που αμφισβητούν την ικανότητα του Αντ. Σαμαρά να ηγηθεί του κόμματος στις νέες συνθήκες. Αλλωστε, ουσιαστικά, όλα τα εγχώρια αστικά επιτελεία θέλουν αλλαγές στο έως τώρα μείγμα διαχείρισης το οποίο εφάρμοσε η προηγούμενη κυβέρνηση, άρα μπαίνει εκ των πραγμάτων - εκ των επιδιώξεων της ντόπιας αστικής τάξης - ζήτημα αλλαγών και στην ηγεσία της ΝΔ, προκειμένου να μπορεί να υπηρετήσει καλύτερα αυτό το άλλο μείγμα που προκρίνουν.
Σε αυτή τη βάση, μάλιστα, ο Κυρ. Μητσοτάκης δέχτηκε και κριτική από άλλους «δελφίνους» για το γεγονός ότι αποδέχτηκε την πρόταση Σαμαρά να οριστεί πρώτος τη τάξει (μεταξύ τριών) κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΝΔ, την ώρα που οι εσωκομματικοί αντίπαλοί του προσπαθούν να ανοίξουν δρόμους αμφισβήτησης του νυν προέδρου και αλλαγής του.
Ο ίδιος ο Κυρ. Μητσοτάκης απάντησε ότι η αποδοχή της θέσης δεν θα τον εμποδίσει να λέει τις απόψεις του. Κάπως έτσι εξέδωσε ανακοίνωση κόντρα στην υποψηφιότητα Παυλόπουλου, γράφοντας μεταξύ άλλων: «Δεν έχω πειστεί (...) μέσα από την πολιτική του διαδρομή, ότι (σ.σ.: ο Παυλόπουλος) είναι ο πιο κατάλληλος για Πρόεδρος της Δημοκρατίας για τρεις λόγους: Δεν αντιστάθηκε στις "σειρήνες" του πελατειακού κράτους (σ.σ.: αιχμή για την περίοδο διακυβέρνησης Κ. Καραμανλή, όταν ο Παυλόπουλος ήταν υπουργός), χειρίστηκε με ανεπάρκεια μια από τις μεγαλύτερες κρίσεις της σύγχρονης ιστορίας μας, το Δεκέμβριο του 2008 (σ.σ.: δολοφονία Γρηγορόπουλου)και, τέλος, δεν εκφράζει τη θέση της Ελλάδας στην ενωμένη Ευρώπη με τον τρόπο που εγώ θα επιθυμούσα». Σε αυτή τη βάση δεν προσήλθε στην προχτεσινή ψηφοφορία στη Βουλή.
Μ' αυτά και μ' άλλα, εκτός του ότι αμφισβητεί τον Αντ. Σαμαρά, σήκωσε «ανάστημα» και απέναντι στους καραμανλικούς. Ετσι, όμως, εκτιμάται πως αν ανοίξει κούρσα διαδοχής για την ηγεσία της ΝΔ, εκκινεί από χειρότερη θέση έναντι πιθανών άλλων διεκδικητών της προεδρίας.
Επομένως, μπορεί τα βήματά του να τον οδηγούν εκτός κόμματος και σε δημιουργία νέου πολιτικού φορέα, που θα έρθει να καλύψει κομμάτι της λεγόμενης «κεντροδεξιάς»: Χώρο όπου προσβλέπουν πολλά στελέχη της ΝΔ απευθύνοντας κατηγορίες στον Σαμαρά ότι με τη ρητορεία και την τακτική του το κόμμα μπάταρε προεκλογικά στα δεξιά, χάνοντας επαφή με κεντρώα και κεντροδεξιά ακροατήρια που - όπως εκτιμούν - χρειάζονται για να διεκδικήσουν εκ νέου, με αξιώσεις, τη διαχείριση της αστικής εξουσίας.
Ρυθμιστής... η εξέλιξη των παζαριών της κυβέρνησης
Βέβαια, όλα αυτά τα σενάρια και οι συζητήσεις σχετίζονται άμεσα και με την εξέλιξη των παζαριών της κυβέρνησης με τους «εταίρους» με σκοπό τη σύναψη νέας αντιλαϊκής «συμφωνίας». Από διάφορους κύκλους και αστικά επιτελεία λέγεται πλέον καθαρά πως αν η κυβέρνηση πετύχει έναν καλύτερο συμβιβασμό με τους πιστωτές για το εγχώριο κεφάλαιο (πατώντας και στις συζητήσεις που γίνονται γενικά στην ΕΕ, και ευρύτερα ακόμα, για στροφή σε ένα λιγότερο περιοριστικό μείγμα δημοσιονομικής πολιτικής, προς αναθέρμανση της καπιταλιστικής οικονομίας), θα ανοίξει η συζήτηση και στο εσωτερικό της ΝΔ για το πώς και τι διαπραγματεύτηκε η κυβέρνηση Σαμαρά.
Αλλωστε, τις εξελίξεις στα παζάρια της κυβέρνησης με τους πιστωτές περιμένουν και τα στελέχη της ΝΔ που βρίσκονται γύρω από τον Αντ. Σαμαρά. Βέβαια, τα συγκεκριμένα στελέχη σπεύδουν να αποδώσουν από τώρα την ενδεχόμενη επιτυχή κατάληξη των παζαριών στην «τεράστια πολιτική στροφή του ΣΥΡΙΖΑ προς το ρεαλισμό και την πραγματικότητα», στην«κολοσσιαία στροφή του μακριά από το Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης».
Τα ίδια στελέχη της ΝΔ θυμίζουν, εξάλλου, ότι κυβερνητικοί παράγοντες δηλώνουν πως συμφωνούν με το 70% των «μνημονιακών» μεταρρυθμίσεων που υπέγραψαν και προώθησαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις, αλλά και το γεγονός ότι η νυν κυβέρνηση αναγνωρίζει τη«δημοσιονομική προσαρμογή» που επιτεύχθηκε από τη συγκυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ.
Επισήμως, ο εκπρόσωπος Τύπου της ΝΔ, Κ. Καραγκούνης, δήλωσε χτες μετά την υποβολή του ελληνικού αιτήματος για παράταση του ισχύοντος προγράμματος: «Παίζοντας με τις λέξεις, η κυβέρνηση διάλεξε τελικά τη διατύπωση που είχε χρησιμοποιήσει η προηγούμενη κυβέρνηση. Δηλαδή, ζήτησε την επέκταση της "Κύριας Σύμβασης" που ρητά περιλαμβάνει και το μνημόνιο. Ομως, στη διαπραγμάτευση επί της ουσίας, η σύγχυση και η αβεβαιότητα παραμένουν στο ακέραιο. Και αυτή βλάπτει και τη διαπραγματευτική μας θέση και την οικονομία. Ελπίζουμε στο αυριανό Γιούρογκρουπ να τερματιστεί και η σύγχυση και η αβεβαιότητα και να υπάρξει συμφωνία», κατέληξε, εκφράζοντας αγωνία για το κατά πόσο η τωρινή κυβέρνηση μπορεί πραγματικά να εγγυηθεί τα συμφέροντα των ντόπιων μονοπωλίων.

Διαβεβαιώνει ότι τα ψίχουλα στην ακραία φτώχεια θα δίνονται με το σταγονόμετρο
«Για μας, το παλιό πρόγραμμα λιτότητας είναι νεκρό. Η πρόταση να το επεκτείνουμε για έξι μήνες είναι παράδοξη. Οποιος έχει τέτοιες ιδέες, χάνει τον καιρό του», αυτά δήλωνε ο Αλ. Τσίπρας προ ολίγων ημερών, παραχωρώντας συνέντευξη στο γερμανικό περιοδικό «Stern» η οποία δημοσιεύτηκε χτες, μέρα κατά την οποία η κυβέρνηση ζήτησε την παράταση του προγράμματος.
Πέρα απ' τις ...σατανικές συμπτώσεις και η υπόλοιπη συνέντευξη του πρωθυπουργού επιβεβαιώνει την προσήλωση της κυβέρνησης σε μια γνώριμη στο λαό διαχείριση. «Δεν θέλουμε να καταστρέψουμε ό,τι έχει επιτευχθεί» δηλώνει, παρουσιάζοντας σαν επίτευγμα τη δημοσιονομική προσαρμογή που συντελέστηκε στη θητεία της προηγούμενης κυβέρνησης, για την οποία «μάτωσε» ο λαός.
«Θέλουμε χρόνο ώστε να μπορούμε να προωθήσουμε τις μεταρρυθμίσεις μας», διαβεβαιώνει, παραπέμποντας στις αντιλαϊκές αναδιαρθρώσεις που δεν μπόρεσε να υλοποιήσει η προηγούμενη κυβέρνηση. «Θα βάλω ένα στοίχημα μαζί σας. Αν πάρουμε έξι μήνες, η Ελλάδα θα είναι μια άλλη χώρα», δεσμεύεται ο Αλ. Τσίπρας. Στο πλαίσιο αναζήτησης συνδρομής στο ...μεταρρυθμιστικό έργο της κυβέρνησης, διευκρινίζει «δεν έχουμε κανένα πρόβλημα με τον συμπατριώτη σας, τον Χορστ Ράιχενμπαχ, ο οποίος ηγείτο της Task Force. Οποιος μας συμβουλεύει είναι ευπρόσδεκτος». Κι ακόμα σχολιάζει για την προσφορά 500 εφοριακών απ' τη γερμανική κυβέρνηση, «θα έπρεπε να στείλει 5.000 αν μπορούν να μας βοηθήσουν να πολεμήσουμε τη φοροδιαφυγή».
Με την Μέρκελ για την προώθηση του ευρωπαϊκού σκοπού
Με θετικά λόγια εκφράζεται για την Α. Μέρκελ χαρακτηρίζοντάς την «ευγενική και όχι τόσο αυστηρή», προσθέτοντας: «Την θεωρώ μια πραγματίστρια, αφοσιωμένη στην προώθηση του ευρωπαϊκού σκοπού. Και ως εκ τούτου, στην εξεύρεση μιας λύσης με την Ελλάδα». Επαναλαμβάνει, μάλιστα, αυταπάτες για λύση «win win» που «θα είναι προς όφελος και των δύο πλευρών».
Σε ό,τι αφορά τις ιδιωτικοποιήσεις, στο ερώτημα αν διαλύεται το ΤΑΙΠΕΔ απαντά «θα δούμε».
Να «κουμπώσουν» με τα παραπάνω έρχονται οι διαβεβαιώσεις του ότι δεν πρόκειται να αποκατασταθούν οι απώλειες του λαού και πως οι ...παροχές ισοδυναμούν με ψίχουλα μόνο για την ακραία φτώχεια. Μάλιστα, η δήλωσή του «θέλουμε χρήματα από τα κοινοτικά πλαίσια στήριξης προκειμένου να αντιμετωπίσουμε τα ανθρωπιστικά προβλήματα», εναποθέτει την απόδοση κι αυτών των ελάχιστων στη διακριτική ευχέρεια της ΕΕ να τα χρηματοδοτήσει. Επιμένει, εξηγώντας τις κυβερνητικές προθέσεις, ότι «πρέπει να θεραπεύσουμε τις πληγές, αλλά αυτό δεν σημαίνει να επαναλάβουμε τις αμαρτίες του παρελθόντος, ξοδεύοντας χρήματα που δεν έχουμε» και «κανένας Ελληνας δεν περιμένει να έχω το μαγικό ραβδί και να γυρίσω τη χώρα μας πίσω στο 2009, οι άνθρωποι θέλουν μια νέα αίσθηση ελπίδας».
Κλείνει, τέλος, το μάτι σε Ρωσία, Κίνα και ΗΠΑ λέγοντας: «Ο πρέσβης της Ρωσίας ήταν ο πρώτος διπλωμάτης που με συνεχάρη. Πριν από αυτό ωστόσο δέχθηκα το τηλεφώνημα του Προέδρου Ομπάμα. Και αργότερα του Προέδρου Πούτιν και του Κινέζου πρωθυπουργού. Απλώς αποδεικνύεται πόσο μεγάλο παγκόσμιο ενδιαφέρον υπάρχει για τη συνέχιση του δρόμου της Ελλάδας προς τη σταθερότητα και την επιστροφή της στην ανάπτυξη». Στο ερώτημα αν αναζητά δανεικά στις χώρες αυτές, απαντά «για την ώρα έχουμε στο νου μας μόνο μια ευρωπαϊκή λύση. Ως χώρα ανήκουμε στην Ευρωζώνη. Θα ήταν λάθος να θέσουμε σε κίνδυνο αυτή την πολιτική ενότητα. Εχουμε πλήρη επίγνωση του γεωπολιτικού ρόλου που διαδραματίζει η Ελλάδα στον κόσμο και θα συνεχίσουμε να αποτελούμε σταθερή άγκυρα σε μια εύθραυστη περιοχή μεταξύ τριών περιοχών».

«Οι ελληνικές αρχές έχουν εκφράσει την ισχυρή τους δέσμευση (...) για ισχυρότερη διαδικασία μεταρρύθμισης...», «Οποιαδήποτε νέο μέτρο δε θα αναστρέφει υπάρχουσες δεσμεύσεις...», «Η Ελλάδα θα σεβαστεί πλήρως τις δεσμεύσεις της στους εταίρους (...) επιτυγχάνοντας και στη συνέχεια διατηρώντας μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα», «Οι ελληνικές αρχές επανέλαβαν την ξεκάθαρη δέσμευσή τους να τηρήσουν τις υποχρεώσεις τους προς όλους τους πιστωτές»...
Βαρεθήκαμε να μετράμε δεσμεύσεις στο «καταπληκτικό κείμενο» - κατά τον Γ. Βαρουφάκη - του Επιτρόπου της ΕΕ, Π. Μοσκοβισί, που ο Ελληνας υπουργός δήλωσε ότι «θα ήμουν ευτυχής να το υπογράψω αμέσως»!
Και δεν τελειώνει εδώ... Στο ίδιο κείμενο τονίζεται επιπλέον ότι «η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα προσφέρει τεχνική βοήθεια στην Ελλάδα για να ενισχύσει και να επιταχύνει την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων» (σ.σ. λέγε με «Task Force»...), καθώς και ότι «το Eurogroup καλεί τους Θεσμούς (σ.σ. λέγε με τρόικα) να συνεχίσουν την τεχνική εργασία με τις ελληνικές αρχές», για τον υπολογισμό «των ενδιάμεσων χρηματοδοτικών αναγκών» και τον προσδιορισμό των «κατάλληλων όρων» (σ.σ. λέγε με «προαπαιτούμενα») που θα συνοδεύουν την κάλυψή τους... Βάλτε στο λογαριασμό και την απόφαση για αποστολή κλιμακίων στην Αθήνα από τον ΟΟΣΑ και το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ, που ήδη έχει χαιρετίσει η συγκυβέρνηση, και κάντε τη σούμα!
Ευτυχώς, δηλαδή, που - κατά τα λεγόμενα της κυβέρνησης πάντα - ο λαός ανέκτησε την «περηφάνια» και την «ανεξαρτησία» του! Σκέψου να μην την είχε ανακτήσει δηλαδή, τι σόι κοστουμάκι θα του ράβανε... Μάλλον, στο γνωστό και δικαιολογημένο «όχι άλλο "σώσιμο"», πρέπει σύντομα να προστεθεί και το «όχι άλλη "ανεξαρτησία"»!

Το μνημόνιο πέθανε. Ζήτω το «Master Financial Assistance Facility Agreement»! Με τα λόγια της ίδιας της κυβέρνησης: «Η νέα ελληνική κυβέρνηση, διά μέσου του υπουργού Οικονομικών, κ. Γ. Βαρουφάκη, κατέθεσε αίτημα εξάμηνης επέκτασης της δανειακής σύμβασης προκειμένου να υπάρχει ομπρέλα προστασίας στο χρηματοπιστωτικό σύστημα». Παρ' όλες τις φραστικές προσαρμογές, η ενδοαστική διαπάλη σε σχέση με αλλαγές στο μείγμα διαχείρισης στην ΕΕ, στοιχείο της οποίας είναι η διαπραγμάτευση της ελληνικής κυβέρνησης για λογαριασμό των συμφερόντων του ελληνικού κεφαλαίου συνεχίζεται. Οσον αφορά όμως τους εργαζόμενους και τα φτωχά λαϊκά στρώματα, που τα προηγούμενα χρόνια εξαπατήθηκαν από το αποπροσανατολιστικό - για το λαό - δίλημμα «μνημόνιο - αντιμνημόνιο» πρέπει να γίνεται καθαρό ότι το μενού που τους σερβίρουν δεν πρόκειται να φέρει ανάκαμψη των εργατικών - λαϊκών δικαιωμάτων και αναγκών, δε θα φέρει καν ανάκτηση των απωλειών. Η κυβέρνηση - σύμφωνα πάντα με τα δικά τους κείμενα - «δεσμεύεται για δημοσιονομική ισορροπία», δεν αμφισβητεί τις ιδιωτικοποιήσεις, δεσμεύεται για κάθε είδους κίνητρα προς το κεφάλαιο. Με αυτήν την έννοια, η στρατηγική υπεράσπισης της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου σε βάρος του λαού, που υπηρετήθηκε και με το μνημόνιο, θα συνεχίζεται με άλλους όρους. Συνεπώς, μηδέν εις το πηλίκον για τους εργαζόμενους.
Ήδη, με τις πρώτες αναγγελίες για τα νομοσχέδια που πρόκειται να κατατεθούν, η κυβέρνηση ομολογεί ότι προέχει να διασφαλιστούν τα συμφέροντα των επιχειρήσεων. Ακόμα και γι' αυτό το ελάχιστο των 751 ευρώ κατώτερου μισθού αναγγέλλει ότι πρώτα θα δοθούν νέες φοροαπαλλαγές και εισφοροαπαλλαγές στο κεφάλαιο, για να μειωθεί το λεγόμενο μη μισθολογικό κόστος και αν μετά από αυτό ευαρεστηθούν οι εργοδότες να υπογράψουν νέες συμβάσεις, τότε ίσως σταδιακά οι κατώτεροι μισθοί να αυξηθούν κάπως. Το μόνο βέβαιο - πάντα με τα δικά τους λόγια - είναι να εξασφαλιστεί η ανταγωνιστικότητα του ντόπιου κεφαλαίου, δηλαδή πάντα θα είναι ένα το κρατούμενο η διασφάλιση των κερδών. Γι' αυτό διάφοροι κύκλοι του κεφαλαίου δηλώνουν: «Εμπιστευόμαστε την κυβέρνησή μας»!
Ένας ακόμα δείκτης ότι η πολιτική στήριξης των στόχων του κεφαλαίου θα συνεχιστεί εις βάρος του λαού είναι και αυτή η εμπιστοσύνη. Είναι ένας ακόμα λόγος για την εργατική τάξη όχι μόνο να κουμπωθεί, αλλά όσο το δυνατόν πιο γρήγορα να ανασυντάξει τις δυνάμεις της και να οργανώσει την πάλη της κάτω από τις δικές της σημαίες και όχι τις σημαίες αντιτιθέμενων πλευρών της αστικής τάξης και των ιμπεριαλιστικών συμμαχιών.
Ο «οδικός χάρτης» για μια τέτοια πορεία είναι όλο εκείνο το πλαίσιο αιτημάτων που πρόσφατα παρουσίασε το ΠΑΜΕ, το πλαίσιο που δεν κάνει βήμα πίσω από το αίτημα για ανάκτηση των απωλειών, ανοίγει δρόμο και για κατακτήσεις. Η συγκυβέρνηση διαπραγματεύεται έχοντας ως «κόκκινες γραμμές» τα συμφέροντα του κεφαλαίου, που ζητούν περισσότερη ρευστότητα για την ανάκαμψη, όπως χαρακτηριστικά δήλωσε στέλεχός της. Για να γίνουν ιδιωτικές επενδύσεις χρειάζεται δημόσιο χρήμα. Η ανάκτηση των απωλειών, η διεκδίκηση των σύγχρονων αναγκών, το ξήλωμα του αντεργατικού - αντιλαϊκού πλαισίου είναι οι πραγματικές «κόκκινες γραμμές» για τους εργαζόμενους.
Από αυτούς τους στόχους, πράγματι, δεν πρέπει να κάνουν βήμα πίσω. Για να μπορούν αρχικά να σταθούν στα πόδια τους οι εργαζόμενοι, για να υπάρξουν στην πορεία προϋποθέσεις για συνολική ανατροπή της σημερινής κατάστασης.
Το άρθρο αναδημοσιεύεται από τη στήλη «Η Άποψη μας» του Ριζοσπάστη της Παρασκευής 20 Φλεβάρη 2015. 
902.gr Κατηγορία: 

Διαμεσολαβητικό ρόλο μεταξύ των ιμπεριαλιστικών κέντρων, στο πλαίσιο της «πολυεπίπεδης» εξωτερικής πολιτικής της, διεκδικεί η συγκυβέρνηση, όπως αποδεικνύεται και από την επίσκεψη του υπουργού Εξωτερικών Νίκου Κοτζιά, στηνΟυκρανία.
Στις δηλώσεις που ακολούθησαν τη συνάντηση του Ν. Κοτζιά με τον Ουκρανό ομόλογό του P. Klimkin, ο Έλληνας υπουργός, επί της ουσίας «εξαφάνισε» την επέμβαση των ΗΠΑ - Γερμανίας - ΕΕ στη χώρα, καθώς και τη δράση των ουκρανικών νεοφασιστικών συμμοριών, υποστηρίζοντας ότι «Πιστεύουμε βαθιά ότι τα προβλήματα πρέπει να λύνονται με διαπραγματεύσεις, μέσω της διπλωματικής οδού. Κατά συνέπεια, στηρίζουμε τη Συμφωνία του Μινσκ, καθώς και τα μέτρα υλοποίησής και διασφάλισής της που συμφωνήθηκαν πρόσφατα. Και όπως αναφέρει και η συμφωνία του Μινσκ, στηρίζουμε την κυριαρχία της Ουκρανίας», παίρνοντας επί της ουσίας, θέση κατά της ενσωμάτωσης της Κριμαίας από την Ρωσία, αλλά και σε ότι συμβαίνει στις ανατολικές επαρχίες της Ουκρανίας.
Ο Ν. Κοτζιάς τόνισε ότι: «Λέμε ότι θέλουμε διπλωματικές λύσεις. Είπα στον κ. Klimkin ότι η Ελλάδα θα είναι πάντα στη διάθεσή του, προκειμένου να διευκολύνει κάθε διπλωματική διαδικασία.Ένα τελευταίο σημείο. Εμείς ανησυχούμε στην Ελλάδα πάρα πολύ για την ειρήνη και τη σταθερότητα στην Ευρώπη. Ανησυχούμε για το τζιχαντιστικό κίνημα στη Μέση Ανατολή και για την αστάθεια στη Βόρεια Αφρική. Γι' αυτό, πέρα από την αλληλεγγύη μας προς τους καθημερινούς ανθρώπους, πέραν από την πίστη μας στο διεθνές δίκαιο, θεωρούμε -και για τους δικούς μας πολίτες αλλά και για όλους τους πολίτες της Ευρώπης- ότι είναι ύψιστη ανάγκη η διατήρηση της ειρήνης και της σταθερότητας της Ουκρανίας. Δεν το λέμε για την Ουκρανία, δεν το λέμε για να είναι πιο ήσυχος ο φίλος μας ο Pavlo, αλλά γιατί είναι κοινή ζωτική ανάγκη όλων μας».
Θέλει κυρώσεις ...αποτελεσματικές
Ερωτώμενος δε για τις κυρώσεις που έχει αποφασίσει η ΕΕ εναντίον της Ρωσίας και τις οποίες υπερψήφισε και η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ (όπως και η προηγούμενη ΝΔ - ΠΑΣΟΚ), ο Ν. Κοτζιάς τις υπερασπίστηκε, ισχυριζόμενος ότι οι αποτελεσματικές κυρώσεις διευκολύνουν την «ειρηνική διαπραγμάτευση»: «Η Ελλάδα κάποτε υιοθέτησε κυρώσεις κατά της ΠΓΔΜ. Αποδείχθηκε ότι κάποιοι έβγαζαν λεφτά. Εγώ πάντα υποστήριζα ότι οι κυρώσεις πρέπει να έχουν αποτελεσματική χρήση. Στις κυρώσεις έχει κανείς δύο κατευθύνσεις. Μία να τσακίσει αυτόν στον οποίο επιβάλει τις κυρώσεις. Η δεύτερη είναι να τον υποχρεώσεις να έρθει με πραγματική θέληση στο τραπέζι της ειρήνης. Μαζί με τους Ευρωπαίους εταίρους μας προωθούμε -με τη σύμφωνη γνώμη όλων μας- εκείνες τις κυρώσεις που φέρνουν την άλλη μεριά στο τραπέζι τις ειρηνικής διαπραγμάτευσης. (...)Οι κυρώσεις σήμερα μπορεί να έχουν την τύχη των κυρώσεων που είχαν κατά της Κούβας και κατά του Ιράν», τόνισε ο Ν. Κοτζιάς, υπονοώντας ότι δεν ήταν αποτελεσματικές!
902.gr Κατηγορία: 

Για τη στρατηγική συνεργασία των δύο χωρών και για τις λαμπρές προοπτικές που διανοίγονται για μπίζνες σε μια σειρά από τομείς, αναφέρθηκε οΑλ. Τσίπρας υποδεχόμενος στο λιμάνι του Πειραιά τον 18ο στόλο του Κινεζικού Ναυτικού. Παρείχε διαβεβαιώσεις στους επιχειρηματικούς ομίλους Ελλάδας και Κίνας ότι θα διευρυνθούν τα πεδία κερδοφορίας τους, με τις πλάτες του κράτους που θα ενισχύσει τα σχέδιά τους.
Ο πρωθυπουργός, αναφέρθηκε στη ναυτιλιακή συνεργασία, επικροτώντας μάλιστα το γεγονός ότι εκατοντάδες πλοία Ελλήνων εφοπλιστών ναυπηγούνται στα ναυπηγεία της Κίνας όταν τα ελληνικά ρημάζουν.
Με αφορμή την επίσκεψη του στόχου και της κοινής ναυτικής άσκησης με το πολεμικό ναυτικό της Ελλάδας ο Αλ. Τσίπρας υποστήριξε πως σηματοδοτείται μια νέα περίοδο στις ναυτικές αμυντικές σχέσεις των δύο χωρών που θα εμπλουτιστούν με τις προγραμματιζόμενες εκδηλώσεις για την τρέχουσα χρονιά.
Πρόσθεσε πως η σημαντική συνεργασία στη θάλασσα αποτελεί τη βάση για ενισχυμένη οικονομική συνεργασία σε πολλά επίπεδα και στο πλαίσιο αυτό σημείωσε ότι η ελληνική κυβέρνηση αποδίδει «ιδιαίτερη σημασία στις υφιστάμενες κινέζικες επενδύσεις στην Ελλάδα και στη σημαντική δραστηριοποίηση της COSCO στο λιμάνι του Πειραιά, στις κινέζικες επενδύσεις που θέλουμε να υποστηρίξουμε και να ενδυναμώσουμε πορς το κοινό συμφέρον, το κοινό όφελος των λαών μας», όπως είπε, παρουσιάζοντας τα συμφέροντα των μονοπωλίων σαν συμφέροντα και των λαών.
Ο Αλ. Τσίπρας αναφέρθηκε και στην επιθυμία να αναδειχτεί το λιμάνι του Πειραιά σε κορυφαίο κόμβο σε παγκόσμιο επίπεδο, κάτι για το οποίο θα αναζητηθούν νέοι τρόποι συνεργασίας ανάμεσα στο ελληνικό κράτος και σε κινέζικους οικονομικούς φορείς.
Διαβεβαίωσε την Κίνα ότι η κυβέρνησή του θα στηρίξει την κινέζικη πρωτοβουλία διασύνδεσης της Ασίας με την Ευρώπη μέσω του χερσαίου και του θαλάσσιου δρόμου του μεταξιού, με την Ελλάδα να παίζει το ρόλο της κύριας πύλης εισόδου στην Ευρώπη των προϊόντων της Κίνας.
Εκτίμησε ακόμα ότι υπάρχουν περιθώρια για «μπίζνες» στους τομείς των μεταφορών, των συγκοινωνιών, των οδικών και σιδηροδρομικών συνδέσεων και φυσικά στον τομέα του τουρισμού.
Απ' την πλευρά του ο πρέσβης της Κίνας στην Ελλάδα αναφέρθηκε στους Έλληνες εφοπλιστές που αποτελούν όπως είπε τους μεγαλύτερους πελάτες των κινέζικων ναυπηγείων, ενώ μεταφέρουν με τα πλοία τους τα μισά εισαγόμενα πετρέλαια. Χαρακτήρισε καλούς εταίρους για την ανάπτυξη τις δύο χώρες, ενώ εξήρε το γεγονός ότι οι κινέζικες επιχειρήσεις υλοποίησαν μέσω του Πειραιά το όνειρό τους για επενδύσεις στο εξωτερικό.
902.gr Κατηγορία: 

MKRdezign

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Από το Blogger.
Javascript DisablePlease Enable Javascript To See All Widget