Ανταγωνισμοί Ευρωπαϊκής Ενωσης - Κίνας

Στις 24/3/2015, στο «Ριζοσπάστη» δημοσιεύσαμε ένα σύντομο ρεπορτάζ που έλεγε ανάμεσα σε άλλα και τα εξής: «...χτες ήρθε στη δημοσιότητα απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία χαρακτηρίζει ως "παράνομες κρατικές ενισχύσεις", ποσά που προέρχονται από τις ευνοϊκές φορολογικές ρυθμίσεις, οι οποίες προβλέπονται στη συμφωνία της παραχώρησης της προβλήτας ΙΙ του ΟΛΠ στην COSCO.
Συγκεκριμένα, όπως σημειώνεται στην ανακοίνωση της ΕΕ, η Κομισιόν "κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ορισμένα φορολογικά πλεονεκτήματα που χορηγήθηκαν από την Ελλάδα υπέρ του φορέα εκμετάλλευσης του λιμένα "Σταθμός Εμπορευματοκιβωτίων Πειραιά ΑΕ" (PCT) και της μητρικής της εταιρείας "Cosco Pacific Limited" ("Cosco") παρείχαν στους δικαιούχους αθέμιτο πλεονέκτημα έναντι των ανταγωνιστών τους, κατά παράβαση των κανόνων της ΕΕ για τις κρατικές ενισχύσεις». Οπως αναφέρεται, τα οφέλη αυτά περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, φορολογικές απαλλαγές και η ΕΕ ζητά άμεσα «οι εταιρείες να επιστρέψουν τα πλεονεκτήματα που έλαβαν στο ελληνικό κράτος"».
Και σημειώναμε ότι:«Κατά την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, οι ρυθμίσεις αυτές προσφέρουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στην ΣΕΠ, τη θυγατρική δηλαδή που έχει συστήσει η COSCO για να παραλάβει την προβλήτα», θεωρεί δε ότι γίνεται αθέμιτος ανταγωνισμός, άρα και παράβαση των κανόνων της ΕΕ για κρατικές ενισχύσεις και ζητά από την κυβέρνηση να ανακτήσει αυτά τα ποσά.
Και συμπληρώναμε ότι αυτό γίνεται «στο πλαίσιο των έντονων ανταγωνισμών των επιχειρηματικών ομίλων και των κρατών που ανήκουν, οι οποίοι είναι σε πλήρη εξέλιξη, γύρω από υποδομές - "φιλέτα" της χώρας, όπως είναι το λιμάνι του Πειραιά».
Τα εμπόδια της Κομισιόν
Θα 'λεγε κανείς ότι τα φορολογικά πλεονεκτήματα αποτελούν έναν παράγοντα, ο οποίος συμβάλλει στις καπιταλιστικές επενδύσεις κάθε μορφής, ακόμη και αν πρόκειται να συνδυαστούν με αποκρατικοποιήσεις. Αποτελούν, όμως, και παράγοντα που συμβάλλει στην ανταγωνιστικότητα. Ταυτόχρονα, εμφανίζεται να βάζει εμπόδια η ίδια η Κομισιόν σε εφαρμογή της πολιτικής των ιδιωτικοποιήσεων, στην οποία επιμένει όπως και το ΔΝΤ και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ότι αποτελούν βασική προϋπόθεση καπιταλιστικής ανάκαμψης και εξόδου από την κρίση και εννοείται ότι πρέπει να προωθηθούν γοργά. Το ίδιο είχε γίνει και με την πορεία ιδιωτικοποίησης της ΔΕΠΑ, την οποία ήθελε να εξαγοράσει το ρωσικό μονοπώλιο «Gazprom» και ανέκοψε η Κομισιόν.
Τι φαίνεται; Οτι η Κομισιόν δεν θέλει άλλη επέκταση της δράσης του κινεζικού επιχειρηματικού ομίλου στην Ελλάδα και μάλιστα στο λιμάνι του Πειραιά που είναι πύλη εισόδου - εξόδου εμπορευμάτων προς και από ΕΕ για Ασία και Αφρική. Υπάρχει ένα στοιχείο στην υπόθεση που βοηθά να καταλάβουμε αυτή τη στάση της Κομισιόν. Τη συγκεκριμένη προβλήτα διεκδικεί, ανάμεσα σε άλλους επιχειρηματικούς ομίλους και έχει καταθέσει προσφορά, η «APM Terminals BV», διεθνικό μονοπώλιο διαχείρισης εμπορευματοκιβωτίων που διαθέτει ένα παγκόσμιο δίκτυο εγκαταστάσεων σε 71 λιμάνια και τερματικούς σταθμούς σε τουλάχιστον 48 χώρες, μεταξύ των οποίων και σε λιμάνια όπως το Pότερνταμ και το Λος Αντζελες, ενώ αποτελεί μέρος του πανίσχυρου δανέζικου ομίλου «Maersk», από τους κορυφαίους παγκοσμίως στο χώρο των μεταφορών. Το 2013, τα έσοδα της «APM Terminals» ανήλθαν στα 4,33 δισ. δολάρια. Δηλαδή ένας από τους ισχυρότερους ανταγωνιστές της COSCO διεθνώς.
Αλλά δεν αρκεί αυτό για να δείξει το μέγεθος των ανταγωνισμών μεταξύ ΕΕ και Κίνας. Πρόσφατα, στο «Bloomberg» υπήρχε ρεπορτάζ, σύμφωνα με το οποίο οι ευρωπαϊκές εταιρείες ελκύουν σε μεγάλο βαθμό τις κινεζικές επενδύσεις, ενώ σταδιακά οι Κινέζοι βάζουν στο στόχαστρο όλο και πιο γνωστές εταιρείες. Κινέζικοι επιχειρηματικοί όμιλοι έδειξαν ενδιαφέρον για ένα μεγάλο συγκρότημα 18 κτιρίων στο Βερολίνο και την ιταλική εταιρεία κατασκευής ελαστικών «Pirelli». Η Ευρώπη θεωρεί τους Κινέζους επενδυτές, ακόμη και όταν ελέγχονται από το κράτος, πιο ευπρόσδεκτες από, ας πούμε, τους Ρώσους.
Εξαγορές ευρωπαϊκών επιχειρήσεων από κινέζικους ομίλους
Μέχρι το 2011, η Κίνα κυρίως υποδεχόταν ευρωπαϊκές επενδύσεις, όμως στη συνέχεια η κρίση συρρίκνωσε τις τιμές των περιουσιακών στοιχείων. Ορισμένες κυβερνήσεις προσπαθούσαν απεγνωσμένα να κάνουν ιδιωτικοποιήσεις, ενώ σεβαστές εταιρείες έγιναν λιγότερο επιλεκτικές όσον αφορά επίδοξους επενδυτές. Κινέζοι επενδυτές εξαγόρασαν τη σουηδική «Volvo», απέκτησαν σημαντικό μερίδιο στη γαλλική «Peugeot - Citroen» και στον οίκο μόδας «Sonya Rykiel», μερίδιο στο λιμάνι του Πειραιά στην Ελλάδα και στη Βρετανία την αλυσίδα ρεστοράν «Pizza Express» και την εταιρεία κατασκευής πολυτελών ρούχων «Aquascutum», αυξάνοντας εκθετικά τις κινεζικές επενδύσεις.
Το 2014, όταν έγιναν οι συμφωνίες για την «Peugeot» και την «Pizza Express», οι κινεζικές εξαγορές στην Ευρώπη έφτασαν σε επίπεδο ρεκόρ. Εκρηκτική είναι η άνοδος των ιδιωτικών κινεζικών επενδύσεων σε περιφερειακό επίπεδο, όπως για παράδειγμα στα ακίνητα της Πορτογαλίας και της Λετονίας στο πλαίσιο προγραμμάτων χορήγησης βίζας.
Η Ευρώπη είναι σχετικά φθηνή, είναι ανοιχτή και διαθέτει στοιχεία που κυνηγούν οι Κινέζοι επενδυτές, όπως τεχνολογία και ευρέως αναγνωρίσιμες μάρκες. Η συμφωνία για την «Pirelli» αφορά το δεύτερο. Ο επενδυτής είναι η κινεζική εταιρεία «China National Tire & Rubber Company», θυγατρική του κρατικού γίγαντα «ChemChina», και πουλάει 20 εκατομμύρια ελαστικά το χρόνο, αλλά κανείς δεν γνωρίζει τις μάρκες της, ονόματι «Rubber Six» και «Aeolus». Δεν διαθέτει τη λαμπρή αγωνιστική ιστορία της «Pirelli». Η «Pirelli» διαθέτει την πέμπτη πιο πολύτιμη μάρκα ελαστικών στον κόσμο.
Το «Bloomberg» σημειώνει επίσης ότι όταν παλιές ευρωπαϊκές εταιρείες πέφτουν στα χέρια κινεζικών κρατικών εταιρειών, το θέμα μετατρέπεται και σε γεωπολιτικό. Οι ευρωπαϊκές χώρες, δηλαδή, εκχωρούν μέρος της κληρονομιάς τους στην κινεζική κυβέρνηση, διευρύνοντας την παγκόσμια επιρροή της.
Τι φαίνεται από το ρεπορτάζ του «Bloomberg»; Οτι κινέζικοι επιχειρηματικοί όμιλοι κάνουν επιθετική πολιτική εξαγωγής κεφαλαίου στην ΕΕ και στην Ευρωζώνη και επενδύουν, εξαγοράζοντας μονοπωλιακούς ομίλους σε τομείς, όπως η αυτοκινητοβιομηχανία, η ένδυση - μόδα, η εστίαση, αλλά και τα ακίνητα, δηλαδή τομείς που αφενός έχουν μεγάλα μερίδια στην ευρωπαϊκή αλλά και στη διεθνή αγορά, ιδιαίτερα στα ανεπτυγμένα καπιταλιστικά κράτη, άρα τους κάνει «μπάσιμο», απειλώντας τις θέσεις τους στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα, αφετέρου ανεβάζει το κύρος της διεθνώς, επομένως δυναμώνει και μ' αυτή την παράμετρο τη θέση της στην παγκόσμια αγορά. Είναι, επίσης, ένας δείκτης που φανερώνει και τη λειτουργία της ανισόμετρης ανάπτυξης, αφού η οικονομία της Κίνας ενισχύεται, μέσω της ενίσχυσης των επιχειρηματικών της ομίλων, έναντι των ευρωενωσιακών, αλλά και των αμερικάνικων μονοπωλίων, άρα και των οικονομιών τους. Επομένως, η όξυνση των ανταγωνισμών ανάμεσα σε ΕΕ - Κίνα μεγαλώνει. Αλλά έτσι λειτουργεί ο καπιταλισμός.
Δε συμφέρει τους εργάτες
Βεβαίως, απ' αυτές τις εξελίξεις και τις ευρωκινέζικες σχέσεις, ανεξάρτητα από το πώς εξελίσσονται, ωφελείται γενικά το κεφάλαιο. Η εργατική τάξη, τα άλλα φτωχά λαϊκά στρώματα, δηλαδή οι παραγωγοί του πλούτου, αυτοί που με τη δουλειά τους αναπτύσσουν το κεφάλαιο, βρίσκονται σε ολοένα και χειρότερη θέση. Αλλωστε, χωρίς αυτήν την τάση, δηλαδή της σχετικής και απόλυτης χειροτέρευσης της θέσης της εργατικής δύναμης στον καπιταλισμό, το κεφάλαιο δεν μπορεί να αναπαράγεται διευρυμένα. Επομένως, η εργατική τάξη, οι σύμμαχοί της πρέπει να αντικαταστήσουν την καπιταλιστική ιδιοκτησία με την κοινωνική. Χωρίς καπιταλιστές θα αναπτύσσεται η οικονομία με τη δουλειά τους, χωρίς κρίσεις, για την κάλυψη των δικών τους αναγκών.
Ανησυχούν στην Ευρωζώνη
«Την ανησυχία ότι η ανάπτυξη στην Ευρωζώνη μπορεί να μην είναι αντάξια των προβλέψεων που έχουν διατυπώσει οι οικονομολόγοι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) μέχρι το 2017 εξέφρασαν τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της ευρωτράπεζας στη συνεδρίαση που πραγματοποιήθηκε αρχές Μαρτίου. Σε δημοσίευμα της βρετανικής εφημερίδας "Financial Times", μάλιστα, επισημαίνεται κομμάτι των πρακτικών, όπου αναφέρονται τα εξής: "Δεν είναι βέβαιο μέχρι ποιο σημείο μπορεί να συνεχίσει να είναι υποστηρικτική η νομισματική πολιτική το 2017", δηλαδή όταν θα έχει λήξει το τρέχον πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων. Η τοποθέτηση αυτή είναι ενδεικτική του προβληματισμού της ΕΚΤ για την προοπτική ανάπτυξης στην Ευρωζώνη την επόμενη διετία.
Η ανάπτυξη στην Ευρωζώνη θα μπορούσε να εξασθενήσει στο εγγύς μέλλον εάν οι τιμές του πετρελαίου ανακάμψουν δυναμικότερα απ' ό,τι προβλέπεται. Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ευρωζώνη σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο είναι αρκετά πιο περίπλοκες τον τελευταίο καιρό. Στον απόηχο του προβληματισμού των αξιωματούχων της ΕΚΤ βρίσκονται οι καθυστερήσεις των κυβερνήσεων για την προώθηση ριζικών μεταρρυθμίσεων, που θα αναβαθμίσουν τη μεσοπρόθεσμη προοπτική ανάπτυξης» («Καθημερινή», 3/4/2015).
Για την ώρα, το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ με την αγορά ομολόγων και το τύπωμα ευρώ, έχει ενισχύσει το οικονομικό κλίμα στην Ευρωζώνη, στον ευρωπαϊκό Νότο, αλλά οι ρυθμοί ανάπτυξης και η κατανάλωση απέχουν από τα προ κρίσης επίπεδα.
Ολ' αυτά είναι ενδεικτικά της κατάστασης της καπιταλιστικής οικονομίας της Ευρωζώνης. Σύμφωνα με τις χειμερινές προβλέψεις της Κομισιόν, ο ρυθμός ανάπτυξης της Ευρωζώνης για το 2015 εκτιμούν ότι θα είναι 1,3% του ΑΕΠ, ενώ το 2016, αναμένεται να φθάσει το 1,9%. Βεβαίως αυτές είναι εκτιμήσεις, προβλέψεις. Εχουν γίνει ανάλογες και στο παρελθόν που στην πορεία αναθεωρούνται προς τα κάτω ή ως τελικό αποτέλεσμα, δηλαδή στο τέλος του χρόνου, οι ρυθμοί ανάπτυξης δεν πιάνονται.
Η Κομισιόν μιλά για ανάπτυξη λόγω της αυξημένης εγχώριας και εξωτερικής ζήτησης, της πολύ χαλαρής νομισματικής πολιτικής. Ως προς το δεύτερο, πασχίζει η ΕΚΤ, αλλά ως προς το πρώτο, τα πράγματα είναι δύσκολα για δύο λόγους: Ο ένας είναι η μεγάλη μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης, και ο δεύτερος το γεγονός ότι η στασιμότητα στην οικονομία της Ευρωζώνης, η ύφεση στη Ρωσία, η επιβράδυνση στην Κίνα, δυσκολεύουν αφάνταστα τις εξαγωγές. Η εργατική δύναμη θα συνεχίσει να είναι φτηνή, γιατί η αύξησή της εμποδίζει την ανταγωνιστικότητα, μειώνει το ποσοστό κέρδους. Είναι μια αξεπέραστη αντίφαση του καπιταλισμού.
Την ίδια ώρα η ίδια η Κομισιόν εκτιμά ότι οι προοπτικές ανάπτυξης είναι για την ώρα περιορισμένες «λόγω του ασθενούς επενδυτικού περιβάλλοντος και της υψηλής ανεργίας». Αυτά τα στοιχεία δείχνουν ότι βασικό μειονέκτημα για την καπιταλιστική ανάκαμψη είναι ότι δε γίνονται επενδύσεις. Πού στηρίζεται η όποια αισιοδοξία της Κομισιόν; Στις χαμηλές τιμές του πετρελαίου, στην υποτίμηση του ευρώ λόγω της ποσοτικής χαλάρωσης από την ΕΚΤ και στο Επενδυτικό Σχέδιο Γιούνκερ. Η τιμή του πετρελαίου μπορεί να αυξηθεί, ήδη αυξάνεται. Το φτηνό ευρώ μειώνει την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων, ενώ το σχέδιο Γιούνκερ απαιτεί τεράστια ιδιωτικά κεφάλαια για να προχωρήσει. Αυτή η πραγματικότητα εξηγεί σε μεγάλο βαθμό και το «στρίμωγμα» από την τρόικα στη χρηματοδότηση της ελληνικής κυβέρνησης, ενώ επιδρά και στη στασιμότητα, στην ύφεση της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας.
Βεβαίως, όλες αυτές οι ανησυχίες είναι των καπιταλιστών. Για τους εργαζόμενους επιφυλάσσουν την ίδια ζοφερή κατάσταση αν όχι χειρότερη. Ηδη π.χ. στην Ιταλία η κυβέρνηση Μ. Ρέντσι παίρνει νέα μέτρα ύψους 10 δισ. ευρώ. Και στην Ελλάδα της κατάργησης των μνημονίων ετοιμάζονται μέτρα 7 δισ. ευρώ από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Ετσι είτε με ύφεση, κρίση, είτε με ανάκαμψη, τη νύφη την πληρώνουν οι λαοί. Που, αν δεν αποτινάξουν τον καπιταλισμό δε θα δουν καλύτερες μέρες.
Ετικέτες

Δημοσίευση σχολίου

[blogger]

MKRdezign

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Από το Blogger.
Javascript DisablePlease Enable Javascript To See All Widget