Διεργασίες για να βρουν τα μονοπώλια διέξοδο

Την περασμένη Τρίτη πραγματοποιήθηκε στο Παρίσι η 32η Σύνοδος Κορυφής Γαλλίας - Ιταλίας. Πρόκειται για καθιερωμένες διμερείς συναντήσεις που γίνονται εδώ και χρόνια με τη συμμετοχή των αρχηγών των δύο κυβερνήσεων και μιας σειράς υπουργών. Φυσικά, σήμερα, η γαλλο-ιταλική συνεργασία δεν μπορεί παρά να αλληλεπιδρά με τις συνθήκες στις οποίες εντείνονται οι διεργασίες και αντιθέσεις ανάμεσα σε ισχυρά μονοπώλια και ιμπεριαλιστικά κέντρα, τις οποίες αναζωπυρώνει το βάθος και η διάρκεια της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης. Αυτές οι διεργασίες αποτυπώνονται και στα «παζάρια» που συνεχίζονται μέσα στην ΕΕ, τα οποία βέβαια δεν εξαντλούνται στις διαπραγματεύσεις μεταξύ Αθήνας και Βρυξελλών.
Στις κοινές δηλώσεις που έγιναν πριν ξεκινήσουν οι επαφές των δύο αντιπροσωπειών, στο Παρίσι, ο Γάλλος Πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ τόνισε: «Είναι πολύ σημαντικό να μπορέσουμε να επιδείξουμε μια κοινή θέληση μεταξύ Γαλλίας - Ιταλίας. Θέληση για ανάπτυξη, αυτό είναι που από κοινού, ο Ματέο Ρέντσι και εγώ, παρουσιάσαμε στα Ευρωπαϊκά Συμβούλια. Εισακουόμαστε όλο και περισσότερο. Θέληση εξίσου για επενδύσεις, αυτό είναι που θελήσαμε (να γίνει), με το "Σχέδιο Γιούνκερ". Και, θέληση για μεταρρυθμίσεις, δομικές μεταρρυθμίσεις, έχουν προχωρήσει στην Ιταλία, τις χαιρετίζουμε, έχουν προχωρήσει στη Γαλλία, τις επιθυμούμε και τις εφαρμόζουμε, και θα συνεχίσουμε να το κάνουμε. Και είναι επειδή μας διακρίνει αυτή η θέληση για ανάπτυξη και για μεταρρυθμίσεις, που μπορούμε να έχουμε το δικό μας ρυθμό στη μείωση των δημοσίων ελλειμμάτων...».
Από τη μεριά του, ο Ιταλός πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι επισήμανε ότι «αν αφήσουμε την ανάπτυξη να δώσει αποτελέσματα, η Ευρώπη πραγματικά έχει την πιθανότητα να επανέλθει στη διεθνή σκηνή, έτσι όπως θα έπρεπε να το κάνει. Θα έλεγα ότι αυτή θα έπρεπε να είναι ο φάρος του πολιτισμού στον κόσμο».
Οι αναφορές των Ολάντ - Ρέντσι στην «ανάπτυξη» συνδέονται με τη μεγάλη συζήτηση που δυναμώνει (και) εντός Ευρώπης για αλλαγές στο μείγμα διαχείρισης της κρίσης. Ολη αυτή η συζήτηση αφορά ουσιαστικά τις διαφορετικές «διαδρομές» από τις οποίες ζεστό χρήμα καταλήγει στα ταμεία των μονοπωλιακών ομίλων και τις προτεραιότητες με τις οποίες θα προχωρούν οι αντιλαϊκές αναδιαρθρώσεις: Δηλαδή τις διαφορετικές συνταγές συντριβής των λαών.
Σε αυτήν τη συζήτηση, Γαλλία και Ιταλία είναι δύο από τις πλευρές που φαίνεται να συμμετέχουν στηρίζοντας τη «χαλάρωση της λιτότητας» στην Ευρωζώνη και στην ΕΕ, ενώ άλλα κράτη, όπως η Γερμανία προτάσσουν περισσότερο την ανάγκη να διαφυλαχτεί η «δημοσιονομική σταθερότητα».
Στα «Συμπεράσματα» της Συνόδου που δόθηκαν στη δημοσιότητα αποτυπώνεται η διάθεση των δύο χωρών να επιμείνουν στην υπεράσπιση της «ανάπτυξης» - δηλαδή της συνταγής διεξόδου από την κρίση που εκτιμούν ότι θα αναβαθμίσει τη θέση των μονοπωλίων που εκπροσωπούν. Ωστόσο, σε καμία περίπτωση δεν πρέπει η οποιαδήποτε «σύγκλιση» ή η «απόκλιση» μεταξύ εκπροσώπων μονοπωλίων να οδηγεί σε απόλυτες διαπιστώσεις, που εμφανίζουν τις σχέσεις μεταξύ των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων ως κάτι που διακρίνεται μόνο από αντιθέσεις ή μόνο από συμβιβασμούς. Συνυπάρχουν και τα δύο και μάλιστα σ' αυτές τις σχέσεις επιδρούν και οι επιδιώξεις της Γερμανίας, αλλά και οι γενικότεροι ανταγωνισμοί εντός της Ευρωζώνης και της ΕΕ.
«Προσαρμογές» ευνοϊκές στα σχέδια κάθε πλευράς
«Η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων είναι ουσιώδης για να εξαλειφθούν τα εμπόδια που υπάρχουν, να απελευθερώσουμε τη δυναμική των οικονομιών και να γίνουν επενδύσεις εκεί όπου υπάρχουν ανάγκες», υπογραμμίζεται στα Συμπεράσματα της Συνόδου. Γαλλία - Ιταλία διαμηνύουν την αποφασιστικότητά τους να επιταχύνουν τις αντιλαϊκές αναδιαρθρώσεις, αλλά και ταυτόχρονα την επιμονή τους να χειρίζονται «ευέλικτα» την κατάσταση των δημόσιων ταμείων τους, δηλαδή με τον τρόπο που κάθε φορά θα θεωρούν πιο ωφέλιμο για τη θέση των μεγάλων επιχειρήσεων που εδρεύουν στις χώρες τους.
Γι' αυτό και επισημαίνουν: «Η βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών περνά μέσα από την αποφασιστική συνέχιση μιας δημοσιονομικής προσαρμογής ευνοϊκής για την ανάπτυξη, με ένα ρυθμό που θα προσαρμόζεται στις συνθήκες και θα χρησιμοποιεί όλες τις ευελιξίες που περιγράφονται στους κανόνες».
Σ' αυτό το πλαίσιο, τα Συμπεράσματα υπογραμμίζουν ότι πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στη γρήγορη προώθηση του «σχεδίου επενδύσεων για την Ευρώπη» (βλέπε «πακέτο Γιούνκερ»), για το οποίο μάλιστα ετοιμάζονται ήδη κοινές προτάσεις που οι δυο πλευρές ελπίζουν να συμπεριληφθούν στην τελική λίστα που θα εγκριθεί. Μία από αυτές είναι η σιδηροδρομική σύνδεση της γαλλικής Λυών με το ιταλικό Τορίνο, που οι υποστηρικτές της εμφανίζουν ως έργο που θα φέρει νέα δεδομένα στην εμπορική κίνηση πολλών περιοχών της ευρωπαϊκής ηπείρου.
Εκτός από την κατάθεση κοινών επενδυτικών προτάσεων, ο Ολάντ αναφέρθηκε και στις προσπάθειες των δύο χωρών για «εναρμόνιση των κανόνων» στην «αγορά Ενέργειας αλλά όχι μόνο», ώστε «να γίνουμε πιο ικανοί να προσελκύσουμε επενδύσεις από το εξωτερικό, αλλά και επίσης να τροφοδοτήσουμε τις δικές μας επενδύσεις από εγχώρια κεφάλαια στις δύο χώρες».
Η «συμβολή» των βιομηχάνων
Στην κατεύθυνση ιεράρχησης επενδύσεων που θα αναθερμάνουν την καπιταλιστική κερδοφορία στις δύο χώρες, κινείται και το σημείωμα που έστειλε ως «συμβολή» στη Σύνοδο η «Γαλλο-ιταλική Επιτροπή επιχειρήσεων», που επίσης συνεδρίασε στο Παρίσι με τη συμμετοχή της γαλλικής Ενωσης Βιομηχάνων MEDEF και της αντίστοιχης ιταλικής Confidustria.
Στο κείμενο ξεχωρίζει η σημασία που έχει «η εμψύχωση του ζητήματος "Made-In" (σ.σ. Μέιντ-Ιν)», εννοώντας την ανάγκη στήριξης της παραγωγής εντός συνόρων, ολόπλευρης ενίσχυσης των ντόπιων επιχειρήσεων που, στο πλαίσιο ενίσχυσης του ανταγωνισμού, έχουν χάσει σημαντικά μερίδια των αγορών, όχι μόνο μέσα στις δύο χώρες, ούτε μόνο μέσα στην Ευρώπη.
Ουσιαστικά, οι βιομήχανοι εφιστούν την προσοχή στις δύο κυβερνήσεις σχετικά με τα προτερήματα που διατηρούν ανταγωνιστές τους (από αναπτυγμένες χώρες όπως η Γερμανία αλλά και αναδυόμενες όπως η Κίνα, ή η Ινδία), αναπτύσσοντας δυναμική παρουσία σε όλο και περισσότερους κλάδους, σε βάρος του γαλλικού και ιταλικού κεφαλαίου.
Στο όνομα της αναθέρμανσης της «ντόπιας» παραγωγής (ή της «παραγωγικής ανασυγκρότησης» όπως θα επέλεγαν να το πουν δυνάμεις τύπου ΣΥΡΙΖΑ), ξετυλίγεται ήδη μια καλοσχεδιασμένη επιχείρηση εξαγοράς των εργατικών - λαϊκών συνειδήσεων, προκειμένου να στηρίξουν οι εργάτες τα «ντόπια» αφεντικά τους έναντι των «ξένων». Λες και αλλάζει η εκμετάλλευση ή η φτώχεια αν αυτός που την προκαλεί έχει την ίδια εθνικότητα με αυτόν που τη φορτώνεται.
Δεν είναι τυχαίο ότι MEDEF και Cοnfidustria επισημαίνουν πως πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στη «χαλάρωση των κανόνων της αγοράς εργασίας όπως και στην ανάπτυξη της μαθητείας ώστε να μειωθεί η ανεργία των νέων». Δηλαδή, αντί για την ανεργία, οι νέοι μπορούν να διαλέξουν τη δουλειά χωρίς δικαιώματα (αυτό εννοούν όταν λένε «χαλάρωση των κανόνων της αγοράς εργασίας») ή τη δουλειά με ημερομηνία λήξης (αυτό επιδιώκει η επέκταση των προγραμμάτων μαθητείας, προκειμένου να ανακυκλώνονται φτηνά, ή ακόμα και εντελώς τζάμπα, και νεαρά εργατικά χέρια που αντί να εκπαιδεύονται θα δουλεύουν σε όλο και πιο εξοντωτικές συνθήκες μέχρι να λήξει η «μαθητεία» τους και να παραδώσουν τη σκυτάλη στους επόμενους). Αυτές είναι οι εναλλακτικές που προσφέρουν οι υπερασπιστές της «ανάπτυξης».

Συντονισμός επενδύσεων στη Μεσόγειο
Την ίδια στιγμή, Γαλλία και Ιταλία στρέφουν το «βλέμμα» τους στη Λεκάνη της Μεσογείου, μια περιοχή κρίσιμης γεωστρατηγικής σημασίας και γεμάτη φυσικούς πόρους. Ετσι, επισημαίνουν ότι «θα συνεχίσουν να εργάζονται για την ενίσχυση της σταθερότητας, της ευημερίας και του εκδημοκρατισμού της μεσογειακής γειτονιάς τους». Επικεντρώνουν στην ανάγκη «ενίσχυσης της περιφερειακής ενοποίησης των χωρών του Νότου», με «εργαλεία» όπως η «Ενωση για τη Μεσόγειο» (στην οποία συμμετέχουν όλες οι χώρες της ΕΕ και άλλες της Μεσογείου) και η πρωτοβουλία «Διαλόγου των 5+5» (στην οποία συμμετέχουν μόνο Ισπανία, Γαλλία, Ιταλία, Μάλτα, Πορτογαλία και Αλγερία, Λιβύη, Τυνησία, Μαρόκο, Μαυριτανία). Σκοπός είναι «να βελτιωθεί το επίπεδο της συνεργασίας των επενδύσεων στο νότο της Μεσογείου, ιδιαίτερα μέσα από την πρωτοβουλία AMICI» (που αφορά το συντονισμό επενδύσεων στη Νότια Μεσόγειο με τη στήριξη και της ΕΕ).
Οι δυο πλευρές σημειώνουν ότι μέσα στο 2015 θα διοργανώσουν μια συνάντηση της «ομάδας γαλλο-ιταλικής σκέψης για τη Μεσόγειο», με «το αντικείμενο να προσδιορίσει τις προτεραιότητες και τα κοινά προγράμματα δράσης σε αυτή τη ζώνη, προς όφελος, για παράδειγμα, της απασχόλησης και της νεολαίας ή των ανανεώσιμων μορφών ενέργειας στο πλαίσιο και της COP21»(σ.σ. της Διάσκεψης για το Κλίμα που θα γίνει το Δεκέμβρη στο Παρίσι ανιχνεύοντας νέα πεδία δράσης για τα υπερσυσσωρευμένα κεφάλαια, ειδικά στον κλάδο της Ενέργειας).
Στο πλαίσιο να διασφαλιστεί προτεραιότητα στις μπίζνες της περιοχής, πρέπει να εξεταστεί και η «ανησυχία» των δύο χωρών για την «ασφάλεια» και τη «σταθερότητα». Η Γαλλία ήδη πρωτοστατεί σε μια σειρά «ειρηνευτικές αποστολές» σε αφρικανικές χώρες, ενώ μαζί με την Ιταλία είναι ήδη δύο από τις χώρες που επανειλημμένα έχουν ζητήσει δράση για την «αποκατάσταση» της «σταθερότητας» στη Λιβύη.
Ετσι, οι δυο τους τώρα επισημαίνουν ότι «εμπλέκονται και οι δύο στη σταθεροποίηση του νότιου άκρου της Ευρώπης, ιδιαίτερα στην Αφρική. Από αυτή τη σκοπιά, θα συνεχίσουν να δουλεύουν από κοινού στο πλαίσιο των αποστολών και των επιχειρήσεων της Κοινής Πολιτικής Ασφαλείας και Αμυνας (της ΕΕ) που αναπτύσσονται στη ζώνη του Σαχέλ, την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία και το Κέρας της Αφρικής».
Ετικέτες

Δημοσίευση σχολίου

[blogger]

MKRdezign

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Από το Blogger.
Javascript DisablePlease Enable Javascript To See All Widget