Ανακατατάξεις στους Σοσιαλδημοκράτες

Το σύνθημα του Αμόν χαρακτηριστικό στην προσπάθεια χειραγώγησης του λαού:
«Κάνε την καρδιά της Γαλλίας να χτυπήσει»
Η περίπτωση του Μπενουά Αμόν, ενός ακόμα φιλόδοξου «αριστερού» υπερασπιστή των σύγχρονων αναγκών του γαλλικού κεφαλαίου
Οι τελευταίες εξελίξεις στο Σοσιαλιστικό Κόμμα Γαλλίας (Parti Socialiste de France - PSF) αναδεικνύουν ακόμα περισσότερο τη ρευστότητα στο αστικό πολιτικό σύστημα της χώρας, τις βαθιές αντιθέσεις που εκδηλώνονται στο εσωτερικό της ντόπιας αστικής τάξης, τις έντονες διεργασίες που συνεχίζονται καθώς το ντόπιο κεφάλαιο αναζητά προσωπικό ικανό να υπερασπιστεί τα στρατηγικά του συμφέροντα, στο φόντο της ραγδαίας όξυνσης του ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού, και εντός Ευρώπης (και ΕΕ) και γενικότερα. Φυσικά οι «εναλλακτικές» του κεφαλαίου στη Γαλλία δεν περιλαμβάνουν μόνο τους Σοσιαλδημοκράτες, αλλά και τους νεοφιλελεύθερους των Ρεπουμπλικανών του Φρ. Φιγιόν, ή τον «ανεξάρτητο» πρώην πρωθυπουργό Εμ. Μακρόν, ή τη «λάιτ αριστερά» του σοσιαλδημοκράτη Ζ. Λ. Μελανσό και επίσης τη «λάιτ» ακροδεξιά του Εθνικού Μετώπου της Μ. Λεπέν, η οποία προηγείται σταθερά στις δημοσκοπήσεις.
Ωστόσο, σήμερα θα ασχοληθούμε περισσότερο με την περίπτωση του «αουτσάιντερ» Μπενουά Αμόν στον α' γύρο των προκριματικών εκλογών για το προεδρικό χρίσμα των Σοσιαλιστών, που η πρώτη θέση που πήρε θεωρήθηκε «έκπληξη» από πολλούς. Ο Αμόν ήταν υπουργός Παιδείας που τον Αύγουστο του 2014 βρέθηκε εκτός της κυβέρνησης Ολάντ - Βαλς (όπως και ο μέχρι τότε υπουργός Οικονομίας Αρνό Μοντεμπούργκ), ουσιαστικά μετά από διαφωνίες για τον τρόπο «αντίστασης» στη γερμανική ηγεμονική θέση στην Ευρώπη.
Ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα του αυριανού β' γύρου και το αν τελικά θα είναι ο Αμόν που θα εκπροσωπήσει το PSF στις προεδρικές εκλογές του Απρίλη και του Μάη, οι προτάσεις του αντανακλούν την «κινητικότητα» που δυναμώνει προκειμένου το γαλλικό κεφάλαιο να ανακτήσει ορμή και προβάδισμα, στην αναμέτρησή του με αντίπαλα μονοπωλιακά κέντρα.
Στόχος το προβάδισμα σε κλάδους με «μέλλον»
Στο πρόγραμμά του, ο Αμόν εστιάζει στην αξιοποίηση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), θέτοντας ως στόχο την ανάπτυξή τους κατά 50% μέχρι το 2025. Μιλά για «έξοδο της Γαλλίας από το ντίζελ με ορίζοντα το 2025», αλλά και για «αναβίωση της Ευρώπης μέσω της ενεργειακής μετάβασης», εκτιμώντας ότι οι λεγόμενες «εναλλακτικές» μορφές Ενέργειας μπορούν να δώσουν διέξοδο στα υπερσυσσωρευμένα κεφάλαια, αλλά και νέα πλεονεκτήματα στην ευρύτερη ενδοϊμπεριαλιστική αναμέτρηση που αφορά τον όσο το δυνατόν πιο φτηνό και άμεσο ενεργειακό ανεφοδιασμό.
Σε αυτή τη βάση, ο Αμόν υπόσχεται «ένα πλάνο επενδύσεων ενός τρισεκατομμυρίου επικεντρωμένου στην οικολογική μετάβαση και με προορισμό κατά προτεραιότητα στις ζώνες της Ευρώπης που βρίσκονται στην πιο μειονεκτική θέση». Κι αφού στοχοποιεί αγορές για λογαριασμό φυσικά των γαλλικών μονοπωλίων, δεν παραλείπει να σημειώσει και ότι χρειάζεται να διαμορφωθεί «η σήμανση των ιδιωτικών χρηματοδοτήσεων προς τις πράσινες επενδύσεις χάρη σε μηχανισμούς χορήγησης κινήτρων και την κατάργηση όλων των επιδοτήσεων για τα ορυκτά καύσιμα».
Αντίστοιχο βάρος έχει στο πρόγραμμα του Αμόν η πριμοδότηση πιο «οικολογικών», «φιλικών προς τη φύση» τεχνικών στην αγροτική παραγωγή, που συνδέεται και με την προσπάθεια μεγάλων μονοπωλίων στον κλάδο των Τροφίμων να εκτοπίσουν ανταγωνιστές τους. Ο Αμόν μιλά για «πρόγραμμα αγροτικών επενδύσεων ώστε να υποστηριχτούν τα σχέδια αγροοικολογικής ανάπτυξης, τα "σύντομα κυκλώματα" (σ.σ. "circuits courts") και οι συνεταιρισμοί», με το βλέμμα στραμμένο και στο μεγάλο πλήγμα που έχουν υποστεί οι γαλλικές εταιρείες του χώρου από αντίστοιχες (ειδικά, αλλά όχι μόνο) γερμανικές και αναζητούν επίμονα τρόπους «επιστροφής» με αξιώσεις, έστω σε ορισμένους από τους τομείς της αγροτικής παραγωγής και φυσικά της αγροτικής βιομηχανίας.
Ενδεικτική είναι η συζήτηση που διευρύνεται και στη Γαλλία για το κατά πόσο η σύντμηση του «κύκλου διακίνησης» ενός προϊόντος, με τη μεσολάβηση ενός μόνο «ενδιάμεσου» μεταξύ παραγωγού και πωλητή, μπορεί να δώσει απάντηση στη μεγάλη «κρίση» που μαστίζει και το συγκεκριμένο χώρο. Βεβαίως, όταν η καθετοποίηση της αγροτικής παραγωγής οργανώνεται στη βάση της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής, όσο κι αν ...μικρύνει ο κύκλος της «διακίνησης», κερδισμένα βγαίνουν τα μεγάλα μονοπώλια που με τη συγκέντρωση και συγκεντροποίηση, που νομοτελειακά προχωρά σε κάθε κλάδο, μπορούν να ελέγξουν ολόκληρη τη διαδικασία παραγωγής και διάθεσης αγροτικών προϊόντων, καθορίζοντας την επάρκεια και την ποιότητά τους με μόνο κριτήριο το δικό τους μέγιστο κέρδος. Οι «συνεταιρισμοί» για τους οποίους κόπτεται (και) ο Αμόν, στη Γαλλία δεν αντιστοιχούν παρά σε μεγάλες επιχειρήσεις που πρωτοστατούν στο δραστικό ξεκλήρισμα μικροπαραγωγών.
Με φόντο τις συγκεκριμένες κινήσεις για το «άνοιγμα» του γαλλικού κεφαλαίου σε τέτοιους τομείς, ο Αμόν προτάσσει, άλλωστε, και τη συγκράτηση του ελλείμματος κάτω του 3% του ΑΕΠ, ζήτημα που ειδικά τα τελευταία χρόνια αποτελεί πεδίο σφοδρής αντιπαράθεσης στην ΕΕ. «Πρέπει να γίνουν σημαντικές επενδύσεις για την ενεργειακή μετάβαση και τη μετάβαση του αναπτυξιακού μας μοντέλου» εξηγεί, αποτυπώνοντας την επιμονή της γαλλικής πλουτοκρατίας να διασφαλίσει μεγαλύτερη «ευελιξία» για επενδυτικές πρωτοβουλίες.
Προτεραιότητα η ενίσχυση της Αμυνας
Στην τηλεμαχία της περασμένης Τετάρτης, ο Αμόν χαρακτήρισε «απαράδεκτο» οι δαπάνες για τις στρατιωτικές επιχειρήσεις της ιμπεριαλιστικής Γαλλίας να «μπαίνουν στο κάδρο του δημόσιου ελλείμματος» και τάχτηκε υπέρ της δημιουργίας και δεύτερου αεροπλανοφόρου.
Είναι χαρακτηριστικές, άλλωστε, οι επισημάνσεις στο ίδιο το πρόγραμμα του Αμόν. Εκεί ξεκαθαρίζει ότι θέλει να εξαιρέσει «τον προϋπολογισμό της Αμυνας από τον υπολογισμό του ελλείμματος με τα κριτήρια του Μάαστριχτ» και επισημαίνει όλο νόημα: «Με την έξοδο της Βρετανίας από την ΕΕ, η Γαλλία θα είναι η μόνη χώρα (ικανή) να διεξάγει μια σημαντική προσπάθεια σχετικά με τον προϋπολογισμό στον τομέα της Αμυνας. Διότι η γαλλική Αμυνα εγγυάται τη δική μας προστασία, αλλά και την προστασία όλων των Ευρωπαίων (...) σε ένα πλαίσιο στο οποίο η Αμερική του Τραμπ θα αποδεσμευτεί από την ευρωπαϊκή ήπειρο, η ΕΕ πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες της και να αποκτήσει τα μέσα της στρατηγικής και επιχειρησιακής της αυτονομίας».
Με λίγα λόγια, το «αριστερό» - κατά πολλούς - φαβορί για το χρίσμα των Σοσιαλιστών υπόσχεται ότι δεν θα παζαρέψει το ρόλο του γαλλικού κεφαλαίου στις γεωστρατιωτικές κόντρες που οξύνονται, παράλληλα με τους ανταγωνισμούς των μονοπωλίων για τον έλεγχο αγορών και πρώτων υλών.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι η Αμυνα ξεχωρίζει τόσο στο πρόγραμμα του Μ. Βαλς (του πρώην πρωθυπουργού και αντιπάλου του Αμόν στον αυριανό β' γύρο), αλλά και του Φρανσουά Φιγιόν (υποψήφιου των Ρεπουμπλικανών για τις προεδρικές εκλογές). Ο πρώτος λέει ότι οι «αμυντικές» δαπάνες πρέπει να αυξηθούν στο 2% του ΑΕΠ, ώστε να αναλάβει η χώρα «τις ευθύνες της». Ο δεύτερος διατυπώνει προτάσεις και για την ΕΕ, προσδοκώντας ασφαλώς αυξημένα οφέλη για το γαλλικό κεφάλαιο, σημειώνοντας την ανάγκη «να χτίσουμε μια ευρωπαϊκή βιομηχανία και να δημιουργήσουμε ένα ταμείο που θα συγκεντρώνει και θα χρηματοδοτεί τις δαπάνες για τις επεμβάσεις στο εξωτερικό».
Προτάσεις με παγίδες για το λαό
Μεγάλη σημασία δίνει ο Αμόν και σε ζητήματα «ασφάλειας» στο εσωτερικό της χώρας, στο πλαίσιο βέβαια που ειδικά μετά τις πολύνεκρες επιθέσεις του Νοέμβρη του 2015, ξεδιπλώνονται πολλές αντιλαϊκές μεθοδεύσεις. Ετσι, εστιάζει στην ενίσχυση των «μέσων της αστυνομίας και της χωροφυλακής με την αντικατάσταση όλων των θέσεων που μένουν κενές από συνταξιοδοτήσεις», αλλά και (!) «τη δημιουργία 1.000 θέσεων το χρόνο (στη διάρκεια της 5ετίας)». Επίσης, προτείνει και την καθιέρωση ειδικού πριμ για όλους όσους υπηρετούν σε «δύσκολες ζώνες».
Οσον αφορά τα Εργασιακά, ο Αμόν αναφέρει διάφορα περί μείωσης των ωραρίων εργασίας, συνδέοντας προτάσεις για 4 μέρες εργασίας με την καθιέρωση «διαπραγμάτευσης για τη μείωση του χρόνου εργασίας», που θα ξεκινήσει από τους κλάδους «ώστε καθένας να μπορέσει να αξιολογήσει αν τη χρειάζεται» (σ.σ. τη μείωση του ωραρίου). Προτάσεις που χωρίς ρητή διασφάλιση ολοκληρωμένων και σταθερών μισθολογικών, ασφαλιστικών και άλλων εργασιακών δικαιωμάτων, κάλλιστα μπορούν να συνδεθούν και με την επιθυμητή «ευελιξία» της μεγαλοεργοδοσίας να κάνει τις συνθήκες εργασίας εντελώς «λάστιχο», ανάλογα με το εύρος του κύκλου της παραγωγής στις αντίστοιχες μονάδες της.
Τέλος, μεγάλη συζήτηση έχει ξεκινήσει με την πρόταση του Αμόν για την καθιέρωση «καθολικού εισοδήματος», τη χορήγηση δηλαδή ενός ποσού που σταδιακά θα γενικευτεί για τον πληθυσμό. Αντίστοιχες προτάσεις έχουν εμφανιστεί σε χώρες όπως η Φινλανδία, όπου οι εμπνευστές της υποστηρίζουν ότι εάν εξασφαλιστεί στους πολίτες ένα βασικό εισόδημα ικανό για τα στοιχειώδη, τότε αυτοί θα γίνουν πιο ανοικτοί π.χ. στο να αναλάβουν μορφές ευέλικτης εργασίας (ημιαπασχόληση, zero-hour κ.ά.). Μάλιστα, τέτοιες προτάσεις συνδέονται και με επισημάνσεις για την «απλοποίηση» του συστήματος Πρόνοιας, αφού μια σειρά επιδόματα μπορούν να «συμπτύσσονται» σε ένα, με αποτέλεσμα πολύ πιθανά να ανταποκρίνεται και στον πάγιο στόχο των αστικών κυβερνήσεων για «εξυγίανση των δημοσίων δαπανών».
Το πώς ακριβώς θα διαμορφωθούν τέτοιες προτάσεις στη Γαλλία, μένει να το δούμε. Ωστόσο, η πείρα και από το «ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα» στην Ελλάδα αναδεικνύει ότι όχι απλά πρόκειται για ψίχουλα, αλλά και ότι ενώ αυτά προσφέρονται από τη μια πλευρά, από την άλλη η αρπαγή λαϊκών δικαιωμάτων και κατακτήσεων αποκτά τη μορφή χιονοστιβάδας.
Πάντως, η διατύπωση τέτοιων προτάσεων από αστούς πολιτικούς που λανσάρονται ως «εναλλακτικοί» δεν είναι τυχαία, σε μια εποχή που μεγαλώνουν οι απαιτήσεις για το πολιτικό προσωπικό του κεφαλαίου, για την ικανότητά του να χειραγωγεί και να εγκλωβίζει λαϊκά στρώματα στη μιζέρια και την αποδοχή της αντιλαϊκής θύελλας ως «αυτονόητης».


Ετικέτες

Δημοσίευση σχολίου

[blogger]

MKRdezign

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Από το Blogger.
Javascript DisablePlease Enable Javascript To See All Widget